Παλαιότερα μιλούσαμε για τρεις κόσμους, εννοώντας κόσμους με διαφορετικό επίπεδο οικονομίας, κοινωνικής συμβίωσης και πολιτικών συστημάτων. Ήταν ο παλιός γνωστός κόσμος με τις αντιθέσεις και αντιφάσεις του.
Σήμερα οι κόσμοι που διαμορφώνονται είναι δύο: Ο κόσμος του Τραμπ με τις εσωτερικές αντιθέσεις του, και ο κόσμος της ψηφιακής εποχής και της τεχνητής νοημοσύνης με τη δική του δυναμική.
Ο κόσμος του Τραμπ είναι έντονα αντιφατικός. Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος ίσως να μην συνειδητοποιεί, όσο πρέπει, τα αποτελέσματα της πολιτικής που θέλει να εφαρμόσει. Είναι μια πολιτική με βάση το εθνικό κράτος, του οποίου ο ιστορικός ρόλος έχει ξεπεραστεί.
Το σύνορα των κρατών και το είδος των πολιτευμάτων με τα οποία λειτουργούν καθορίζονται από τις τεχνολογικές εξελίξεις. Εθνικό κράτος με τις σύγχρονες τεχνολογίες επικοινωνίας, μετακίνησης και πολλών διαφορετικών –από τις μέχρι σήμερα– εφαρμογών δεν νοείται.
Δεν είναι όμως αυτή η κύρια αντίφαση. Σημαντικότερη είναι η αντιπαράθεση δύο πόλων μέσα στο τραμπικό σύστημα. Του πόλου του Έλον Μασκ που πρεσβεύει ένα είδος ανθρώπινης μεταμόρφωσης υπό την επίδραση των νέων τεχνολογιών, και του παλαιού ιδεολογικού εκφραστή του Τραμπ, του Στιβ Μπάνον, που υποστηρίζει μια μετάβαση στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης με περισσότερο ανθρώπινο έλεγχο.
Αυτή είναι η κύρια παγκόσμια αντίθεση. Πολλοί πιστεύουν πως όλα αυτά αφορούν ένα απώτερο μέλλον, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο αισιόδοξα. Το αύριο είναι εδώ.
Στο παραπάνω πλαίσιο η συζήτηση για τα κράτη, τα έθνη και τα πολιτεύματα σχετικοποιείται. Όλα είναι ανοικτά και εξαρτώνται από τις τάσεις που θα επικρατήσουν.
Ωστόσο, ο καθημερινός μας κόσμος βρίσκεται ακόμη στη φάση των εθνικών κοινωνιών και αναζητά τρόπους συμβίωσης και ένταξής τους στο διεθνές περιβάλλον. Έχει βεβαίως και την αίσθηση της παρακμής, και αναζητά τις αιτίες της για να σταματήσει την εντροπία.
Ο Γάλλος συγγραφέας, δοκιμιογράφος και γεωγράφος Christophe Guilluy έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Métropolia et Périphéria, μέσα από το οποίο αναζητά την κατάρρευση της Δύσης. Την εντοπίζει στην απαξίωση της κοινότητας, στην κυριαρχία των μητροπόλεων με μια ζωή χωρίς στίγμα και νόημα, στην έκλειψη του πολιτισμού που δημιουργούσαν οι μικρές κοινωνίες και οι κοινότητες. Στο δημοκρατικό πρόταγμα που στις μεγάλες κοινωνίες εκλείπει.
Και πιστεύει πως η περιφέρεια κάποια στιγμή θα εξεγερθεί, θα επαναστατήσει και θα ζητήσει τα δικαιώματά της.
Αρκετοί αμφισβητούν ότι η ελληνική κοινωνία –η οποία βιώνει ένα άκρως συγκεντρωτικό κράτος– διακρίνεται από μια τέτοια δυναμική.
Ωστόσο, στις ημέρες μας υπάρχει μια κινητικότητα όπως διαφαίνεται από τις τεράστιες συγκεντρώσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής της οποίας ο επικεφαλής διακρίνεται από έναν αναιτιολόγητο και αβάσιμο βοναπαρτισμό (ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης αναρωτήθηκε στη Βουλή αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να τον διαδεχθεί!). Η κοινωνία έχει την αίσθηση ότι της επιβάλλεται ένα καθεστώς και αντιδρά. Έφθασε στα όρια ανοχής της.
Εκείνο που δεν αντιλαμβάνεται το αθηναϊκό σύστημα είναι αυτό που υπογραμμίζει ο συγγραφέας του βιβλίου στο οποίο αναφέρομαι, σε συνέντευξή του στη Le Figaro και το οποίο είναι επικίνδυνο: «Θα δείτε», λέει, «σε λίγο καιρό, Παρίσι, Μπορντό, Λυών, Νέα Υόρκη ή Καλιφόρνια θα ζητήσουν την ανεξαρτησία τους!».
Καθολική ευχή είναι αυτό να μην συμβεί στην Ελλάδα. Αλλά ας αλλάξουν ρότα οι κυβερνώντες, ας δουν τα πράγματα ευρύτερα, ας ανακαλύψουν πως το ανθρώπινο μέλλον, μέχρι την καταλυτική έλευση του νέου τεχνολογικού κόσμου στον οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω βρίσκεται στην περιφέρεια και στις κοινότητες που διαμορφώνει και μπορούν να παράγουν πολιτισμό (τρόπο, δηλαδή, καθημερινής αναπαραγωγής) και προτάσεις διακυβέρνησης.
Υπάρχει όμως και μια άλλη προσέγγιση από τον καθηγητή Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Alpen-Adria της Αυστρίας Θεοφάνη Τάση, ο οποίος εστιάζει το φιλοσοφικό ενδιαφέρον του κυρίως στον κόσμο που έρχεται και στον ανθρωπολογικό τύπο που διαμορφώνεται.
«Ο Κριστόφ Γκιγί», λέει ο Θ. Τάσης, «στο Μητρόπολη και Περιφέρεια περιγράφει μια σύγκρουση μεταξύ μητροπολιτικών ελίτ και περιφέρειας, όπου οι εργατικές-μεσοαστικές τάξεις εξεγείρονται ενάντια σε μια αποκομμένη, τεχνοκρατική ελίτ. Ωστόσο, η ανάλυσή του είναι προβληματική. Πρώτον, υπεραπλουστεύει την εικόνα των πόλεων, που δεν είναι μόνο προπύργια ελίτ, αλλά και χώροι μεταναστών και εργαζομένων με παρόμοιες δυσκολίες με την περιφέρεια. Δεύτερον, αγνοεί τη βαθιά αλληλεξάρτηση μητρόπολης-περιφέρειας στον ψηφιακό κόσμο. Τρίτον, παραβλέπει το ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης στην ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων, αποδίδοντας την ανεργία αποκλειστικά στην αδιαφορία των ελίτ, αντί να αναγνωρίσει τον ρόλο της τεχνικής εξέλιξης.
»Από την οπτική του ψηφιακού ανθρωπισμού, η απόρριψη της ρευστότητας και της πολυπλοκότητας της εικονιστικής συνθήκης χωρίς κριτική ανάλυση είναι αδιέξοδη. Η τεχνητή νοημοσύνη και η ψηφιοποίηση μετασχηματίζουν την ταυτότητα και την κοινωνία, ανοίγοντας νέες δυνατότητες συμμετοχής και αυτονομίας. Αντί της νοσταλγίας ενός απολεσθέντος παραδείσου, δηλαδή ενός εξιδανικευμένου παρελθόντος που εργαλειοποιείται για τη νομιμοποίηση αντιδραστικών πολιτικών, είναι προτιμότερη η καλλιέργεια νέων δημοκρατικών μοντέλων συμμετοχής των πολιτών τα οποία αξιοποιούν τις τρέχουσες τεχνολογίες για την αντιμετώπιση των πραγματικών αναγκών των ανθρώπων».
Ο κόσμος βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο. Περνά από μια μακρά περίοδο σε μια άλλη.
Είτε έχει δίκιο ο Γκιγί είτε ο Τάσης, το αθηναϊκό κατεστημένο δεν το επηρεάζει τίποτε. Δεν θέλει να δει μια άλλη πολιτειακή ή πολιτική διαμόρφωση, ούτε να ενισχύσει εσωτερικούς γεωγραφικούς πόλους που θα προσέφεραν υπεραξία στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Το αθηναϊκό σύστημα διακατέχεται από το Σύνδρομο της Χαιρώνειας. Με το οποίο θα ασχοληθούμε σε ένα επόμενο σχόλιο.