Ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης και ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γιώργος Γεραπετρίτης για να στηρίξουν πολιτικά το εγχείρημα της ελληνοτουρκικής προσέγγισης και τη «Διακήρυξη των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας» που υπέγραψαν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο πρόεδρος της Τουρκίας, μας μιλούσαν συνεχώς για ένα «παράθυρο ευκαιρίας» που πρέπει να εκμεταλλευθούμε.
Ποτέ όμως δεν είπαν μια λέξη για το τι σημαίνει «παράθυρο ευκαιρίας»· και εννοούμε κάποιο σημάδι ή κάποια προδιάθεση της Τουρκίας να αποστεί έστω και εν μέρει από τις παράνομες διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας.
Επίσης, ακαδημαϊκοί και άλλοι δημοσιολογούντες που εκφράζουν τις θέσεις του Μαξίμου με άρθρα που μερικές φορές υπέγραφαν δυο-δυο ακόμα και τρεις, προσπαθούσαν να μας πείσουν πόσο χρήσιμη είναι η παραπομπή στη Χάγη, αρά πόσο επιβεβλημένος είναι τώρα ο διάλογος και η ελληνοτουρκική προσέγγιση. Μόνο που δεν έκαναν τον κόπο να εξηγήσουν πόσο πιθανό είναι να υπογράψει η Ελλάδα με την Τουρκία συνυποσχετικό για την παραπομπή στη Χάγη, όταν δεν είναι σε θέση να πείσει την Αλβανία για το ίδιο θέμα, μια χώρα σαφώς ασθενέστερη από κάθε άποψη από την Τουρκία, και μάλιστα για ένα θέμα που έχει την πολυπλοκότητα του Αιγαίου, που επιβαρύνεται από τις τουρκικές διεκδικήσεις.
Τώρα βλέπουμε ότι μάλλον «στενεύει το παράθυρο ευκαιρίας», αφού στα πρακτικά της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης υπάρχει καταγεγραμμένος όλος ο κατάλογος των εθνικών διεκδικήσεων, με σαφείς απειλές, ειδικά στο θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου. Η καταγραφή έγινε κατά την ομιλία του Τούρκου υπουργού Άμυνας στην Επιτροπή του Προϋπολογισμού του υπουργείου του, στην Εθνοσυνέλευση.
Εκεί, όσον αφορά το περιστατικό της Κάσου τον Ιούλιο τόνισε ότι οι τουρκικές δυνάμεις εμπόδισαν το «Ιεvoli Relume» να κάνει έρευνες πόντισης καλωδίου πέραν των 6 ν.μ. στην «τουρκική υφαλοκρηπίδα» και ότι τελικά το ιταλικό πλοίο μπόρεσε να πραγματοποιήσει τις δραστηριότητές του αφού είπε «Ναι, αποδέχομαι τη δική σας περιοχή ευθύνης, μπορώ να έχω την άδειά σας;». Έτσι, ουσιαστικά αποδέχθηκε τη δικαιοδοσία της Τουρκίας στην εν λόγω περιοχή που είναι οριοθετημένη ελληνική ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα με συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Η Τουρκία διατείνεται ότι είναι τουρκική υφαλοκρηπίδα, επικαλούμενη το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο που δεν το έχει αναγνωρίσει ούτε η ίδια η Βουλή της Λιβύης.
Επειδή η αναφορά αυτή του Τούρκου υπουργού Άμυνας φέρνει σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, βγήκαν αμέσως διάφοροι επώνυμοι και ανώνυμοι να διακινήσουν το επιχείρημα ότι «δεν πρέπει να πιστεύουμε τους Τούρκους» και ότι δεν πρέπει να «πέφτουμε θύματα» της προπαγάνδας τους.
Ασφαλώς και δεν πιστεύουμε τους Τούρκους, απλώς παραθέτουμε τα γεγονότα που ζητούν απαντήσεις.
Στις 23 Ιουλίου 2024 λίγες ώρες μετά το επεισόδιο διπλωματικές πηγές ανέφεραν ότι το ΥΠΕΞ πραγματοποιεί επαφές σε όλα τα ενδεδειγμένα κανάλια επικοινωνίας προκειμένου να μην ξεφύγει και να αποσυμφορηθεί η κατάσταση και να ολοκληρωθούν χωρίς πρόβλημα οι έρευνες του «Ievoli Relume». Συγκεκριμένα, τονίστηκε ότι «λαμβάνουν χώρα οι δέουσες συνεννοήσεις ενόψει της ολοκλήρωσης της έρευνας, βάσει του υφιστάμενου προγραμματισμού».
Εμείς σε άρθρο μας στην παρούσα στήλη στις 28 Ιουλίου, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη καμία δήλωση Τούρκου αξιωματούχου, γράφαμε για το θέμα:
«Να σημειωθεί ότι με το τουρκολιβυκό μνημόνιο –το οποίο υπερασπίζεται με κάθε τρόπο και μέσο, των φρεγατών συμπεριλαμβανομένων, η Τουρκία– προσπαθεί να επιβάλει και να κατοχυρώσει de facto ότι τα ελληνικά νησιά, της Κρήτης συμπεριλαμβανομένης, δεν δικαιούνται ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, πέραν των 6 ν.μ. που είναι το όριο των χωρικών υδάτων.
»Ενώ η Τουρκία είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί και να επιβάλει, αν χρειαστεί ακόμα και με τη δύναμη των όπλων το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, η Ελλάδα με τη σειρά της πράττει ακριβώς το αντίθετο, δείχνοντας στην πράξη ότι δεν είναι διατεθειμένη να υπερασπιστεί και να επιβάλει την καθ’ όλα νόμιμη –με βάση το διεθνές δίκαιο– ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία.
»Αυτή η διαφορά πολιτικής έγινε εμφανέστατη στην κρίση που ξέσπασε στην Κάσο. Η Τουρκία έστειλε πέντε πολεμικά πλοία και δήλωσε προς όλες τις κατευθύνσεις ότι δεν πρόκειται να επιτρέψει στην Ελλάδα να ασκήσει τα νόμιμα κυριαρχικά της δικαιώματα σε περιοχή της οριοθετημένης ΑΟΖ με τη συμφωνία με την Αίγυπτο.
»Και η Ελλάδα επέλεξε την οδό της παραίτησης, για να ξεπεραστεί η κρίση. Μετά από τηλεφωνικές συνεννοήσεις μεταξύ Γεραπετρίτη–Φιντάν, επέτρεψε κατάβραδα στο ιταλικό πλοίο να ζητήσει από την Τουρκία έκδοση παράνομης NAVTEX, για να του επιτρέψουν τα τουρκικά πολεμικά να συνεχίσει την έρευνά του πέραν των χωρικών υδάτων της Κάσου, δηλαδή μέσα σε περιοχή “τουρκικής δικαιοδοσίας”, δηλαδή εντός περιοχής οριοθετημένης με το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Σημειώνεται ότι τη NAVTEX θα πρέπει να την ζήτησε το ιταλικό πλοίο με την άδεια του αναδόχου, που είναι ο ελληνικός ΑΔΜΗΕ, ενώ η Ελλάδα δεν αντέδρασε με την έκδοση αντι-NAVTEX στη συγκεκριμένη ενέργεια της Τουρκίας.
»Και μετά ακολούθησαν οι επισημότατες ευχαριστίες της Τουρκίας, δηλαδή του τουρκικού υπουργείου Άμυνας, τις οποίες δεν υιοθετούμε, αλλά παραθέτουμε για να βγάλουν οι αναγνώστες μας μόνοι τους τα συμπεράσματά τους: “Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τις ελληνικές και ιταλικές Αρχές για τον σεβασμό τους στη θαλάσσια δικαιοδοσία μας και τη συνεργασία τους”».
Το θέμα είναι ίσως από τα πιο σοβαρά που έχουν απασχολήσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά τις κρίσεις του 1976, το 1987 και του 1996 (Χόρα, Σισμίκ, Ίμια). Πρόκειται για ορατό κίνδυνο δημιουργίας τετελεσμένων και εξαιρετικά δυσάρεστα αποτελέσματα για την Ελλάδα και την Κύπρο – και πρέπει να δοθούν απαντήσεις:
Η Ελλάδα γιατί δεν εξέδωσε αντι-NAVTEX για να ακυρώσει την παράνομη NAVTEX της 23:44 ώρας της 23ης Ιουλίου 2024 που εξέδωσε η Τουρκία, μετά την έκδοση της οποίας εκτονώθηκε και η κρίση;
Στις 7 Ιουνίου η Διεύθυνση Δ1 του υπουργείου Εξωτερικών και η Επιτροπή Χορήγησης Ερευνών Θαλάσσης (ΕΧΑΕΘ), έπειτα από αίτημα του ΑΔΜΗΕ, έδωσαν άδεια για την εκτέλεση των ερευνών από το ιταλικό πλοίο «Ievoli Relume». Στη σχετική άδεια υπάρχει όρος που δεσμεύει την ιταλική εταιρεία σε θέματα αίτησης άδειας ερευνών στην οριοθετημένη ελληνική ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα;
Αν δεν υπάρχει, πρέπει να ζητηθούν ευθύνες και μάλιστα ποινικές από τους υπευθύνους. Αν υπάρχει, τότε η ιταλική εταιρεία παραβίασε τις οδηγίες και ζήτησε μόνη της άδεια από την Τουρκία.
Αν η ιταλική εταιρεία παραβίασε τις οδηγίες, γιατί η Ελλάδα συνεχίζει να συνεργάζεται μαζί της; Αν όχι, ποιος έδωσε την έγκριση από ελληνικής πλευράς στο ιταλικό πλοίο να ζητήσει άδεια από την Τουρκία; Αυτός θα πρέπει να λογοδοτήσει πολιτικά και ποινικά.