Ένα κοινό άνω των 500 ενόρκων έκρινε τον αρχαίο Αθηναίο ηγέτη Θεμιστοκλή «αθώο» για προδοσία κατά της πόλης και του λαού της Αθήνας το 459 π.Χ., μετά από 2.500 χρόνια αναμονής για μια ετυμηγορία!
Η… πολύκροτη δίκη αναβίωσε στο πλαίσιο μιας πρωτότυπης φιλανθρωπικής εκδήλωσης του Εθνικού Ελληνικού Μουσείου του Σικάγου στις ΗΠΑ, στο πλαίσιο σειράς δράσεων για την ανάδειξη της διαρκούς συνάφειας και αξίας της ελληνικής σκέψης και ιστορίας, οι οποίες υλοποιούνται από το 2013.
Ομογενείς και μη νομικοί ανέλαβαν να δικάσουν, αλλά και να υπερασπιστούν μια από τις πιο διάσημες αλλά και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της αρχαίας Αθήνας στη «δίκη» που φιλοξενήθηκε στο Θέατρο Χάρις του Σικάγου παρουσία 12 ενόρκων επί σκηνής και εκατοντάδων εντός της θεατρικής αίθουσας.
Μετά το πέρας των αγορεύσεων, η επιτροπή των δικαστών ψήφισε ομόφωνα υπέρ της αθώωσης, ενώ η 12μελής επιτροπή των αξιότιμων ενόρκων επί σκηνής –αποτελούμενη από εκπροσώπους σωματείων, ακαδημαϊκούς και προσωπικότητες των μέσων ενημέρωσης– έκρινε τον Θεμιστοκλή αθώο με διαφορά 11-1.
Εκπρόσωποι της υπεράσπισης του Θεμιστοκλή ήταν οι δικηγόροι Patrick M. Collins (King & Spalding LLP), Τίνος Διαμαντάτος (Morgan, Lewis & Bockius LLP) και Κατερίνα Αλεξοπούλου (υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ).
Εκπρόσωποι της δίωξης ήταν η Sarah F. King (Clifford Law Offices PC) και ο Patrick A. Salvi II (Salvi, Schostok & Pritchard PC).
Της δίκης προήδρευσαν οι δικαστές Joy V. Cunningham του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ιλινόι, Γεωργία N.Αλεξάκη του δικαστηρίου της Βόρειας Περιφέρειας του Ιλινόι, Αντώνης Κυριακόπουλος and Hon. Jeffery Chrones του περιφερειακού δικαστηρίου της επαρχίας Κουκ.
Η συμβολή του στην ιστορία του Δυτικού πολιτισμού
Ο Αθηναίος στρατιωτικός στρατηγός Θεμιστοκλής ήταν ο ανώτατος διοικητής της μεγάλης μάχης του Μαραθώνα και της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. όταν, χάρη στη στρατηγική του, οι Πέρσες απωθήθηκαν από την αρχαία Ελλάδα, έχοντας υποστεί μεγάλες απώλειες.
Αρκετοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι αν οι Έλληνες δεν είχαν κερδίσει τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, η πορεία της ιστορίας και του Δυτικού πολιτισμού θα ήταν εντελώς διαφορετική.
Ωστόσο, αργότερα, ο Θεμιστοκλής υπονομεύτηκε από τους πολιτικούς του αντιπάλους και κατέληξε να κατηγορηθεί ότι πρόδωσε την Αθήνα στον μεγαλύτερο αντίπαλό της, την Περσία, όταν, μετά τον πόλεμο, εξοστρακίστηκε από την πόλη του, έζησε εξόριστος και τελικά τέθηκε στην υπηρεσία του Πέρση βασιλιά Αταξέρξη Α’, γιου του βασιλιά Ξέρξη.
Ο βασιλιάς έκανε μεγάλες τιμές στον Θεμιστοκλή και του παραχώρησε τα εισοδήματα τριών πόλεων της Μικράς Ασίας, της Λαμψάκου, της Μυούντας και της Μαγνησίας, όπου ο Θεμιστοκλής τελικά εγκαταστάθηκε.
Όταν όμως ο Αρταξέρξης τού ζήτησε να στραφεί ενάντια στα ελληνικά συμφέροντα με αφορμή την επανάσταση της Αιγύπτου, ο Θεμιστοκλής προτίμησε να θέσει τέρμα στη ζωή του με κάποιο δηλητήριο, αν και ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι πέθανε ύστερα από ασθένεια. Η σορός του μεταφέρθηκε κρυφά στον Πειραιά, όπου οι Αθηναίοι έκαναν έναν τάφο από ευγνωμοσύνη για τις μεγάλες υπηρεσίες που είχε προσφέρει στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αθήνα.
Όμως δεν έτυχε ποτέ μιας δίκης που θα μπορούσε να του επιτρέψει να επιστρέψει στην Αθήνα, και αυτό θέλησε να διορθώσει το Εθνικό Ελληνικό Μουσείο του Σικάγου με την εκδήλωσή του.
«Η ζωή του Θεμιστοκλή ενσαρκώνει την ένταση μεταξύ της δημόσιας υπηρεσίας και της προσωπικής φιλοδοξίας», υπογράμμισε η διοίκηση του Μουσείου.