«Βίβλο του ποντιακού ελληνισμού» είχε χαρακτηρίσει, το 1993, ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος το εμβληματικό έργο του Πόντιου δημοσιογράφου και συγγραφέα Δημήτρη Ψαθά Γη του Πόντου. Είναι απίστευτο, αλλά με το πέρασμα των 10ετιών και ενώ σήμερα συμπληρώνονται 45 χρόνια από το θάνατο του Ψαθά, ο χαρακτηρισμός του Σμυρνιού ακαδημαϊκού φαίνεται όλο και πιο ακριβής.
Στο βιβλίο αυτό αποτυπώνεται με νοσταλγικό τρόπο η καθημερινότητα στην Τραπεζούντα και αποκαλύπτονται γεγονότα που τεκμηριώνουν τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, αλλά και τα όσα ακολούθησαν μέχρι την επιστροφή των ξεριζωμένων –όσων τα κατάφεραν– στην Ελλάδα.
Με αφορμή την επέτειο του θανάτου του, αναδημοσιεύουμε απόσπασμα για τη δύσκολη και πολυήμερη επιστροφή των Σανταίων στους τόπους τους, τον Νοέμβριο του 1922.
≈
Στην αρχή το μήνυμα φάνηκε απίστευτο. Να πάνε στην Ελλάδα; Αχνό χαμόγελο χάραξε τα ρημαγμένα πρόσωπα, γιατί η Ελλάδα φεγγοβολούσε στην ψυχή τους σαν ένας τόπος μαγικός, σαν όνειρο. Πόσο, όμως ακριβά πληρωμένο εκείνο το άγγιγμα του ονείρου!… Έπρεπε ν’ αφήσουν τα προγονικά τους χώματα, τη γη που πότισαν με δάκρυα και ιδρώτα αιώνων. Αλλά δεν είχαν το δικαίωμα της εκλογής.
Έτσι ξεσηκώθηκαν τ’ απομεινάρια του πληθυσμού, απο τους μακρυνούς τόπους της εξορίας, ερείπια ανθρώπων, άντρες που είχαν χάσει τις γυναίκες τους, γυναίκες που είχαν χάσει τους άντρες, παιδιά που είχαν χάσει τις μανάδες και τους πατεράδες, χιλιάδες ορφανά, πλήθος σκελετωμένο απ’ τις κακουχίες και τα βάσανα, σκιές ανθρώπων, τυραννισμένων, που ανασχηματιζόντουσαν ξανά σε καραβάνια εξαθλιωμένα για να πάρουν και πάλι με τα πόδια τους ατελείωτους, πολυήμερους δρόμους του γυρισμού.
Απ’ την Τοκάτη, απ’ το Ερζερούμ, απ’ το Ερζιγκιάν, απ’ το Διαρεβερκίρ απ’ το Χούνους, απ’ την Κασταμονή, από τα Άδανα, απ’ την Σεβάστεια, απ’ το Ικόνιο, απ’ όλα τα μακρυνά χωριά της ενδοχώρας της Τουρκιάς, από τις πόλεις και τις κωμοπόλεις, όπου επιζούσαν οι σκιές των εξορίστων, κρυμμένες και χαμένες πίσω απ’ τα πανύψηλα βουνά, βλέπαν και πάλι τους τζανταρμάδες να τους ξεσηκώνουν.
Χαμένα τα σπίτια τους. Καμμένα τα χωριά τους. Κλεμμένο το βιος τους. Σπαρμένα τα κόκκαλα των αγαπημένων τους στα βουνά, στις λαγκαδιές, στις στράτες, στα ποτάμια.
Έπρεπε, όμως, να ξεκινήσουν όσοι μείναν, μανάδες με τα παιδιά τους, γυναίκες με τους άντρες τους, κι’ άλλοι έρημοι και μόνοι. Συχνά από τους δέκα μιας οικογένειας είχε απομείνει μόνο ένας. Και όχι σπάνια, κανένας.
Πολλές περιγραφές υπάρχουν για την τραγωδία της επιστροφής. Αλλά μια και παρακολουθήσαμε τους Σανταίους στους τόπους της εξορίας τους, ας δούμε την επιστροφή τους – αντιπροσωπευτική είναι η περιγραφή για ό,τι άρχισε και συνεχιζόταν εκείνη την εποχή σ’ ολόκληρο τον Πόντο.
«Τον Νοέμβρη του 1922 ειδοποίησαν οι τουρκικές Αρχές τους εξόριστους ότι είναι ελεύθεροι να επιστρέψουν στην Τραπεζούντα ή όπου αλλού θέλουν, αρκεί να υποβάλλουν δηλώσεις για τον τόπο της προτίμησής τους. Όλοι οι Σανταίοι έκαναν δηλώσεις για την Τραπεζούντα κι’ έτσι η επιστροφή τους έγινε ομαδική. Τα περισσότερα γυναικόπαιδα της Σάντας βρισκόντουσαν στο Ερζιγκιάν, κι’ άλλα στο Χούνους. Αυτά είχαν τις περισσότερες περιπέτειες στον γυρισμό.
»Την πρώτη μέρα που ξεκίνησαν πέρασαν απ’ τα μνήματα των νεκρών τους. Τα περισσότερα ήσαν αδειανά, γιατί οι λυκοι ξέθαψαν τα πτώματα.
»Η κάθε γυναίκα γονάτιζε στο μνήμα των αγαπημένων της νεκρών και άρχιζε τα μοιρολόγια… Επί τέλους η συνοδεία προχώρησε. Το κρύο φοβερό. Έπεφτε πυκνό χιόνι. Ανάμεσα στο πλήθος υπήρχαν και 8 αξιολύπητα παιδιά από το Ζουρνατσάντων, 8-10 χρόνων, που είχαν μείνει τελείως ορφανά. Μερικοί εξόριστοι απ’ το Χούνους δήλωσαν ότι είναι πατεράδες των παιδιών αυτών και έτσι τα ορφανά βρήκαν κοντά τους προστασία κι’ όσες φορές δεν μπορούσαν να προχωρήσουν τα βοηθούσαν.
»Το βράδυ έφτασαν σ’ ένα Κιζιλμπάσικο χωριό και αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν εκεί. Εκείνη τη νύχτα έπεσε χιόνι 50 πόντους και το πρωί που ήθελαν να εξακολουθήσουν την πορεία πάλι χιόνιζε. Πήραν, παρ’ όλα αυτά, τον ανήφορο όλα τα γυναικόπαιδα, βουτηγμένα ως τον λαιμό στο χιόνι και κάνοντας ολόκληρη την μέρα 15 χιλιόμετρα κατάφεραν να φτάσουν μόλις στην κορυφή του βουνού. Χρειαζόταν να πεζοπορήσουν άλλα 20 χιλιόμετρα στην αντίθετη πλευρά του βουνού για να βρουν χωριά. Όλη τη νύχτα πάλευαν με το χιόνι περπατώντας. Κατά τα μεσάνυχτα η πένθιμη συνοδεία άφησε κοντά σ’ ένα γεφύρι έναν τρελλό από το Πιστοφάντων. Αυτόν τον φορτώθηκε ως εκεί η μητέρα του, αλλά παράλυσαν οι δυνάμεις της… Τέλος κατά τα ξημερώματα έφτασαν σ’ ένα μικρό χωριό. Ήταν περίπου 1000 οι εξόριστοι και τους τακτοποίησαν οι χωροφύλακες στα εκατό σπίτια του χωριού…
»Μισοπεθαμένο απ’ το κρύο το πλήθος συνέχισε το πρωί την πορεία του κι’ ύστερα από δυο άλλες εξαντλητικές ημέρες έφτασε σ’ ένα άλλο χωριό αντίκρυ στο Χασάν Καλέ. Την άλλη μέρα άρχισαν ν’ ανεβαίνουν το βουνό με τις ατέλειωτες στροφές κι ‘ απ’ την κορφή του αντίκρυσαν το Ερζερούμ σκεπασμένο με παχύ στρώμα χιονιού. Η χαρά τους ήταν μεγάλη γιατί ξέραν ότι εκεί θα έβλεπαν τους γνωστούς και συγγενείς τους. Πράγματι όταν κατέβηκαν στο Ερζερούμ μερικοί αντάμωσαν τα παιδιά τους, άλλοι τις γυναίκες τους. Τους περίμενε, όμως, ακόμα η σκληρότερη πορεία 15-20 ημερών για να φτάσουν μέχρι την Τραπεζούντα. Μια μέρα μείναν ελεύθεροι στο Ερζερούμ και την άλλη πάλι δρόμος, μέσα στα χιόνια και την παγωνιά.
»Ύστερα από λίγες μέρες έφτασαν στην Βαϊβούρτη. Πέρα απ’ την Βαϊβούρτη οι χωροφύλακες αντικαταστάθηκαν με άλλους ασυνείδητους και άσπλαχνους που ζητούσαν αφορμή να βασανίσουν τους εξόριστους στον δρόμο. Ύστερα από ταλαιπωρίες 10 ημερών έφτασαν στο Τζεβιζλήκ, όπου μέσα σε λίγες μέρες συγκεντρώθηκαν όλα τα γυναικόπαιδα της Σάντας. Στο Τζεβιζλήκ έρριξαν τους άντρες στους στρατώνες που ήσαν τελείως ακατάλληλοι για την διαμονή ανθρωπίνων υπάρξεων. Εκεί ταλαιπωρήθηκαν άλλες 5 ημέρες και τέλος κατέβηκαν στην Τραπεζούντα και σκορπίσαν στα ελληνικά σπίτια της Δαφνούντας».
Η ίδια αυτή εικόνα ολούθε –να σέρνωνται χιλιάδες άνθρωποι προς τις παραθαλάσσιες πόλεις όπου θα ερχόντουσαν τα καράβια απ’ την Ελλάδα γι ανα τους παραλάβουν. Κι’ αυτό κρατούσε επί μήνες– μέχρι και το 1924 ακόμα συνεχιζόταν το μαρτύριο γιατί ήταν να μεταφερθή κοντά ενάμισυ εκατομμύριο κόσμος σκορπισμένος σ’ όλη τη Μικρασία.