«Εμπρολάτες της ποντιακής λογοτεχνίας», ο Παντελής Η. Μελανοφρύδης ήταν μια σπουδαία προσωπικότητα στρατευμένη, μεταξύ άλλων, και στον αγώνα για τη διάσωση της ποντιακής διαλέκτου στον προφορικό και γραπτό λόγο.
Γεννημένος στις 22 Ιουλίου 1885 στην Άδυσσα της Αργυρούπολης του Πόντου, ο πολυγραφότατος ο Παντελής Μελανοφρύδης αποτύπωσε στο χαρτί ήθη και έθιμα, στοιχεία της ποντιακής λαογραφίας, αναφέρθηκε σε πρόσωπα και προσωπικότητες εκ Πόντου, ενώ άλλοτε «έδεσε» την πραγματικότητα με τη φαντασία και έφτιαξε υπέροχα κείμενα στην ποντιακή διάλεκτο για τη διάσωση της οποίας αγωνιούσε.
Ενδιαφέρον είχε ακόμα και μια σειρά άρθρων του με τίτλο Ιατροσόφιον του Πόντου που δημοσιεύονταν στην Ποντιακή Εστία. Σταχυολογούμε μερικά γιατροσόφια από το τεύχος 67, του 1955. Πού ξέρετε, μπορεί να χρειαστούν…
≈
Ούνταν έμπαιν’ ο ήλον ‘ς σο κηφάλ’ (ηλίασις)
- Έβραχταν πανία ‘ς σ’ οξύδ’ κι’ εθήκναν ‘ς σο κηφάλν’ ατ’.
- Έβραχταν πανία ‘ς σο ξύγαλαν.
Ούντας καίει ο ήλον τ’ απάν τ’ αρθωπού και γίνταναι γεράδας, έλειφταν ατά γάλαν γαι ‘θόγαλαν.
Μέθυσμαν (μέθη)
- Έδιναν ατόν κι’ έπινεν έναν ποτήρ’ ελάδ’. Επεκεί εδίναν ατόν κρομμύδ άψετον και γαβάν σχέτον. Το πολλά το μεθύσ’ έλεγαν: «εκόλτσεν ατόν το ρακίν».
- Τσιμάνα ασά τσέφα εθήκναν ‘ς σην κοιλίαν ατ. Επότιζαν ατόν ζουμίν ασ’ αλογού τα φουσκία, για αλυμίδ’.
Τα κούτσας (μηρμυκία=κότσια)
Τα κούτσας έλεγαν γίντανε ουντάς μετράς την νύχταν τα άστρα. Έδεναν ατά σπιχτά με το βομπάκ’ και ύστερα το βομπάκ’ εβάλναν α σο χώμαν κι’ έλεγαν «άμον το σέπεται το βομπάκ’ να σέπεται κι’ η ρίζα τη κούτσας». Σείτα έδεναν το βομπάκ’ έλεγαν το τροπάδ’ «εξηγόρασας ημάς» εκ της κατάρας του νόμου κτλ.» Ολόερα πα με το μελάν’ εποίναν έναν τζιζίν’.
Μούτσα (λειχήν)
Έγραφταν α με το μελάν. Την Τετράδ’ και την Παρασκευήν αγνέστικα έγραφταν την μούτσαν. Εσύρναν ολόερα έναν τζιζίν και σ’ ημέσ’ απέσ’ εζωγράφιζαν έναν σταυρόν. Σείτα έγραφταν α έλεγαν το «Θεοτόκε Παρθένε» και το «Εξηγόρασας ημάς».
Π. Η. Μελανοφρύδης
• Πηγή: Ποντιακή Εστία, 1955, τεύχ. 67.
• Σημ.: Έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του πρωτότυπου.