Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού με ακροστιχίδα: «ο ύμνος Ρωμανού» (Κώδικας χωρίς τίτλο). Διαβάστε το Μέρος Α’.
Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας από τον Θεόφιλο Πουταχίδη.
ζ’. Αιτία χαράς ήταν αυτό που ο Γαβριήλ της είπε· και έτσι καθώς μίλησε, τον Λόγο εμφυτεύει σ’ άσπαρτη γη, αμόλυντη, στην κόρη την Παρθένο.
Εν Πνεύματι μάς δείχνει την κόρη αυτή Γιο να γεννά, δίχως να ξέρει άνδρα.
«Ορίστε, δες! ο Κύριος είναι τώρα μαζί Σου. Πριν από Εσένα υπάρχει, μα από Σε θα γεννηθεί και θα ’ναι ο Πατέρας Σου ταυτόχρονα και Γιος Σου.
»Αυτός σε Σένα μ’ έστειλε για να Σου μεταφέρω αυτά που μου φανέρωσε.
»Αυτός, που αφού γεννήσεις, με τρόπο θαυματουργικό, απείραχτη, ανέγγιχτη, αγνή θα σε κρατήσει,
»ώστε ο καθένας να μπορεί εδώ κι εμπρός πια να το πει:
»“Κόρη παρθένος γέννησε, μα και μετά τη γέννα πάλι παρθένος έμεινε, παρθένος παραμένει”.
η’. »Ο Αδάμ μετά την πτώση του: εξόριστος, διωγμένος. Γι’ αυτό όμως ο Θεός του Αδάμ, για να αναστήσει τον Αδάμ, τι τρόπο μηχανεύτηκε;
»Μες στην κοιλιά Σου χώρεσε και έγινε σαν κι εκείνον, κι όλο το κρίμα που είχε αυτός, επάνω Του το πήρε.
»Πρότερα που ’πεσε ο Αδάμ, τον έριξε γυναίκα· μα μια γυναίκα τώρα δα, πάλι τον ανασταίνει· Παρθένος θε να γεννηθεί από κοιλιά Παρθένου.
»Τότε παλιά όταν πλάστηκαν, ο Αδάμ δεν συνευρέθηκε ποτέ του με την Εύα·
»ούτε και τώρα άγγιξε τη Θεοτόκο ο Ιωσήφ,
»μα σαν τη γη που βλάστησε δίχως να πέσει σπόρος,
»Κόρη παρθένος γέννησε, μα και μετά τη γέννα πάλι παρθένος έμεινε, παρθένος παραμένει».
θ’. Ό,τι της είπε ο Άγγελος ‒αυτό και μόνο άκουσε‒ κι η Κόρη του ανταπάντησε και φωναχτά του λέει:
«Μα πώς θα γίνει αυτό που λες; Εγώ άνδρα δεν γνώρισα, εγώ άνδρα δεν ξέρω!
»Αυτός που με έχει σπίτι του και είμαι σαν μνηστή του, έχει το ρόλο φύλακα, για να με προστατεύει· δεν είν’ ότι είναι άνδρας μου, δεν είμαστε ζευγάρι.
»Αν όμως γίνει αυτό που λες,
»θα είναι πράγμα ανώτερο για Εμέ από έναν γάμο, όπως αυτός που κάνουνε οι άνθρωποι συνήθως ‒ σώμα με σώμα ενώνουνε, ως λέει, εις σάρκα μία.
»Έτσι, ο καθένας θα μπορεί, εδώ κι εμπρός πια να το πει:
»“Κόρη παρθένος γέννησε, μα και μετά τη γέννα πάλι παρθένος έμεινε, παρθένος παραμένει”».
ι’. «Γιατί Εσύ θα γίνεις άλλο, νέο στερέωμα, νέος ουράνιος θόλος.
»Μη βάλεις μέσα στην καρδιά, στο νου σου μην το βάλεις, ότι στο μέλλον ο Ιωσήφ πρόκειται να σε παντρευτεί, γυναίκα του να είσαι.
»Γιατί Εσένα ο Πλαστουργός σε έχει προορίσει
»να Τον βαστάξεις δω στη γη και θρόνος Του να γίνεις ‒ το ανάλογο του θρόνου Του ψηλά στον ουρανό.
»Ώστε ο καθένας να μπορεί, εδώ κι εμπρός πια να το πει:
»“Κόρη παρθένος γέννησε, μα και μετά τη γέννα πάλι παρθένος έμεινε, παρθένος παραμένει”».
ια’. «Σαν νύχτα είναι σκοτεινή και σκυθρωπή κι αγέλαστη η φύση η δική μου· και πώς μου λες ότι απ’ αυτή θα βγει να λάμψει o ήλιος;
»Άνθρωπε ετούτο που μου λες, απίστευτο μού φαίνεται:
»γυναίκα τότε στην αρχή έγινε η αιτία όλοι οι βροτοί να προσδεθούν στο άρμα του θανάτου· πώς τώρα λες ότι η Ζωή βλασταίνει από γυναίκα;
»Πώς στον πηλό ο Πλαστουργός θα ’ρθει να κατοικήσει;
»Αν μπει μες στα ξεράγκαθα φωτιά δεν θα τα κάψει;
»Όντως, καθένας θα μπορεί, εδώ κι εμπρός πια να το πει:
»“Κόρη παρθένος γέννησε, μα και μετά τη γέννα πάλι παρθένος έμεινε, παρθένος παραμένει”».
ιβ’. «Ο Θεός το αποφάσισε με Σένα αυτό να κάνει: τη φύση την ανθρώπινη που ’ναι φθαρτή και φθείρεται θε να την καινουργιώσει.
»Μη λες λοιπόν, μην το ρωτάς: “ετούτο πώς θα γίνει; Αν κατοικήσει μέσα μου δεν θα με κατακάψει;”
»Ετούτη τη φωτιά που Εσύ φοβάσαι και την τρέμεις, για Σένα θα ’ναι σαν βροχή, όπως το λέει ο Δαυίδ που το ’χει προφητεύσει.
»“Θα είναι”, λέει, “σαν τη βροχή, που πέφτει πάνω σε μαλλί ‒αθόρυβα και απαλά‒ και την προβιά νοτίζει”.
»Έτσι θα έρθει ο Θεός: αθόρυβα, ήσυχα, απαλά μέσα στην Κόρη την αγνή θα ’ρθει να κατοικήσει,
»ώστε ο καθένας να μπορεί, εδώ κι εμπρός πια να το πει:
»“Κόρη παρθένος γέννησε, μα και μετά τη γέννα πάλι παρθένος έμεινε, παρθένος παραμένει”».
ιγ’. Ύμνησε τον Χριστό, λοιπόν, ψάλλε ω Μαριάμ γι’ Αυτόν που ενώ κάτω στη γη κρατάς στην αγκαλιά,
ταυτόχρονα είν’ στον ουρανό σύνθρονος του Πατέρα.
Ενώ εδώ ως νεογνό θηλάζει απ’ τον μαστό Σου, την ίδια ώρα από ψηλά προσφέρει σ’ όλους τους θνητούς θεία τροφή να φάνε.
Αυτός στα άνω κατοικεί και για σκηνή Του έχει το σύμπαν, το στερέωμα.
Και όμως, ταυτοχρόνως ‒απ’ την αγάπη την πολλή που έχει για τους ανθρώπους‒
πλαγιάζει μες στο Σπήλαιο, νιογέννητο μωράκι. Γι’ αυτό, πάντα θα ψέλνουμε και πάντα θα Σε υμνούμε:
«Κόρη παρθένος γέννησε, μα και μετά τη γέννα πάλι παρθένος έμεινε, παρθένος παραμένει».