Γεννήθηκε στην Αθήνα, και πιο συγκεκριμένα στην πλατεία Αμερικής, το 1931, τότε που εκείνες οι περιοχές θεωρούνταν κοσμικές. Ληξιαρχικά είχε την ηλικία των εγχώριων συναδέλφων της που έστησαν το ακόμα και σήμερα κραταιό σταρ σίστεμ.
Όμως η Αλίκη Γεωργούλη ήταν ξεχωριστή, δεν μπορούσε να μπει σε καλούπια ούτε σε σχεδιαγράμματα καριέρας.
Ενδεικτικός είναι ο τίτλος της αυτοβιογραφίας της, που επιμελήθηκε η νύφη της Μανίνα Ζουμπουλάκη: Από τον Λένιν… στον Βερσάτσε. Ήταν βαθιά αριστερή στην ιδεολογία της –και με αποδείξεις–, αλλά και μια γυναίκα με στιλ και φινέτσα. Και όπως θα έλεγε και ο λαός, «έκανε τον άνεμο κουβάρι». Τρανή απόδειξη, το Θέατρο «Αποθήκη» που έστησε μόνη της, και οι υπόλοιποι την θεωρούσαν θηλυκό Δον Κιχώτη.
Για τα μέτρα των δεκαετιών που έζησε και έδρασε, η Αλίκη Γεωργούλη έζησε και δημιούργησε σαν αντισυμβατική. Αλλά το έκανε με στιλ και χωρίς κραυγές.
Συνοικία Αλεξανδράκης
Από μικρή είχε το άστρο της υποκριτικής και έγινε η πρώτη μαθήτρια στη σχολή του Δημήτρη Ροντήρη, στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, αφού είχε απορριφθεί από Τέχνης και Εθνικό. Αμέσως μετά συμμετείχε στο θέατρο, διαλέγοντας πάντα ποιοτικούς και καλούς ρόλους.
Πρωτοεμφανίστηκε στη θεατρική σκηνή το 1953 στο έργο Ο άνθρωπος του διαβόλου. Συνεργάστηκε πολλές φορές με τον Μάνο Κατράκη και με τον Αλέκο Αλεξανδράκη, με τον οποίο ερωτεύτηκαν παράφορα και τελικά παντρεύτηκαν το 1956.
Για εκείνη ήταν ο ένας και μοναδικός γάμος που έκανε, για εκείνον ο τρίτος από τους τέσσερις.
Η συνύπαρξή τους προκάλεσε πολλά γούστα, ενώ με τη μιντιακή αγνότητα της εποχής, σήμερα μόνο μπορεί να γελάσει κανείς, αφού πολλοί, με υπογραφή ή όχι, υποστήριζαν ότι η Γεωργούλη τον οδήγησε στον κομμουνισμό.
Και εκεί γύρω στα 1960 ήταν που η Γεωργούλη έπεισε τον Αλέκο Αλεξανδράκη να γυρίσουν το φιλμ Συνοικία το όνειρο. Μια ταινία μύθος, κλασική σήμερα αν και πετσοκομμένη, που όμως δείχνει και τη βαρβαρότητα των κρατούντων εκείνης της εποχής. Οι δυο τους θέλανε να δείξουν και την άλλη πλευρά της χώρας που φυσικά δεν είχε αποτυπωθεί παρά ελάχιστες φορές και αυτές στιγμιαία Η γειτονιά που επιλέγεται είναι η παραγκούπολη του Ασυρμάτου –σε αυτό το σημείο ήταν ο ασύρματος των Γερμανών στην Κατοχή–, ανάμεσα σε Φιλοπάππου και Άνω Πετράλωνα.
Φροντιστής και διευθύντρια παραγωγής ήταν η Αλίκη Γεωργούλη και για τις ανάγκες της ταινίας έγινε κανονικό προσκλητήριο αριστερών.
Το σενάριο συνέγραψαν ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης και ο συγγραφέας Κώστας Κοτζιάς. Τη μουσική υπέγραφε ο Μίκης Θεοδωράκης, ενώ στα ίδια φρονήματα ήταν και οι ηθοποιοί που έπαιζαν. Από την Αλέκα Παΐζη μέχρι τον Μάνο Κατράκη.
Η ταινία σήκωσε θύελλα στο δύσκολο μετεμφυλιακό φόντο και χαρακτηρίστηκε ως φιλμ κομμουνιστικής προπαγάνδας. Λογοκρίθηκε μάλιστα, αφού στην ειδική προβολή για τους μορφωτικούς ακολούθους των πρεσβειών στο «Ράδιο Σίτυ», ένας αστυνόμος κατέβασε τον γενικό διακόπτη στην καμπίνα του μηχανικού!
Οι συντελεστές της ταινίας επισκέφθηκαν αμέσως μετά την Ελένη Βλάχου στα γραφεία της Καθημερινής και της αφηγήθηκαν το περιστατικό. Εκείνη πήρε αμέσως τηλέφωνο τον Καλατζάκο, υπουργό Δημόσιας Τάξης, και οργισμένη τον έβρισε! Πάντως ο σάλος συνεχίστηκε. Μάλιστα δόθηκαν αυστηρές διαταγές απαγόρευσης σε επαρχιακές πόλεις, και γίνονταν επεισόδια μεταξύ θεατών και αστυνομίας, όπου κι αν προβαλλόταν.
Και μπορεί η ταινία να βραβεύτηκε και να θεωρείται πλέον κλασική, αλλά ο Αλεξανδράκης δεν άντεξε να δει το έργο του πετσοκομμένο. Και επειδή το ζευγάρι ήταν και παραγωγοί, βίωσαν μια μεγάλη οικονομική καταστροφή – και όχι μόνο, αφού οι διαμάχες οδήγησαν στο διαζύγιο. Μάλιστα, λέγεται ότι δεν ξαναμίλησαν από τότε. Ειρωνεία της τύχης: Η τελευταία ταινία που γύρισαν μαζί λεγόταν Ο θρίαμβος.
Νέα γυναίκα, μόνη
Λίγο αργότερα γνωρίζεται με τον πολίστα Πέτρο Καλφαμανώλη και προκύπτει ο γιος τους, ο Γιώργος, ένας από τους καλύτερους φωτογράφους των τελευταίων δεκαετιών. Προκύπτει όμως και η χούντα. Και εκείνη, για ένα μεγάλο διάστημα, λόγω των αριστερών πολιτικών της φρονημάτων, δεν μπόρεσε να εργαστεί ως ηθοποιός, αλλά προκειμένου να βιοποριστεί η ίδια και η οικογένειά της εργάστηκε ως μεταφράστρια θεατρικών έργων και καθηγήτρια υποκριτικής.
Η επιστροφή της στο χώρο γίνεται με μια σπουδαία ταινία: Τον Θίασο του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Εκεί ξεκινάει μια νέα καριέρα αλλά και μια νέα ζωή αφού γίνεται ζευγάρι με τον σπουδαίο διευθυντή φωτογραφίας Γιώργο Αρβανίτη. Και η συνέχεια είναι πάλι με τον Αγγελόπουλο, και τους Κυνηγούς.
Όσοι θυμούνται την ταινία, σίγουρα δεν έχουν ξεχάσει τον φοβερό μονόλογό της μέσα στο αυτοκίνητο.
Η Γεωργούλη λοιπόν συστήνεται εκ νέου στον κόσμο και το χώρο, όμως δεν ήταν το άτομο που περίμενε το τηλέφωνο να χτυπήσει. Αποφασίζει να πάρει και να φτιάξει –κυριολεκτικά– με τα χέρια της, την τύχη της.
Προς Ψυρρή
Για τους νεότερους αναγνώστες, η αθηναϊκή θεατρική πιάτσα στα τέλη της δεκαετίας του 1970, αρχές του ’80, επικεντρωνόταν στο κέντρο της πόλης. Το πιο ακραίο σημείο που υπήρχε θέατρο ήταν η Αγίου Κωνσταντίνου (το Εθνικό). Και μπορεί π.χ. στη Νέα Υόρκη ή το Λονδίνο να ήταν της μόδας οι underground σκηνές, όμως στη χώρα μας αυτό ήταν κάτι σαν ανέκδοτο.
Η Γεωργούλη, όπως έκανε σχεδόν σε όλη της την ζωή, παίρνει την τύχη στα χέρια της.
Και επειδή ούτε τα όνειρά της ούτε τα οικονομικά της την τοποθετούσαν στην Σταδίου ή την Αμερικής και την Πανεπιστημίου, κατεβαίνει προς του Ψυρρή που τότε ήταν μια περιοχή με βιοτεχνίες και ολίγον κακόφημη. Βρίσκει ένα εργοστάσιο ξυλείας και το μετατρέπει σε θέατρο. Όχι τόσο απλά βέβαια, αφού χρειάστηκε να βρει χρήματα και η ίδια κουβάλησε πολύ τελάρο. Η πιάτσα φυσικά την αποκαλούσε τρελή, όταν όμως μετά το Θέατρο «Αποθήκη» έγινε must, όλοι την εξυμνούσαν.
Στην πορεία όχι απλώς δικαιώθηκε, αλλά στην ουσία άλλαξε εντελώς την εγχώρια θεατρική πιάτσα που πλέον φτάνει μέχρι του Ρέντη. Το πρώτο έργο που ανέβασε και γνώρισε τεράστια επιτυχία ήταν το Όλο σπίτι, κρεβάτι, εκκλησία της Φράνκα Ράμε και του Ντάριο Φο. Φυσικά δεν υπήρχαν μόνο επιτυχίες, και η Γεωργούλη ως επιχειρηματίας βρέθηκε πολλές φορές σε οικονομικό αδιέξοδο. Όμως ήταν μια γυναίκα που δεν είχε μάθει να καταθέτει τα όπλα.
Ήταν «δύσκολος άνθρωπος» όπως λένε, και παράλληλα «μεγάλη καλλιτέχνης». Πιστή στα οράματά της, είχε μάθει να τα κυνηγάει μέχρι τέλους.
Επιγραμματικά, η Γεωργούλη έζησε μια φυσιολογική ζωή. Μάλιστα πρόλαβε να δει και τον εγγονό της, τον Πέτρο. Έφτιαξε και το ησυχαστήριο της στο Μεταξοχώρι στη Λάρισα, ενώ έζησε μια ζωή περιτριγυρισμένη από ανθρώπους που αγαπούσε. Απλώς το έζησε με τον δικό της μοναδικό και φινετσάτο τρόπο.
Αφού ξεπέρασε αρκετές οικονομικές δυσκολίες, η Αλίκη με πάθος και πείσμα κατάφερε να αγοράσει έναν δικό της χώρο στου Ψυρρή και να δημιουργήσει το Θέατρο «Αποθήκη», που στέγασε τα θεατρικά της όνειρα. Λίγα χρόνια αργότερα έγραψε τη βιογραφία της, που αποκάλυψε αφώτιστες πτυχές της ζωής και της καριέρας της. Η μεγάλη αυτή ηθοποιός απεβίωσε στις 25 Ιουλίου 1995 από καρκίνο.
Σπύρος Δευτεραίος