«Μετά τη μάχη στο Μαντζικέρτ, το 1071, μεγάλες περιοχές της Μικράς Ασίας είχαν περάσει σε οθωμανικό έλεγχο και σταδιακά έχασαν σε σημαντικό βαθμό την ελληνική γλώσσα και απειλούνταν με αφανισμό η ιδιαίτερη ταυτότητα των γηγενών Ελλήνων Ορθοδόξων χριστιανών. Γι’ αυτούς το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναδείχθηκε κιβωτός σωτηρίας, αποδεικνύοντας στην πράξη ότι η θρησκεία μπορεί να βαραίνει περισσότερο στη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας από ότι η γλώσσα», επισήμανε ο επικεφαλής της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας (ΔΣΟ), βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας Μάξιμος Χαρακόπουλος, μιλώντας με την ακαδημαϊκή ιδιότητα του διδάκτορα Κοινωνιολογίας και του ερευνητή της Ιστορίας του Μικρασιατικού Ελληνισμού στο Γ’ Επιστημονικό Συνέδριο Μνήμης Μικρασιατικού Ελληνισμού, της Εκκλησίας της Ελλάδος, στην αίθουσα Πολιτιστικών Εκδηλώσεων του Συνοδικού Μεγάρου.
Ο Μ. Χαρακόπουλος στην εισήγησή του ανέλυσε το θέμα «Η προσπάθεια των κεμαλικών για τη δημιουργία Τουρκορθόδοξης Εκκλησίας και ο ρόλος του παπα-Ευθύμ».
Ξεκινώντας την ομιλία του συνεχάρη στο πρόσωπο του μητροπολίτη Δημητριάδος Ιγνατίου την Εκκλησία της Ελλάδος, καθώς και τον πρόεδρο της Επιστημονικής Επιτροπής καθηγητή Εμμανουήλ Βαρβούνη, για τη διοργάνωση των επιστημονικών συνεδρίων Μνήμης του Μικρασιατικού Ελληνισμού σε συνέχεια αυτών για την Ελληνική Επανάσταση, ενώ αφιέρωσε την εισήγηση στον Κωνσταντινουπολίτη διπλωμάτη και ακαδημαϊκό Αλέξη Αλεξανδρή, «τον οποίο πρόσφατα χάσαμε – πρωτοπόρο σκαπανέα της έρευνας για τον εγχείρημα του παπα-Ευθύμ, και ευρύτερα για τον ελληνισμό της Ανατολής».
Ίδρυση «Τουρκορθόδοξης Εκκλησίας» από τους κεμαλικούς
Ο βουλευτής, και συγγραφέας του βιβλίου Ρωμιοί της Καππαδοκίας, εξήγησε ότι «με στόχο την αποδυνάμωση του Πατριαρχείου, οι κεμαλικές Αρχές υποβοήθησαν με κάθε τρόπο τον τουρκόφωνο, έγγαμο ιερέα από το Ακ νταγ Μαντέν, παπα-Ευθύμ Καραχισαρίδη, στην ίδρυση Τουρκορθόδοξης Εκκλησίας της Ανατολής με έδρα αρχικά την Καισάρεια και από το 1924 την Κωνσταντινούπολη.
»Παράλληλα, ο φόβος του διαμελισμού της Μικράς Ασίας, μετά την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη και την εμφάνιση αυτονομιστικών τάσεων στους γηγενείς ελληνικούς και αρμενικούς πληθυσμούς, οδήγησε τον θεωρητικό του τουρκικού εθνικισμού Σεμσετίν Σαμί, να ισχυριστεί ότι και οι χριστιανοί της Ανατολής είναι Τούρκοι.
»Οι Τούρκοι προσπάθησαν να αποτρέψουν την αναγνώριση της ελληνικότητας των τουρκόφωνων ορθοδόξων της Ανατολής γιατί αυτό θα έδινε ηθικό έρεισμα στην προέλαση του ελληνικού στρατού στη μικρασιατική ενδοχώρα, καθώς θα θεωρούνταν απελευθερωτικός στρατός».
Οι επιθέσεις κατά του Πατριαρχείου
Ο δρ Χαρακόπουλος σημείωσε ότι μετά το τραγικό τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας «o παπα-Ευθύμ κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου με την ενθάρρυνση των κεμαλικών επιχείρησε και κατάληψη του πατριαρχικού μεγάρου δύο φορές.
»Αρχικώς, στις 2 Οκτωβρίου 1923 όταν με τους υποστηρικτές του καταλαμβάνει το Πατριαρχείο και διατάζει την Ιερά Σύνοδο να εκθρονίσει τον Μελέτιο. Αυτή συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του, ενώ διαγράφονται έξι μέλη της, των οποίων οι μητροπόλεις είναι εκτός Τουρκίας. Σε αυτές τις ώρες απόγνωσης το Πατριαρχείο –στο οποίο και μητροπολίτες όπως ο Ροδοπόλεως Κύριλλος επιδιώκουν την εύνοια του παπα-Ευθύμ– τον στέλνει ως αποκρισάριο στην Άγκυρα και μάλιστα με μηνιαίο μισθό 500 τουρκικές λίρες. Ο παπα-Ευθύμ πηγαίνει στην Άγκυρα αλλά η κεμαλική κυβέρνηση δεν τον αναγνωρίζει.
»Στις 6 Δεκεμβρίου 1923 ο μητροπολίτης Χαλκηδόνος Γρηγόριος εκλέγεται Πατριάρχης, και ο παπα-Ευθύμ στις 7 Δεκεμβρίου καταλαμβάνει με τη βοήθεια Τούρκων ξανά το Πατριαρχείο και ανακοινώνει ότι θα παραμείνει στο Φανάρι έως ότου διεξαχθούν νέες εκλογές. Μάλιστα, κατά την κατάληψη έγιναν άγριες βιαιοπραγίες, εδάρησαν κληρικοί, ενώ οι ασχήμιες κορυφώθηκαν, σύμφωνα με την μελέτη του Μητροπολίτη Μύρων Χρυσοστόμου, όταν “για προσωπική αγαλλίαση χρησιμοποιήθηκε ακόμα και μέρος του οίνου που είχε προορισμό τη Θεία Μετάληψη”. Όμως, μετά από δύο ημέρες, η αστυνομία τον εκδιώκει και η Άγκυρα αναγνωρίζει την εκλογή του Γρηγορίου.
»Τον Φεβρουάριο του 1924, ο παπα-Ευθύμ καταλαμβάνει την εκκλησία της Παναγίας της Καφατιανής στον Γαλατά, όπου εγκαθιστά το Τουρκορθόδοξο Πατριαρχείο, ενώ το 1926 καταλαμβάνει και την εκκλησία του Σωτήρος Χριστού. Έπειτα από αυτά αφορίζεται από την Εκκλησία».
Αφού αναφέρθηκε στη δράση του παπα-Ευθύμ τις επόμενες δεκαετίες, ο Μάξιμος Χαρακόπουλος ανέφερε ότι «πέθανε το 1968 και επιβλήθηκε η ταφή του, όπως και των γιων του, να γίνει σε περίοπτη θέση στο ρωμαίικο κοιμητήριο του Σισλί. Στον τάφο του είναι χαραγμένα τα λόγια που φέρεται να είπε ο Κεμάλ: “Ο παπά-Ευθύμ προσέφερε σε αυτή τη χώρα όσο ένας στρατός”».
Ο επικεφαλής της ΔΣΟ κατέληξε λέγοντας ότι «ο αείμνηστος δάσκαλός μου Νεοκλής Σαρρής μου είχε διηγηθεί ότι στην Πόλη λεγόταν πως όταν ψυχορραγούσε ο παπα-Ευθύμ αναφωνούσε τουρκιστί “αφ, άφ, συγχώρεση, συγχώρεση”. Οι Ρωμιοί δεν τον συγχώρεσαν ποτέ».