Διαβάζοντας κανείς το γενεαλογικό δέντρο του Τάκη Μηλιάδη, που γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 102 χρόνια (1922), σίγουρα σκέφτεται πως μιλάμε για έναν ηθοποιό που μεγάλωσε μέσα στο θέατρο, άρα μοιραία ακολούθησε αυτόν το δρόμο. Δεν ήταν όμως έτσι ακριβώς τα πράγματα – τουλάχιστον στην αρχή.
Κρατήστε σημειώσεις για την οικογένειά του:
Ο πατέρας του, Νίκος Μηλιάδης, και η μητέρα του, Μαρίκα Ανθοπούλου, ήταν δημοφιλείς πρωταγωνιστές του μουσικού θεάτρου. Επίσης η γιαγιά του, Μάγδα Κομνηνού, ήταν τραγουδίστρια της όπερας, ενώ ηθοποιοί του μουσικού θεάτρου ήταν ο αδελφός τού πατέρα του, αλλά και η πρώτη σύζυγος του πατέρα του, Ανθή Μηλιάδη, η οποία σκοτώθηκε στη Λούτσα το 1952, στη διάρκεια γυρισμάτων, όταν το αυτοκίνητο που την μετέφερε πάτησε μια ξεχασμένη από τον πόλεμο νάρκη. Όπως ήταν λογικό, θα ήταν παράταιρο να ξεφύγει από την υποκριτική και ο Τάκης Μηλιάδης. Αυτό το γνώριζαν οι δικοί του, και είχαν λάβει τα μέτρα τους.
Ο γιατρός της σκηνής
Οι γονείς του λοιπόν, που ήξεραν από πρώτο χέρι τι σημαίνει να είσαι ηθοποιός –ακόμη και πετυχημένος– στην Ελλάδα, τον ώθησαν να γίνει γιατρός, και μάλιστα με μεγάλη πίεση. Τελικά τα κατάφερε και πέρασε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, δεν ξεστράτισε όμως από το ριζικό του και πάτησε το σανίδι μετά την παρότρυνση του Κωστή Μπαστιά, τότε διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά και του Δημήτρη Ροντήρη.
Η Ιατρική γίνεται παρελθόν ελαφρά τη καρδία, η Κατοχή μαίνεται, και το 1944 ο νεαρός Τάκης Μηλιάδης κάνει τρελή επιτυχία στην επιθεώρηση Γουέλκαμ, με το θίασο Άννας & Μαρίας Καλουτά και Ορέστη Μακρή.
Η επιτυχία του στο μουσικό θέατρο, το ταλέντο του στο τραγούδι, θα τον καταστήσουν αγαπημένο πρωταγωνιστή, ενώ το 1952 οι αδελφές Καλουτά θα τον βαφτίσουν «Σεβαλιέ».
Ήταν τότε που τραγούδησε μαζί τους, σε ένα κοντσέρτο τους στο Παρίσι, όπου βρισκόταν και ο διάσημος Γάλλος ηθοποιός και τραγουδιστής Μορίς Σεβαλιέ, ο οποίος ενθουσιάστηκε από τον νεαρό Έλληνα συνάδελφό του.
Οι δύο όψεις
Με τον κινηματογράφο οι σχέσεις του ήταν τυπικές. Μπορεί στο θέατρο να έφτασε μέχρι και να συγκροτήσει θίασο και να γίνει πρωταγωνιστής, στο σινεμά όμως έπαιξε μπάλα ως δευτεραγωνιστής. Είτε στις ταινίες του καλού του φίλου Θανάση Βέγγου είτε σε ρόλο gay. Στο δεύτερο προηγήθηκε λίγα χρόνια από τον Σταύρο Παράβα, φυσικά αναπαράγοντας τα γκροτέσκ πρότυπα που είχε ο κόσμος για εκείνους τους χαρακτήρες, τότε.
Υπάρχει μάλιστα και ένας μύθος που θέλει σε μια ταινία να ξεκινάει ως gay και στο φινάλε να αλλάζει ο χαρακτήρας και να γίνεται straight, με τη δικαιολογία ότι υποδυόταν τον gay για επαγγελματικούς λόγους.
Παρ’ όλα αυτά οι ρόλοι ουδόλως τον επηρέασαν στην προσωπική του ζωή. Στο ελληνικό θέατρο των δεκαετιών του ’50 και του ’60 μπορεί να υπήρχαν οι ζεν πρεμιέ, οι γόητες, οι πρωταγωνιστές, αλλά την καλύτερη φήμη ως εραστές την είχαν οι κωμικοί. Ένας από αυτούς ήταν και ο Τάκης Μηλιάδης.
Ο ηθοποιός παντρεύτηκε τρεις φορές.
Αρχικά την Μπέτυ Μοσχονά, με την οποία φλέρταραν για πολλά χρόνια, αλλά μόλις παντρεύτηκαν χώρισαν, όπως είχε πει η ίδια σε συνέντευξή της. Έμειναν φίλοι και αγαπημένοι ως το τέλος του. Ο δεύτερος γάμος του ήταν με την Παρασκευή Κόλλια, με την οποία απέκτησε τον γιο του Μάριο (ο πρώτος Μηλιάδης που έσπασε την παράδοση και δεν ασχολήθηκε με το θέατρο). Ο τρίτος γάμος ήταν με την επίσης συνάδελφό του Σάσα Καζέλη.
Με την τελευταία γνωρίστηκαν το 1964 στην παρουσίαση της ελληνικής εκπομπής της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας.
Το άδικο φινάλε
Αν και λάτρευε το θέατρο, ήταν ένας άνθρωπος πολυτάλαντος, πανέξυπνος και εργατικός. Έτσι δούλεψε και λίγο σε διαφήμιση, ραδιόφωνο, αλλά και σε μεταγλωττίσεις κινουμένων σχεδίων και στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Στην τελευταία γνώρισε προσωπική επιτυχία ως καθηγητής Βικ στη σειρά «Ο δρόμος».
Στο θέατρο ανακοίνωσε ότι αποσύρεται και ότι η τελευταία του παράσταση θα ήταν το 1976 με το έργο Ένας βουλευτής σήμερα, στο θέατρο «Παππά», επικεφαλής θιάσου με τη Γωγώ Ατζολετακη και τη Γεωργία Βασιλειάδου (επίσης στην τελευταία της εμφάνιση). Όμως το 1980 εμφανίστηκε εκτάκτως στο έργο της Μαριέτας Ριάλδη Ωχ, στο θέατρο «Μινώα» – μια επιλογή που έδειχνε πόσο ανοιχτόμυαλος άνθρωπος ήταν και δεν δίσταζε να δοκιμαστεί σε κάτι διαφορετικό.
Δυστυχώς, τον Απρίλιο του 1985, κι ενώ ταξίδευε με το αυτοκίνητό του, είχε ένα τροχαίο ατύχημα έξω από τα Γιάννενα που αρχικώς δεν φαινόταν σοβαρό. Παρά ταύτα, δύο ημέρες μετά, στις 14 Απριλίου, αφού είχε διαγνωστεί με πολλαπλά κατάγματα, άφησε την τελευταία του πνοή, βυθίζοντας στο πένθος τους συναδέλφους αλλά και το κοινό που αγάπησε τον κομψότατο ηθοποιό που ως έφηβος, κρυφά από τους γονείς του, πήγαινε με φίλους του καλλιτέχνες σ’ έναν φούρνο που είχε πιάνο κι εκεί αυτοσχεδίαζε, μεταμφιεζόταν κι έπαιζε ρόλους που προκαλούσαν τα ασυγκράτητα γέλια των θεατών.
Γιατί οι ταλαντούχοι και ξεχωριστοί άνθρωποι, πάντα αφήνουν το στίγμα τους και δεν ξεχνιούνται.
Σπύρος Δευτεραίος