Η έλλειψη πολιτικής ηγεσίας και η συνεχιζόμενα εξαρτησιακή λογική των εγχώριων ελίτ μάς έχει φέρει ενώπιον ενός επαναλαμβανόμενου δράματος κάθε φορά σε διαφορετική γωνιά του ελληνικού χώρου. Αφορμή συγγραφής του παρόντος κειμένου είναι η επέτειος των 62 χρόνων από την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ για αυτοδιάθεση και ελευθερία.
Οι παραλληλισμοί με τις τρέχουσες εξελίξεις στη Θράκη είναι αναπόφευκτοι και δυστυχώς γεμίζουν όλους μας με ανησυχία – ή τουλάχιστον θα έπρεπε να μας γεμίζουν.
Ο αγώνας της ΕΟΚΑ είχε ως πρόταγμα την αποτίναξη των Άγγλων αποικιοκρατών και την ελεύθερη έκφραση της βούλησης του κυπριακού λαού μακριά από πάτρωνες και ποδηγετήσεις. Ως γνωστόν, ο αγώνας αυτός δικαιώθηκε στις συνειδήσεις των απανταχού Ελλήνων αλλά, υπονομευόμενος από επακόλουθες χείριστες πολιτικές αποφάσεις, κατέστη εκπληρωμένος κατά το ήμισυ. Κορυφαία στρέβλωση, η οποία συνοδεύει το Κυπριακό έως σήμερα, υπήρξε το καθεστώς των εγγυήσεων. Κατά τρόπο αναχρονιστικό και με πρόσχημα την προστασία των μουσουλμάνων της Μεγαλονήσου, οι εγγυήσεις έφεραν κατ’ ουσία την Τουρκία στην Κύπρο ως περιφερειακό τοποτηρητή των απονομιμοποιημένων Άγγλων.
Μάλιστα, η «επιτυχία» του καθεστώτος των εγγυήσεων για την Τουρκία έχει ωθήσει τον Αχμέτ Νταβούτογλου και συνολικά τη συγκαιρινή τουρκική εξωτερική πολιτική να αναφέρονται σε ένα «καλό προηγούμενο» προς εφαρμογή και σε άλλες περιπτώσεις. Ο Νταβούτογλου αναφέρει συγκεκριμένα ότι «η προστασία [sic] της τουρκικής μειονότητας της Κύπρου έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο από την άποψη της εν λόγω κοινότητας, αλλά και του μέλλοντος των λοιπών κοινοτήτων οι οποίες συνιστούν οθωμανικά κατάλοιπα». Με αυτήν τη φράση αναφέρεται στους μουσουλμανικούς (κατά τον ίδιο τουρκογενείς) πληθυσμούς που διαβιούν στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή και αλλού.
Ξεχωριστής σημασίας περίπτωση αποτελεί, για εμάς, εκείνη της Θράκης, η οποία σήμερα φαίνεται να περνά από τις Συμπληγάδες που η Κύπρος ξεκίνησε να περνά πριν από πολλές δεκαετίες.
Ας θυμηθούμε ότι στην Κύπρο της δεκαετίας του 1950 οι προβοκάτσιες δεν είχαν τελειωμό. Σφαγές αποδίδονταν στους Ελληνοκύπριους μαζί με υποτιθέμενες επιθέσεις, και όλα αυτά προς νομιμοποίηση της αναγκαιότητας προστασίας των «αδύναμων και υπό διωγμό Τούρκων του νησιού». Αναμφισβήτητα, μεμονωμένα περιστατικά ενδέχεται να έλαβαν χώρα εκατέρωθεν. Ωστόσο δεν αποτελούσαν τον κανόνα, και σίγουρα δεν ήταν αρκετά ώστε να δικαιολογήσουν το καθεστώς των εγγυήσεων με τη συμμετοχή, μάλιστα, της Τουρκίας, μιας χώρας με μηδαμινή ιστορική, πολιτισμική, γλωσσική και ταυτοτική συγγένεια με την Κύπρο.
Κατ’ αντιστοιχία, βλέπουμε παρόμοια φαινόμενα εν εξελίξει στη Θράκη. Η ολοσχερής καταστροφή του τεμένους Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο ακολουθήθηκε ακαριαία από έκφραση πρόθεσης της τουρκικής κυβέρνησης να χρηματοδοτήσει την αποκατάσταση ως άλλη «εγγυήτρια δύναμη» των θρησκευτικών ελευθεριών στη Θράκη. Παράλληλα, η Ελληνική Αστυνομία ανακάλυψε οπλισμό στο τέμενος του Οικισμού της Ηλιόπετρας Ξάνθης, με τον ιμάμη να αρνείται να δώσει πληροφορίες και να συνεργαστεί με τις ελληνικές Αρχές.
Πρωτοφανή φαινόμενα, κυρίως λόγω των αντιδράσεων της τουρκικής πλευράς και του ιμάμη αντίστοιχα.
Τα εν λόγω περιστατικά έρχονται μετά από μια συνεπή τουρκική στρατηγική «εισόδου» στην περιοχή με χαμηλότοκα τραπεζικά δάνεια, χρηματικές επιβραβεύσεις προς μαντηλοφορούσες ανήλικες κοπέλες, εκβιασμούς και απειλές εις βάρος των Ελλήνων Ρομά και Πομάκων, καθώς και πάσης φύσεως αξιώσεις για την αυτονόμηση της Θράκης (συχνά, μάλιστα, από εκλεγμένους στο Ελληνικό Κοινοβούλιο). Η επιχειρηματολογία είναι γνωστή από την Κύπρο και επικεντρώνεται στην ανάγκη τερματισμού της ελληνικής καταπίεσης εναντίον των μουσουλμάνων! Το γεγονός ότι τα δύο παραπάνω περιστατικά εκδηλώνονται κατά την παρούσα συγκυρία έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ακολουθούν μια σειρά τουρκικών επεκτατικών πρωτοβουλιών και κυρίως «προκαλούν» την ακαριαία και συγκροτημένη τουρκική αντίδραση, γεννά πλήθος ερωτημάτων και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Ζούμε ένα συνεχές déjà vu όσον αφορά την τουρκική τακτική, και αυτό θα έπρεπε να είναι αρκετό ώστε να μας αφυπνίσει και να μας προστατεύει από την επανάληψη λαθών. Οι γείτονες γίνονται προβλέψιμοι ίσως επειδή εμείς έχουμε γίνει περισσότεροι προβλέψιμοι από εκείνους. Δυστυχώς.