Ο Ιούνιος πήρε την ονομασία του όπως όλοι οι υπόλοιποι μήνες, από τους Ρωμαίους. Η θεά Ήρα στα λατινικά λεγόταν Juno και έτσι ο μήνας που ήταν αφιερωμένος σε αυτήν πήρε το όνομά της – Juno, στ’ αγγλικά June, στα ελληνικά Ιούνιος. Είναι ο αντίστοιχος του Σκιροφοριώνα στο αττικό ημερολόγιο. Σε αυτό το μήνα συντελείται το θερινό ηλιοστάσιο, αφού η 21η Ιουνίου είναι η μεγαλύτερη ημέρα του έτους.
Στον Πόντο, την πατρίδα των κερασιών, ο μήνας που τα δέντρα ήταν κατάφορτα λεγόταν πώς αλλιώς, Κερασινός!
Από τον Πόντο ο τραγανός αυτός καρπός εξαπλώθηκε σε όλη την οικουμένη, αφού κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο ο Λικίνιος Λούκουλλος, ο γνωστός για τα «λουκούλλεια» γεύματα του, καλοφαγάς Ρωμαίος αυτοκράτορας, τα μετέφερε στη Ρώμη τον 1ο αι. ως «τρόπαια» μετά από τη νίκη του επί του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη.
Στον νόστιμο καρπό μάλλον οφείλει το όνομά της και η Κερασούντα –η οποία ιδρύθηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα από αποικιστές της Σινώπης–, αφού στην περιοχή υπήρχε πληθώρα τέτοιων δέντρων. Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, η Κερασούντα οφείλει την ονομασία της στο σχήμα της γεωγραφίας της περιοχής, το οποίο μοιάζει με κέρας (κέρατο) και ους (αυτί).
Ο περίφημος καρπός δεν έδωσε μόνο το όνομά του στον μήνα Ιούνιο, αλλά και σε όσες κοπέλες είχαν σαρκώδη κόκκινα χείλη. Έτσι όποια νεαρή Πόντια είχε τα… απαραίτητα προσόντα λεγόταν «κερασόχειλος».
«Έρθεν ο Κερασινόν και ο ήλεν καντηλίζ’, η εγάπ’ γλυκύν κεράσ’, τ’ εμόν την κάρδιαν βουρλίζ’»
δηλαδή: «Ήρθε ο Ιούνιος και ο ήλιος λάμπει, η αγάπη σαν γλυκό κεράσι καίει την καρδιά μου», τραγουδούσαν οι ερωτευμένοι/ες Πόντιοι/ες.
Κερασινέσιν έλεγαν οι παλαιοί εμούν ό,τι παράγονταν στο μήνα αυτόν (π.χ. κερασινέσιν βούτουρον). Το αχλάδι που ωρίμαζε τον Ιούνη το έλεγαν κερασινάπιν (κερασινός+άπιον, αρχαίο ουσιαστικό που σημαίνει αχλάδι).
Οι αγελάδες ήταν μεγάλο κεφάλαιο της αγροτικής οικονομίας και ως εκ τούτου σημαντικό στοιχείο του «βίου», δηλαδή της έμβιας περιουσίας των Ποντίων, γι’ αυτό και όσες γεννιόταν τον Ιούνιο στα παρχάρια συνήθως έφεραν το όνομα Κεράσα ή Κερασία.
Οι μεγάλες εορτές του Κερασινού
Μέσα στον Ιούνιο, τον Κερασινό των Ποντίων, έπεφτε η μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής, της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος, του τρίτου προσώπου της ομοουσίου Αγίας Τριάδος, στους Αποστόλους του Ιησού Χριστού.
Κατά τη μεγάλη αυτή εορτή του χριστιανισμού, 50 ημέρες από την Ανάσταση, οι μαθητές του Χριστού έλαβαν Άγιο Πνεύμα και τους χαρίστηκε το χάρισμα της γλωσσολαλιάς ώστε να διαλαλήσουν στην οικουμένη το Ευαγγέλιο. Η ημέρα αυτή θεωρείται η γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας μας, αφού μετά το κήρυγμα του Αποστόλου Πέτρου βαφτιστήκαν 3.000 άτομα.
Αργότερα, ο άλλος κορυφαίος Απόστολος της Εκκλησίας μας, ο Παύλος, έγραφε στις επιστολές του προς τους χριστιανούς: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε», όσοι δηλαδή βαφτιστήκατε στο όνομα του Χριστού έχετε ενδυθεί τον ίδιο τον Χριστό, ευαγγελικό λόγο που ακούμε στο μυστήριο της βάφτισης και έχουμε ως ευλογία στη ζωή μας όλοι οι βαφτισμένοι χριστιανοί.
Η μεγάλη Αποστολική γιορτή των πρωτοκορυφαίων Πέτρου και Παύλου εορτάζεται στις 29 Ιουνίου – 29 τη Κερασινού, όπως έλεγαν οι δικοί μας στον Πόντο, και πολλοί Πόντιοι φέρουν τα ονόματα αυτά αφού ήταν αγαπημένα και συνήθη στην Πατρίδα.
Εκείνη την ημέρα έβγαιναν να γιορτάσουν στα παρχάρια, τόσο ο αστικός όσο και ο αγροτικός πληθυσμός του Πόντου. Όσοι ήταν στο γνωστό παρχάρι των Κοτυώρων, το Τσάμπασιν (τραγούδι: «Εκάεν το Τσάμπασιν») περπατούσαν μία ώρα δρόμο για να φτάσουν στο χωριό Ίνταλα όπου γινόταν πανηγύρι με νταούλια και ζουρνάδες, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα Άκογλου στα Λαογραφικά των Κοτυώρων.
Μέσα στο μήνα αυτόν η Εκκλησία μας τιμάει το γενέθλιο του πιο ιερού ανθρωπίνου προσώπου μετά την Παναγία, του Άγιου Ιωάννη του Προδρόμου. Το γενέθλιο του Βαφτιστή εορτάζεται στις 24 Ιουνίου, και λόγω της γειτνίασης της ημερομηνίας με τις θερινές τροπές του ηλίου, παντού στην Ελλάδα, όπως και στον Πόντο, άντρες, γυναίκες και παιδιά πηδούσαν μικρές φωτιές με σκοπό να μείνουν αλώβητοι από το κακό.
Το έθιμο αυτό, σύμφωνα με τον Φαίδωνα Κακουλέ, έχει τις ρίζες του στην ελληνική αρχαιότητα. Μετέπειτα το πήραν και οι Ρωμαίοι και γύρισε πίσω αντιδάνειο στην εποχή του Βυζαντίου. Τον 7ο αι. η Εκκλησία στην Εν Τρούλλω Σύνοδο απαγόρευσε τη συνήθεια αυτή ως ειδωλολατρική, παρ’ όλα αυτά όμως το έθιμο επιβίωσε.
Σύμφωνα με την Έλσα Γαλανίδου-Μπαλφούσια, όποιο έθιμο είχε να κάνει με φωτιές η Εκκλησία το θεωρούσε ειδωλολατρικό και θύραθεν κατάλοιπο. Τον 15ο αι. ο μοναχός και θεολόγος Ιωσήφ Βρυέννιος ανάγει ως αιτία όλων των κακών που ενέσκηψαν στη χιλιόχρονη αυτοκρατορία στο γεγονός «ότι κληδόνας ποιούμεν και υπεραλλόμεθα των πυρκαϊών».
Η λέξη κλήδονας είναι αρχαία και προέρχεται από την ομηρική κληδών που σημαίνει μαντικό σημάδι, επομένως η επίσημη Εκκλησία δεν θα μπορούσε ποτέ να παραδεχτεί και να εντάξει στην παράδοσή της ένα τέτοιο έθιμο. Νά όμως που ο λαός το διατήρησε για χιλιάδες χρόνια και το «πάντρεψε» με την ορθόδοξη παράδοση, αφού το έθιμο του άλματος πάνω από μικρές εστίες φωτιάς είναι συνυφασμένο με την γιορτή του Αϊ-Γιάννη το καλοκαίρι.
Του Αγιλουτρούπ στην Τραπεζούντα, του Αελουτρουπί στη Χαλδία –σύνθετη λέξη, από το άγιος και το ηλιοτρόπιο, το ηλιακό ωρολόγιον, όπως μας πληροφορεί ο μεγάλος μας λεξικογράφος Άνθιμος Παπαδόπουλος–, ήταν μεγάλη γιορτή.
Στήνονταν μικρές αυτοσχέδιες φωτιές στους δρόμους των χωριών και των πόλεων του Πόντου, τις οποίες πηδούσαν για αποκατάσταση της υγείας τους, για καθαρμό αλλά και για τύχη. Επίσης λειτουργούσε και έως ένα είδος «διαβατηρίου», αφού το πέρασμα πάνω από τη φωτιά σηματοδοτούσε όχι μόνο το πέρασμα από την μια ηλιακή περίοδο στην άλλη, αλλά και από μια κατάσταση της ζωής, πιθανώς στάσιμη ή μη ευνοϊκή, σε άλλη πιο ελπιδοφόρα!
Στη Σινώπη, σύμφωνα με τον καθηγητή Λαογραφίας Γεώργιο Μέγα, νέοι που ξενυχτούσαν παραμόνευαν στα σοκάκια για να πιάσουν κάποιον άνθρωπο που ξεκινούσε την ημέρα του για να πάει στην δουλειά του και αφού τον έσερναν με το ζόρι μέχρι τη θάλασσα τον πετούσαν με τα ρούχα μέσα, εκτός κι εάν αυτός τους έταζε κάποιο κέρασμα για να γλιτώσει την πρωινή… ψυχρολουσία.
Σύμφωνα με τον ίδιο λαογράφο, στην Οινόη μικρά παιδιά έριχναν βότσαλα, τα λεγόμενα λαλάτζια, στα σπίτια τραγουδώντας «Τρόπου, τρόπου ήλιε, που γυρίζουν τα λαλάτζια, σ’ εμέτερα και σ’ εσέτερα». Αυτό το μικρό τελετουργικό σηματοδοτούσε και την έναρξη των θαλάσσιων λουτρών στις παραθαλάσσιες περιοχές, γιατί στα ορεινά του Πόντου τα μικρά Ποντιόπουλα ούτε… ζωγραφιστή δεν είχαν δει τη θάλασσα.
Ο Ιούνιος μήνας λέγεται και Θεριστής από άκρου εις άκρον της Ελλάδας, καθώς στα τέλη του γίνεται ο θερισμός των σιτηρών. Ευχόμαστε λοιπόν ολόψυχα στους αγρότες μας να έχουν μια πλούσια και καλοπούλητη σοδειά! Καλό μας μήνα!
Αλεξία Π. Ιωαννίδου