Στην ίδρυση του «Μαντηλάδικου-Μουσείου Σταμπωτού Υφάσματος», στο κτήριο της π. Βιοτεχνίας Ελληνικών Μαντηλιών (ΒΕΜ) στο Μεταξουργείο προχωρά το υπουργείο Πολιτισμού (ΥΠΠΟ).
Η αποκατάσταση του κτηρίου, ιδιοκτησίας του ΥΠΠΟ, έχει συνολικό προϋπολογισμό 7.600.000 ευρώ και ορίζοντα ολοκλήρωσης το τέλος του 2025, ενώ το «Μαντηλάδικο» θα λειτουργήσει ως παράρτημα του Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού (ΜΝΕΠ).
Η ιστορία της Βιοτεχνίας Ελληνικών Μαντηλιών άρχισε στη Σύρο, το 1879 με την οικογένεια Οικονομόπουλου. Το 1898, η ΒΕΜ μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στο οικόπεδο Πλαταιών 38 και Σφακτηρίας, όπου και λειτούργησε αδιάλειπτα, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ΄90.
Το 1995, ως σύνολο -το ακίνητο με τον μηχανολογικό και κινητό του εξοπλισμό- χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το ΥΠΠΟ.
Αναβίωση της παραδοσιακής τεχνικής
Όπως σημείωσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, «ο μηχανολογικός εξοπλισμός και τα αντικείμενα –μήτρες, μοναδικά σχέδια, πατροπαράδοτες συνταγές και μαντίλια βαμμένα με το μαύρο, ανεξίτηλο χρώμα, της ανιλίνης- που έχουν διασωθεί, συνθέτουν ένα ξεχωριστό παραδοσιακό τεχνικό σύνολο που συντηρείται και αναδεικνύεται ολιστικά και με τη χρήση σύγχρονων εποπτικών μέσων. Ο νέος πολιτιστικός και μουσειακός χώρος, θα αποτελέσει κυψέλη ανάδειξης και αναβίωσης της παραδοσιακής τεχνικής στην παραγωγή σταμπωτών μαντηλιών, ενώ η χωροθέτηση ενός νέου πολιτιστικού κυττάρου στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας συνεισφέρει ουσιαστικά στην αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής».
Στο πλαίσιο των πρόδρομων εργασιών στις εγκαταστάσεις του βιοτεχνικού συγκροτήματος, εντοπίστηκαν τμήματα του κινητού εξοπλισμού και εγκαταστάσεις που είχαν διατηρηθεί στον χώρο του εργοστασίου, όπως στεγνωτήριο, βαφείο, γραφείο, χημείο, ραφείο, χώρος αποθήκευσης με την ένδειξη «αρχείο», απλωτήριο και εσωτερική αυλή.
Η κεντρική ιδέα που διατρέχει το μουσειολογικό σκεπτικό είναι η εξέλιξη της τυποβαφικής τέχνης στον ελληνικό χώρο, με αφορμή την αφήγηση της ιστορίας της ΒΕΜ, πλαισιωμένη με παράλληλες δράσεις στους αντίστοιχους χώρους του κτηριακού συγκροτήματος.
Συγχρόνως αναδεικνύεται και η συμβολή της στη διαφύλαξη και αναζωογόνηση της τυποβαφικής τεχνογνωσίας, σύμφωνα και με τις αρχές της Σύμβασης της UNESCO.
Έκθεση με επτά ενότητες
Η έκθεση διαρθρώνεται σε επτά ενότητες που περιλαμβάνουν την υποδοχή, την ιστορία της βιοτεχνίας και της εμπορικής δραστηριότητάς της, την παρουσίαση των μεθόδων παραγωγής, των πρώτων υλών, των μηχανικών μέσων αλλά και του κτηριακού κελύφους, την ιστορία και τις χρήσεις του μαντηλιού, και τέλος μια εκτενή αναφορά στα σχέδια των μαντηλιών. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στα μοτίβα που φιλοτέχνησε ο Γιάννης Τσαρούχης, έπειτα από προτροπή της Δώρας Στράτου.
Προβλέπονται, επίσης, η δημιουργία:
1. Απτικής διαδρομής, ώστε να υπάρχει πρόσβαση στο μουσείο από άτομα με μειωμένη όραση, με τρισδιάστατες κατόψεις του κτηρίου και των χώρων εργασίας, ανάγλυφα σχέδια μαντηλιών και πληροφορίες γραμμένες σε Braille,
2. Πωλητηρίου, με αντικείμενα εμπνευσμένα από τα εκθέματα και τα μοτίβα του Μουσείου,
3. Εργαστηρίου χειροτεχνίας του υφάσματος και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αίθουσας πολλαπλών χρήσεων για διαλέξεις, εικαστικές εκδηλώσεις και εκδηλώσεις μόδας,
4. Χώρου για ερευνητές,
5. Χώρου εστίασης,
6. Χώρου προβολών (ταινιών, ντοκιμαντέρ), στην ταράτσα.