Κορίτσι και αγόρι ζουν τα νιάτα τους στα ελπιδοφόρα 60s μέσα στον μαγικό κόσμο του θεάτρου. Μια μεγάλη φιλία μεταλλάσσεται σ’ έναν έρωτα και σχέση ζωής. Ένας γάμος υπερπετυχημένος, ένα ζευγάρι που δεν χωρίζει ούτε επί σκηνής και ένα παιδί που συμπληρώνει την ευτυχία τους. Μόνο που μια ασθένεια διαλύει σχεδόν τα πάντα εκτός από την αγάπη που ακόμα και οι αριθμοί ενισχύουν.
Ωραίο σενάριο ε; Μόνο που στην αληθινή ζωή, τα πράγματα είναι πολύ πιο ζόρικα. Και εδώ μιλάμε για την περίπτωση της Μαρίας Μπονέλου. Της γυναίκας της ζωής του Σωτήρη Μουστάκα που ξεκίνησε ελπιδοφόρα, επένδυσε στην οικογένεια και δικαιώθηκε. Μόνο που στην αυγή του 21ού αιώνα όλα αλλάζουν δραματικά. Η ζωή της ηθοποιού τα είχε όλα, ακόμα και φινάλε οδυνηρό.
Και εγένετο ενζενί
Τέλη δεκαετίας ’50 και νεαρό κορίτσι με ξεχωριστά χαρακτηριστικά μπαίνει στη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου. Το παρουσιαστικό και το στιλ της παραπέμπουν περισσότερο σε Αγγλίδα της εποχής, που άλλωστε είχε και ρίζες από εκεί –και από την Τζιά. Τα χρόνια της σχολής έχουν πολλά όνειρα, πολύ δουλειά, αλλά και έναν κολλητό από την Κύπρο, που τα λένε όλα.
Η Μαρία Μπονέλου κάνει το ντεμπούτο της στο σανίδι και συγκεκριμένα στο Ηρώδειο, το 1962, στο έργο Βασιλεύς Ροδολίνος του Ι. Α. Τρωίλου. Αλλά και στο σινεμά ξεκινάει με μια δραματική ταινία το Αμόκ του Ντίνου Δημόπουλου. Μόνο που στην πορεία θέατρο και κινηματογράφος εκμεταλλεύονται –με την καλή έννοια– το ευρωπαϊκό φιζίκ και την έφεση που έχει κυρίως στις κομεντί και αρχίζει να παίρνει τέτοιους ρόλους. Με, κατά καιρούς, μικρές διαφοροποιήσεις όπως όταν υποδύθηκε τη σνομπ νεαρή στην Ωραία του κουρεά που ερωτεύεται τον πλούσιο αλλά εντελώς άξεστο Χρόνη Εξαρχάκο.
Είναι νέα λοιπόν, όμορφη, σε ανοδική τροχιά τι άλλο θέλει; Έναν έρωτα που προκύπτει με τον κολλητό και συμμαθητή της στη δραματική Σωτήρη Μουστάκα, που πλέον τη βλέπει αλλιώς και εκείνη το ίδιο.
Οι μεγάλες αποφάσεις
Βρισκόμαστε στο 1972-73 και το νέο ζευγάρι ετοιμάζεται να παντρευτεί. Και μάλιστα η αναγγελία γίνεται με ένα χαριτωμένο και πρωτότυπο για τα δεδομένα της εποχής τρόπο.
Και ο γάμος γίνεται το 1973.
Και ύστερα από λίγο η ευτυχία συμπληρώνεται με την κόρη τους Αλεξία. Και είναι τότε που εκείνη παίρνει την απόφαση να βάλει την καριέρα της σε δεύτερη μοίρα και να αφοσιωθεί στην οικογένειά της. Ήταν μια απόφαση που πάντοτε τη μνημόνευε εκείνος σε συνεντεύξεις του. Το ζευγάρι μοιράστηκε τα πάντα, ακόμα και τις σκοτεινές στιγμές όπως τον εθισμό εκείνου στον τζόγο που έφτασε μέχρι και να τον απαγάγουν. Αλλά και τις βιντεοκασέτες που γύρισε για να ξεχρεώσει και που τις θεωρούσε τη μαύρη σελίδα στην καριέρα του.
Από ένα σημείο και μετά εκείνη έπαιζε σχεδόν αποκλειστικά μαζί του. Και εκεί αποκαλύφτηκε και το ταλέντο της στην επιθεώρηση. Γιατί το ταλέντο ποτέ δεν κρύβεται ακόμα και όταν περνάει η καριέρα σε δεύτερη μοίρα.
Η αρχή του τέλους
Το 2000, κατά τη διάρκεια της συμμετοχής της στην επιθεώρηση Μιλένιουμ 2000 στο θέατρο Περοκέ, ξεκίνησαν προβλήματα χρόνιας ασθένειας, καθώς διαγνώστηκε με Αλτσχάιμερ με αποτέλεσμα να σταματήσει τις επαγγελματικές της εμφανίσεις.
Ξεκινάει ο Γολγοθάς πατέρα και κόρης. Όταν ο Μουστάκας είναι πάνω στη σκηνή μεγαλουργεί. Όταν τελειώνει, υπήρχαν και φορές που έβαζε τα κλάματα. Η κοινότητα του θεάτρου και των μέσων ενημέρωσης γνώριζε το δράμα του, αλλά δεν μαθεύτηκε τίποτα. Το 2004 εκείνος μαθαίνει ότι πάσχει από καρκίνο. «Μου είχε πει για τον καρκίνο, αλλά ήταν καθησυχαστικός. Μου έλεγε ότι τα πράγματα πάνε καλά. Μάλιστα, ήταν να πάμε εκείνο το καλοκαίρι περιοδεία για δεύτερη χρονιά με τον Πλούτο και συζητούσαμε γι’ αυτό», είχε εξομολογηθεί η κόρη τους Αλεξία Μουστάκα. Από την άλλη ο πατέρας της όταν έκλεινε περιοδείες είχε όρο στο συμβόλαιο να παίρνει άδεια κάθε τρεις μέρες για να είναι κοντά στη Μαρία του. «Τα τελευταία χρόνια πιστεύω πως με αναγνώριζε, αλλά δεν μπορούσε να μιλήσει. Θυμάμαι, πήγαινα στο δωμάτιό της και της έλεγα ό,τι μου κατέβαινε στο κεφάλι, έτσι για να την αφυπνίσω λίγο. Μετά έβγαινα έξω από το δωμάτιο κι έβαζα τα κλάματα», εξομολογείται η Αλεξία.
Στις 7 Ιουνίου 2007 φεύγει εκείνος. Η Μαρία δεν μπορεί ούτε στην κηδεία του Σώτου της –όπως τον αποκαλούσε– ενώ λίγο αργότερα μεταφέρεται σε ειδική κλινική στη Λάρισα. Εκεί, σαν σήμερα το 2007 αφήνει την τελευταία της πνοή. Τρεις μήνες μετά από εκείνον. Όση ήταν και η διαφορά ηλικίας που είχαν.
Σπύρος Δευτεραίος