Ένα μικρό ελληνικό χωριό, με ορθόδοξες εκκλησιές και σχολείο όπου οι κάτοικοι ζούσαν από τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Ιδιαίτερη πατρίδα του φλογερού πατριώτη αρχιμανδρίτη Άνθιμου Παπαδόπουλου, το χωριό Καράκαγια (σήμερα Gökçepınar) στην περιφέρεια Αργυρούπολης μπορεί να μην υπέφερε όπως άλλα ελληνικά χωριά από τους Τούρκους αλλά με την υποχώρηση των Ρώσων από την περιοχή, το 1918, ουσιαστικά άδειασε. Αυτό αναφέρει σε άρθρο του στην Ποντιακή Ηχώ (1982) ο Νικόλαος Παπαδόπουλος από την Παναγίτσα της Έδεσσας.
Η «Ποντιακή Ηχώ» ήταν διμηνιαία έκδοση της Αδελφότητος Ποντίων «Η Παναγία Γουμερά», που εκδιδόταν έως το 1985, με εποπτεύοντα σύμβουλο και υπεύθυνο συντάξεως τον δρ Ανδρέα Μεταλλίδη.
≈
Το Καράκαγια της Χαλδίας
Το Καράκαγια ήταν ένα μικρό ελληνικό χωριό της επαρχίας Αργυρούπολης του νομού Τραπεζούντας. Είχε 50 ελληνικές οικογένειες και δύο εκκλησίες, του Άγιου Θεόδωρου και του Άγιου Γεώργιου. Είχε ακόμα και ένα παρεκκλήσι, του Προφήτη Ηλία. Σ’ όλα τα παραπάνω λειτουργούσε ο μοναδικός εφημέριος του χωριού, ο παπα Γεώργιος.
Το χωριό είχε τέσσερις μαχαλάδες, που είχαν τις ονομασίες Ουλού Γαλά Γενίκεη, Τεξενά, Κετσά Κιολσέ και Πιάκον. Είχε δύο βρύσες για την ύδρευση των κατοίκων του και ένα μπακάλικο, το οποίο ανήκε στον Ιωάννη Κωνσταντινίδη, θείο του γράφοντα.
Είχε ένα ελληνικό σχολείο με 45 μαθητές και με δάσκαλο τον Αργυροπουλίτη Ιωάννη, του οποίου το επίθετο δεν το θυμάμαι.
Υπήρχαν στο χωριό δύο βουνά, το βουνό του Προφήτη Ηλία, με υψόμετρο 800 μέτρα και «Τη προτώρη το ρασίν», με υψόμετρο 600 μέτρα. Υπήρχε και ένα μικρό ποτάμι που περνούσε μέσα από το χωριό.
Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, η δε ιδιόκτητη γη κάθε οικογένειας ήταν γύρω στα 25 στρέμματα.
Οι αγροτικές ασχολίες γίνονταν με τα μέσα της εποχής εκείνης, λ.χ. με βόδια, με ξύλινα αλέτρια και με «τουκάνα». Παράλληλα με τη γεωργία οι κάτοικοι του χωριού εκτρέφανε και αρκετά ζώα. Κάθε οικογένεια είχε εκτός από τα δύο βόδια που χρησιμοποιούσε για τις γεωργικές δουλειές της και μια αγελάδα και 60 αιγοπρόβατα περίπου. Διέθετε δε το χωριό για τα ζώα του εκτεταμένες βοσκές, 10.000 στρέμματα περίπου, που βρίσκονταν στις τοποθεσίες: «Σπήλαιον Προφήτη Ηλία», «Τη πεκονή το ρασίν» και «Τα πέραν τα παΐρα». Διέθετε ακόμα και δάση που βρίσκονταν στην τοποθεσία «Τα κουμούλια τα τεξία», που είχαν έκταση 5.000 στρέμματα περίπου. Παρ’ όλα αυτά όμως υπήρχε και ένας μικρός αριθμός συγχωριανών μας, γύρω στα 20 άτομα, που μετανάστευσαν στη Ρωσία.
Στο χωριό υπήρχε και ένα κάστρο, «Το Γαλάν», του οποίου όμως την ιστορία δεν τη γνωρίζω.
Την ψυχαγωγία του χωριού την πρόσφεραν ένας λυράρης και 3 ζουρνατζήδες συγχωριανοί μας, οι οποίοι παρευρίσκονταν σε όλες τις γιορτές, τους γάμους και τα γλέντια.
Οι προύχοντες του χωριού μας ήταν οι Ιωάννης Παπαδόπουλος, Ιωάννης Αποστολίδης και Τριαντάφυλλος Τριανταφυλλίδης. Μορφωμένοι δε και πλέον αξιόλογοι συγχωριανοί μας ήταν ο αρχιμανδρίτης Άνθιμος Παπαδόπουλος, ο οποίος υπήρξε και συντάκτης του Ιστορικού Λεξικού της Εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού, και ο παπα Ιάκωβος Παπαδόπουλος.
Το πλησιέστερο ελληνικό χωριό ήταν τα Κοτύλια, που απείχε από το Καράκαγια 3 ώρες περίπου με τα πόδια.
Γεγονότα δεν έγιναν στο χωριό μας, ούτε υποφέραμε από τους Τούρκους όπως άλλα χωριά.
Φύγαμε όμως το 1918 στη Ρωσία, ύστερα από την υποχώρηση των Ρώσων από την περιφέρεια της Αργυρούπολης και από εκεί ήρθαμε με την ανταλλαγή στην Ελλάδα. Μας πήγανε πρώτα στην Αίγινα και ύστερα στον Πειραιά και από εκεί στη Μακεδονία και μας εγκατέστησαν οριστικά στο χωριό Παναγίτσα Εδέσσης, όπου ζούμε από τότε.
Δυστυχώς φεύγοντας από την πατρίδα μας δεν μπορέσαμε να πάρουμε πολλά πράματα, εκτός δε από ένα Ευαγγέλιο, έναν Απόστολο, ένα Ωρολόγιον, έναν ξύλινο σταυρό και μερικά άμφια που φέραμε και παραδώσαμε στην εδώ εκκλησία μας, κανένα άλλο κειμήλιο δεν καταφέραμε να πάρουμε μαζί μας.
Νικόλαος Παπαδόπουλος