Στο περίφημο Μεϊντάν της Τραπεζούντας, την κεντρική πλατεία δηλαδή, στην ανατολική πλευρά προς την πλευρά της Δαφνούντας, ακριβώς απέναντι από το δημαρχείο της πόλης επί της οδού που οδηγούσε στο σταυροδρόμι (Ταξίμ), βρισκόταν η Όπερα της Τραπεζούντας. Τι κι αν έχουμε μια στερεοτυπική εικόνα για την Τραπεζούντα των αρχών του 20ού αι., με τους καμηλιέρηδες να περιμένουν στην πλατεία αυτή για να παραλάβουν τα εμπορεύματα από το λιμάνι και να τα μεταφέρουν στην Ανατολία, το κτήριο της Όπερας κοσμούσε την κεντρική πλατεία της ποντικής χώρας και έκανε επιβλητική την παρουσία του με την πρωτοποριακή για τα δεδομένα της εποχής αρχιτεκτονική του στην καρδιά της πρωτεύουσας των Μεγαλοκομνηνών.
Η Τραπεζούντα λοιπόν είχε Όπερα από το 1905, η οποία διέθετε δύο σειρές θεωρείων.
Ήταν ένα διώροφο κτήριο, σε σχήμα πετάλου που ενσωμάτωνε χαρακτηριστικά της art nouveau, ακολουθώντας τις ευρωπαϊκές τάσεις της εποχής.
Για να αντιληφθούμε το μέγεθος και τη σημαντικότητα του γεγονότος, αρκεί να αναλογιστούμε πως το κτήριο της όπερας Sϋrreya της Κωνσταντινούπολης εγκαινιάστηκε το 1927, ενώ το περίφημο θέατρο της κοσμοπολίτισσας αγαπημένης Σμύρνης ανέβαζε την όπερα Ριγκολέττο του Τζουζέπε Βέρντι το έτος 1917!
Σύμφωνα με την καθηγήτρια αρχιτεκτονικής Παρυσάτιδα Παπαδοπούλου-Συμεωνίδου η οποία επικαλείται πληροφορίες του συναδέλφου της Τούρκου αρχιτέκτονα prof. Dr. M. Sϋmerkan, δύο κτήρια που στέγαζαν παραστάσεις όπερας και θεάτρου χτίστηκαν εκείνη την εποχή κατά διαταγή του Σουλτάνου Αμπντουλχαμίτ Β΄: της Τραπεζούντας στο Μεϊντάν και της Θεσσαλονίκης επί της Λεωφόρου Νίκης (πλησίον της πλατείας Αριστοτέλους).
Ωστόσο ψάχνοντας στα αρχεία της Θεσσαλονίκης διαπιστώσαμε πως το κτήριο στο οποίο αναφέρεται ο Τούρκος αρχιτέκτονας χτίστηκε μεταγενέστερα, μετά το 1911 και έχοντας υπόψη πως η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης έγινε το 1912, ίσως αυτή η πληροφορία να μην είναι σωστή.
Επιπροσθέτως γνωρίζουμε πως ο Αμπντουλχαμίτ Β΄ καθαιρέθηκε από τους νεότουρκους μετά την εξέγερση της 31ης Μαρτίου του 1909. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε πως εκείνη την εποχή Εβραίοι Θεσσαλονικείς επιχειρηματίες, μονοπωλούσαν την πολιτιστική βιομηχανία της πόλης με αξιόλογες ιδιόκτητες υποδομές. Η πανέμορφη παραλία της Θεσσαλονίκης ήταν το «πεδίο δράσης» τους!
Υποψιαζόμαστε λοιπόν, πως ο Τούρκος αρχιτέκτονας ήθελε να συνδέσει τις δύο πόλεις και την αίγλη τους κάτω από το πολύ υποκειμενικό φάσμα της δικής του πρόσληψης για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Θεσσαλονίκη εξάλλου πάντα ήταν το «μήλο» και το άπιαστο όνειρο τόσο για τους Βούλγαρους όσο και για τους Τούρκους.
Το μόνο βέβαιο είναι πως ο Σουλτάνος Αμπντουλχαμίτ Β΄ από τον οίκο των Οσμανιδών, μετά την εκθρόνισή του από τους νεότουρκους και τον επικεφαλής τους Μουσταφά Κεμάλ –ο οποίος έζησε για κάποια χρόνια στην Θεσσαλονίκη και γλεντούσε στο αγαπημένο στέκι των νεότουρκων Μασλούμ Καφέ[1] (στη σημερινή τοποθεσία του ξενοδοχείου Mediterranean απέναντι από την πύλη του λιμανιού)–εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε φυλακισμένος για τρία χρόνια στη Βίλλα Αλλατίνι.
Η Βίλλα Αλλατίνι είναι μια τριώροφη έπαυλη στην περιοχή Ντεπώ, επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας.
Χτίστηκε το 1898 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli [2] για λογαριασμό της εβραϊκής οικογένειας Αλλατίνι προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες στέγασής της.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια στεγάζονταν σε αυτήν οι υπηρεσίες της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου, σήμερα, αυτό το κτήριο που δεν συνδέεται με κανέναν άλλον τρόπο με την Τουρκία πέραν από τη βραχυχρόνια περίοδο εξορίας του Σουλτάνου, εταιρεία τουρκικών συμφερόντων θέλει να την αγοράσει πιθανόν αναπολώντας το «ένδοξο» παρελθόν της!
Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα εάν η Όπερα της Τραπεζούντας χτίστηκε κατόπιν παραγγελίας του Σουλτάνου. Μπορεί και να είναι αλήθεια καθώς ο Αμπντουλχαμίτ Β΄ ήταν μεταρρυθμιστής και είχε φιλελεύθερες απόψεις. Όμως δεν μπορούμε να μην λάβουμε υπόψη την αστική τάξη της Τραπεζούντας, αυτήν που γλεντούσε με τη λύρα στα ιδιωτικά τους μουχαμπέτια αλλά άκουγε και ευρωπαϊκά και χόρευε και βαλς εκτός από ποντιακά, όπως επίσης ταξίδευε στην Ευρώπη, ασχολούνταν με το εμπόριο, είχε στην κατοχή της τράπεζες, σπούδαζε στα μεγάλα Πανεπιστήμια της Ευρώπης και δεν είχε να ζηλέψει τίποτα από τους σύγχρονούς της Ευρωπαίους μεγαλοαστούς[3].
Δεν γνωρίζουμε ακόμα, τι έργα ανέβηκαν στην όπερα της Τραπεζούντας τα λίγα χρόνια που την χάρηκαν οι Έλληνες φιλόμουσοι πριν από τον ξεριζωμό τους. Μετά τα γεγονότα της Γενοκτονίας, του διωγμού των Ελλήνων και της αρπαγής των περιουσιών τους στον Πόντο, το κτήριο της όπερας λειτούργησε ως κινηματογράφος προφανώς γιατί δεν υπήρχε η δυναμική για να ανέβουν έργα αλλά ούτε και πολυάριθμο φιλοθεάμον κοινό (ο πληθυσμός της Τραπεζούντας αντικαταστάθηκε από εξαθλιωμένους μουσουλμάνους χωρίς παιδεία) για να τα παρακολουθήσει. Μετά το μαρασμό του κατεδαφίστηκε το έτος 1958, μια ακόμα ένδειξη πως το κτήριο είχε συνδεθεί με το ελληνικό παρελθόν της πόλης.
Σύμφωνα με στοιχεία από ηλεκτρονική ειδησεογραφική τουρκική σελίδα, κατεδαφίστηκε με βαριοπούλες μέσα σε δύο εβδομάδες, από 30 εργάτες που εργάζονταν σε έργα διάνοιξης του δρόμου.
Εκτός από την όπερα, η Τραπεζούντα διέθετε και το «Θέατρο Θεοφυλάκτου» το οποίο ιδρύθηκε από τον ευεργέτη Κωστάκη Θεοφύλακτο (Φροντιστήριο Τραπεζούντας, Παρθεναγωγείο, καμπαναριό μητρόπολης κ.τλ.) και βρισκόταν στην ενορία του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης απέναντι από το ρωσικό προξενείο.
Εκεί παίζονταν παραστάσεις από ντόπιους (ποντιακούς), αθηναϊκούς και άλλους θιάσους από την Ελλάδα. Οι θίασοι από την Ελλάδα επιδίωκαν να παρουσιάζουν τα έργα τους στον Πόντο και την Μ. Ασία καθώς το κοινό είχε θεατρική παιδεία και αγαπούσε πολύ το θέατρο, ως παιδιά αυτών που έγραψαν τα σπουδαία έργα της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας!
Αλεξία Ιωαννίδου