Ένα μοναδικό σχολείο όπου η εκπαίδευση ήταν ταυτόσημη με τη διάπλαση γυναικών με ευρεία μόρφωση και ευρωπαϊκή κουλτούρα, οι οποίες ωστόσο την ίδια στιγμή διατηρούσαν ανόθευτη την ελληνική τους ταυτότητα και την αγάπη τους για την πατρίδα. Το Ομήρειον Παρθεναγωγείον Σμύρνης (1881-1922) –η αρχική επωνυμία Ελληνικόν Παρθεναγωγείον Σμύρνης άλλαξε το 1886 προς τιμήν του Ομήρου– ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα από τη «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης», με πρωτοβουλία του Παύλου Αθηνογένη και του Διονυσίου Μαρκοπούλου.
Για τη θέση της διευθύντριας προτάθηκε η Αρσακειάδα Ελένη Λουίζου που είχε κάνει σπουδές στο εξωτερικό.
Την πρόταση έκανε ο επίτιμος γραμματέας και σύμβουλος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Χρήστος Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς, που είχε μικρασιατικές ρίζες από τη Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας. Έτσι η Λουίζου έγινε η πρώτη και μοναδική διευθύντρια του Ομήρειου. «Επί σαράντα και πλέον χρόνια ήταν η ψυχή και η ήρεμη δύναμη τού ιστορικού αυτού σχολείου. Με την οξυδέρκεια και την εργατικότητά της και με το κατάλληλο πρόγραμμα κατόρθωσε οι “Ομηρειάδες”, όπως ονομάζονταν οι μαθήτριες τού σχολείου, να μιλούν άριστα Γαλλικά και Αγγλικά, χωρίς αυτό να αποβαίνει εις βάρος της ελληνικής τους παιδείας», σημειώνει η φιλόλογος-ιστορικός Παναγιώτα Ατσαβέ, σε άρθρο της για τα σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.
Το Ομήρειον Παρθεναγωγείον Σμύρνης εγκαινιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 1881 και το Νοέμβριο του 1886 καταστράφηκε από πυρκαγιά. Το νέο σχολικό κτήριο χτίστηκε στον ίδιο οικόπεδο και ένα διπλανό που αγοράστηκε για να γίνει επέκταση, σε σχέδια του Σμυρνιού αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Λάτρη. Ήταν πολύ μοντέρνο για την εποχή, με το μάρμαρο να επικρατεί παντού. Οι αίθουσες διδασκαλίας ήταν ευρύχωρες και εξοπλισμένες με διπλούς πίνακες που «με μια περιστροφική κίνηση έδιναν την δυνατότητα στον καθηγητή να χρησιμοποιεί τέσσερις επιφάνειες γραφής». Στην αίθουσα τελετών υπήρχαν οι προτομές του Ομήρου, του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Ρήγα Φεραίου. Στη βιβλιοθήκη του υπήρχαν περισσότερα από 10.000 βιβλία.
Η ανακαίνιση του κτηρίου αλλά και η φήμη που είχε ήδη αρχίσει να αποκτά, προσέλκυσαν σχεδόν όλες τις Ελληνίδες μαθήτριες της Σμύρνης οι οποίες πλέον δεν στρέφονταν στα ξένα εκπαιδευτήρια αλλά και άλλων εθνοτήτων καθώς στο παρθεναγωγείο δεν γινόταν κανενός είδους προσηλυτισμός.
«Το Ομήρειο, σε έμψυχο και σε άψυχο υλικό, ήταν εφάμιλλο με τα καλύτερα παρθεναγωγεία τής Ευρώπη. Ήταν στην ουσία ίδρυμα εθνικό και όχι ιδιωτικό. Το διοικούσε 10μελές ισόβιο συμβούλιο, που αρχικά αποτελείτο από τους ιδρυτές του και αργότερα από τους διαδόχους που οι ίδιοι υποδείκνυαν. Το συμβούλιο λογοδοτούσε κάθε χρόνο στον μητροπολίτη Σμύρνης και στον γενικό πρόξενο τής Ελλάδας.
Ο ετήσιος προϋπολογισμός του ανερχόταν σε 10.000 χρυσές λίρες και καλυπτόταν από τα δίδακτρα και τα τροφεία.
»Κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή η αξία τού ακινήτου και των εγκαταστάσεών του ξεπερνούσε τις 50.000 χρυσές λίρες. Με την απελευθέρωση τής Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό, το κτήριο επιτάχθηκε και σε αυτό εγκαταστάθηκαν για μικρό χρονικό διάστημα Έλληνες στρατιώτες», αναφέρεται στο βιβλίο Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία της Μ. Βαϊάννη.
Το Ομήρειον Παρθεναγωγείον Σμύρνης ήταν 11τάξιο, αντιμετωπιζόταν ως ισότιμο με το Αρσάκειο και ήταν αριστοκρατικό σχολείο.
Σε αυτό φοιτούσαν περίπου 250 μαθήτριες, οι «Ομηρειάδες». Οι απόφοιτες έπαιρναν πτυχίο δασκάλας και γίνονταν δεκτές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών χωρίς εξετάσεις.
Οι «Ομηρειάδες» διδάσκονταν έξι γλώσσες (ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά και αρμένικα), θρησκευτικά, φιλοσοφικά, γραμματολογία (αρχαία και νέα), μαθηματικά, ιστορία, γεωγραφία, φυσική, χημεία, φυσική ιστορία, κοσμογραφία, μουσική, φωνητική, χορός, ιχνογραφία, εργόχειρα και γυμναστική.
Υποχρεωτική ήταν η εκμάθηση της γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, της φωνητικής και της μουσικής.
Οι μαθήτριες έπρεπε οπωσδήποτε να κάνουν μάθημα μουσικής και γυμναστικής. Ο εκκλησιασμός, η ανάγνωση τού Ευαγγελίου και η προσευχή κατείχαν σημαντική θέση στο πρόγραμμα των μαθητριών που προετοιμάζονταν και για τα οικογενειακά τους καθήκοντα.
Το Παρθεναγωγείο καταστράφηκε για δεύτερη φορά το 1922. Οι πρόσφυγες από τη Σμύρνη που βρήκαν καταφύγιο στη Νέα Σμύρνη Αττικής, το αναβίωσαν λίγα χρόνια μετά. Ιστορική συνέχεια του «Ομηρείου» αποτελεί το σημερινό 2ο Γυμνάσιο Νέας Σμύρνης.
Πηγές