Οι άνδρες της ΕΜΑΚ έφθασαν στην επαρχία Χατάι της Τουρκίας τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου, δηλαδή περίπου 24 ώρες μετά το φονικό χτύπημα του Εγκέλαδου στην Τουρκία. Άρχισαν να επιχειρούν με το πρώτο φως του ήλιου σε σημείο όπου τους υπέδειξαν πως υπάρχουν ίχνη ζωής.
«Βγάζω τα γάντια μου και πιάνω τα ποδαράκια της, όπως κάνω και με τον γιο μου όταν τον βλέπω πάντα χωρίς κάλτσες, για να δω αν είναι κρύα με σκοπό να τον φροντίσω να μην μου αρρωστήσει. Τα πόδια της ήταν πάρα πολύ παγωμένα. Της τα πιάνω, της τα κάνω αγκαλιά έτσι να την ζεστάνω και βλέπω ότι αρχίζει να χαλαρώνει και πάει να κοιμηθεί. Φωνάζω τους γιατρούς του ΕΚΑΒ που ήταν μαζί μας. Του λέω γιατρέ, πάει να μου κοιμηθεί. Μου λέει μην την αφήσεις να κοιμηθεί, κράτα την ξύπνια», διηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και την Ιωάννα Καρδάρα ο διασώστης της ΕΜΑΚ Κώστας Αθανασόπουλος, αναφερόμενος στην επιχείρηση διάσωσης 6χρονου κοριτσιού στην ισοπεδωμένη Αντιόχεια.
Το εξάχρονο κορίτσι ήταν μαζί με τη μητέρα της και τα δύο αδέρφια της, πλακωμένοι όλοι από τα δοκάρια του δωματίου όπου βρίσκονταν.
Ο Κώστας Αθανασόπουλος μαζί με την υπόλοιπη ομάδα προσπαθούν να απεγκλωβίσουν την 6χρονη, ανασύροντας πρώτα χωρίς τις αισθήσεις της την 7χρονη αδερφή της που με το άψυχο σώμα της «πλάκωνε» την επιζώσα. «Βγάλαμε το αδερφάκι της που είχε πιαστεί το χέρι της από κάτω, και ήταν χωρίς τις αισθήσεις της. Κάναμε κάποιες ενέργειες, και ό,τι κάναμε τραβάγαμε την εξάχρονη να δούμε αν μπορεί να απεγκλωβιστεί, και με το που φώναζε την αφήναμε. Μετά κόβω το χαλί γιατί το πάτωμα με το ταβάνι είχαν γίνει ένα, και μετά αρχίζω να βγάζω πλακάκια ώστε να βρω κενό από κάτω. Εκεί ήμασταν μαζί με τον κ. Κατσινέλο. Στο αδερφάκι της ακούμπαγε το μάγουλό της. Ήταν ξαπλωμένη στο άψυχο κορμί της αδερφής της», εξηγεί.
Για πάνω από τέσσερις ώρες οι διασώστες της ΕΜΑΚ επιχειρούσαν στα χαλάσματα για να απεγκλωβίσουν το μικρό κορίτσι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησής τους μιλούσαν μαζί της για να της δώσουν θάρρος ώστε να καταφέρουν να την βγάλουν από τα συντρίμμια του σπιτιού της, αλλά και για να καταλάβει ότι βρίσκονταν εκεί για να την βοηθήσουν. Ωστόσο αυτή δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της. «Της έλεγα έλα αγάπη μου, προσπάθησε, θα πας έξω, η μαμά σου σε έσωσε. Μετά από λίγη ώρα μου απλώνει το χέρι της με βογγητά, πάω κοντά της να την τραβήξω και καταλαβαίνω ότι δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της και τα αδέρφια της. Εκεί λύγισα. Με έπιασαν τα κλάματα», λέει.
Η ομάδα της ΕΜΑΚ απεγκλωβίζει το μικρό κορίτσι και εμφανώς συγκινημένοι αγκαλιάζονται που τα κατάφεραν. Είναι εκείνη η στιγμή που ο τηλεοπτικός φακός πιάνει τον Κώστα Αθανασόπουλο να έχει ξεσπάσει σε κλάματα και τους συναδέλφους του να τρέχουν να τον συγχαρούν και να τον αγκαλιάσουν. «Μου έλεγαν μπράβο Κώστα. Βγαίνουν τα παιδιά αγκαλιάζονται γιατί ήταν πολύ φορτισμένοι γιατί ήταν ανάμεσα στα σώματα και ήταν δύσκολο να βγάλουμε το χεράκι της. Και μετά έγινε αυτό που είδατε στις ειδήσεις. Ήταν δάκρυα χαράς, για το ότι την σώσαμε. Ήταν πολύ δύσκολο να βγει ανάμεσα από τα σώματα. Στη συνέχεια περίμενα τον συνάδελφο να την δέσει στο φορείο και να την πάρουμε να πάει στον γιατρό», σημειώνει.
Όπως εξηγεί ο διασώστης Αθανασόπουλος, τα περισσότερα άτομα που κατάφεραν να απεγκλωβίσουν ζωντανά ήταν αγκαλιασμένα με άλλα μέλη των οικογενειών τους. Όπως στην περίπτωση της 20χρονης Αϊρίν που ήταν μαζί με τη μαμά της και ένα 5 μηνών βρέφος, σε έναν καναπέ, και είχαν πιαστεί στο δοκάρι.
«Οικογένειες αγκαλιασμένες και πλακωμένες από τα ερείπια των κτηρίων που είχαν καταρρεύσει. Αυτή η εικόνα μού έχει μείνει χαραγμένη», αναφέρει.
Ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους η απόγνωση
Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Τουρκία τα μέλη της ελληνικής αποστολής έζησαν κάτω από αντίξοες συνθήκες, όπως το έντονο ψύχος, ωστόσο όπως αναφέρει ο Έλληνας διασώστης, το μυαλό τους ήταν στους σεισμοπαθείς που είχαν χάσει το σπίτι τους. Ο εδώ και σχεδόν 14 χρόνια διασώστης της ΕΜΑΚ όπου και αν έστρεφε το βλέμμα του αντίκριζε συντρίμμια, κι ανάμεσα σε αυτά ανθρώπους, άλλοι με παντόφλες και άλλοι ξυπόλητοι, όλοι όμως με την ίδια απόγνωση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους. Αναζητούσαν τρόπους να ζεσταθούν βάζοντας φωτιές στους κάδους, κι έψαχναν μια προσωρινή στέγη να κοιμηθούν. Την έβρισκαν στα κατεστραμμένα αμάξια τους, με τα σπασμένα τζάμια, τοποθετώντας γύρω-γύρω νάιλον για να περιορίσουν το δριμύ ψύχος που επικρατούσε.
«Έψαχναν τα παπούτσια τους στα συντρίμμια. Έρχονταν προς εμάς, μας φίλαγαν τα χέρια, μας τράβαγαν κι έλεγαν “έλα να δεις το παιδί μου, βοήθεια”.
»Ο κόσμος εκεί μας έδωσε πολλή αγάπη και μας ευχαριστούσε. Είχε καταλάβει ότι είχαμε πάει να τους βοηθήσουμε. Μας έδιναν από το φαΐ τους ό,τι μπορούσαν, μας έφερναν τα νερά τους. Αν και δεν είχαν να φάνε, τα έδιναν σε εμάς», τονίζει.
Ο Κώστας Αθανασόπουλος ακολούθησε τον ίδιο δρόμο με τον πατέρα του Χρήστο Αθανασόπουλο, που ήταν κι εκείνος στην Πυροσβεστική και συγκεκριμένα στην ΕΜΑΚ. Μάλιστα, αξίζει να αναφερθεί ότι ο πατέρας του, με τον πατέρα του συναδέλφου του και μέλους της ελληνικής αποστολής, Κωνσταντίνο Νίκα, ήταν μαζί στο σεισμό του 1995 στο Αίγιο. Είκοσι οκτώ χρόνια μετά, οι δύο γιοι συναντήθηκαν όπως οι πατεράδες τους σε κοινή αποστολή.
«Θα ήθελα να τονίσω την ιδιαίτερη συμβολή που είχαν όλα τα μέλη της αποστολής, 1ης και 2ης ΕΜΑΚ, οι διασώστες του ΕΚΑΒ, και όσοι συμμετείχαν, κατά τη διάρκεια της παραμονής μας εκεί. Ήμασταν όλοι μια ομάδα, ενωμένοι για έναν κοινό σκοπό, την διάσωση όσων ζωών μπορούσαμε. Καθένας μας ξεχωριστά συνέβαλε σε αυτή την αποστολή», επισημαίνει.
«Ευτυχώς που υπάρχετε»
Ο αντιπύραρχος Μιλτιάδης Καραγεωργιάδης, στα 18 χρόνια που υπηρετεί στην 2η ΕΜΑΚ (από το 2005) δεν έχει αντικρίσει μεγαλύτερη καταστροφή από αυτήν του φονικού σεισμού της Τουρκίας. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και την Ιωάννα Καρδάρα, φθάνοντας στην πόλη της Αντιόχειας επαληθεύτηκαν οι χειρότεροι φόβοι τους, καθώς αντίκρισαν την απόλυτη καταστροφή σε κτήρια και υποδομές.
«Με βάση την έκταση της καταστροφής θα έλεγα πως ναι, είναι η πιο δύσκολη και μεγαλύτερη καταστροφή, που έχω δει ποτέ», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η εικόνα ωστόσο που θα του μείνει για πάντα χαραγμένη στο μυαλό είναι η φράση του Τούρκου στρατηγού που τους επισκέφθηκε στον καταυλισμό τους. «Βάζοντας το χέρι στην καρδιά, είπε την φράση «ευτυχώς που υπάρχετε». Αυτή η εικόνα θα μου μείνει για πάντα και όχι απλά για πολύ καιρό χαραγμένη στο μυαλό μου», τονίζει ο Μιλτιάδης Καραγεωργιάδης προσθέτοντας ότι πέρα από αυτή την φράση δεν θα ξεχάσει την ευγνωμοσύνη και την αγάπη που έλαβαν από τους ντόπιους καθώς και τις αντιδράσεις τους κάθε φορά που τους συναντούσαν στο πεδίο και στο δρόμο.
Με την άφιξη τους στην Αντιόχεια και βλέποντας την εικόνα του απόλυτου χάους, το συναίσθημα που κυριάρχησε σε όλη την ομάδα ήταν η ανάγκη να εμπλακούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα στις επιχειρήσεις διάσωσης, προκειμένου να απεγκλωβίσουν ζωντανό όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο. «Από το πρώτο λεπτό μέχρι και την τελευταία ώρα πριν αναχωρήσουμε, επιχειρούσαμε στο πεδίο, προσπαθώντας να απεγκλωβίσουμε κόσμο, δίνοντας τον καλύτερό μας εαυτό», σημειώνει.