Άρτα τέλη δεκαετίας ’60. Ο Νίκος Ρίζος είναι σε καλοκαιρινές διακοπές στη γενέτειρα του και φυσικά γίνεται χαμός από τους ντόπιους που τον λάτρευαν. Όπως βρίσκεται στην πλατεία του χωριού, εντοπίζει έναν πιτσιρικά που τον κοιτάζει επίμονα. Ο ηθοποιός ξέρει για ποιο λόγο –ο μικρός θέλει να δει ποιος από τους δυο είναι ψηλότερος–, αλλά το διασκεδάζει. Τον ρωτάει αυστηρά «Θες κάτι ρε πιτσιρίκο»; Ο μικρός ψαρώνει και ετοιμάζεται να φύγει τρέχοντας. Ο Ρίζος σκάει στα γέλια, αγκαλιάζει τον μικρό και τον κερνάει και μια πορτοκαλάδα στο καφενείο του χωριού.
Ένας από τους… μύθους του παλιού ελληνικού κινηματογράφου είναι πως ο ίδιος ο Ρίζος, όταν ο τίτλος μιας ταινίας ή ενός θεατρικού δεν του άρεσε, φρόντιζε να υπάρχει κάτι που να παρέπεμπε στο ύψος του. Όχι μόνο δηλαδή δεν είχε πρόβλημα με το ύψος του, αλλά το «πούλαγε» κιόλας. Αλλά και όλη του η πορεία δείχνει έναν άνθρωπο συνειδητοποιημένο, μοναδικό επαγγελματία, που δεν είχε πρόβλημα να παίξει και έναν μικρότερο ρόλο, εάν του άρεσε. Όπως για παράδειγμα στην Κόμισα της φάμπρικας για πολλούς η καλύτερη κινηματογραφική του ερμηνεία.
Ξέχωρα από τη μεγάλη καριέρα και τη διαχρονικότητα του έργου του, ο Νίκος Ρίζος ήταν ένας άνθρωπος που ανήκε σε μια άλλη εποχή όπου κυριαρχούσε το ήθος, ο επαγγελματισμός και ο σεβασμός στο κοινό. Και όχι ένας selfie αυτισμός. Άλλωστε όπως έλεγε και ο ίδιος το μπόι ενός ηθοποιού κρίνεται από το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.
Τα σημάδια μιας μέρας
Τρίτη 20 Απριλίου 1999. Τα θέατρα αργούν, ενώ στην τηλεόραση προβάλεται το τελευταίο επεισόδιο της Αίθουσας του θρόνου. Μια θαυμάσια μεταφορά του ομώνυμου βιβλίο του Τάσου Αθανασιάδη, που ο ηθοποιός κρατούσε τον σχετικά μικρό, αλλά χαρακτηριστικό ρόλο του δημάρχου. Σε μια δημιουργία διαφορετική από ότι είχε παίξει ο μεγάλος ηθοποιός, ενώ τον έβαλε να συμπρωταγωνιστήσει κυρίως με μια νέα γενιά συναδέλφων του. Παράλληλα μόλις είχε ξεκινήσει να παίζει στο «Περοκέ» στην επιθεώρηση Καλομελέτα και έρχεται, όπου ήδη είχε κάνει επιτυχία σε ένα νούμερο που υποδυόταν έναν baywatch.
Για εκείνη την ημέρα, ο γιος του Κώστας θυμάται: «Το πρωί, προτού πάω στη δουλειά, ένιωσε μια αδιαθεσία. Μου λέει “Κώστα, παιδί μου, δεν νιώθω καλά σήμερα”. Δεν κατάλαβα ότι ήταν κάτι σοβαρό. Του λέω “μπαμπά, πήγαινε κάνε γενικές εξετάσεις και θα έρθω εγώ το μεσημέρι να δούμε τι συμβαίνει”».
«Το μεσημέρι με παίρνει τηλέφωνο η μαμά μου και μου λέει “Κώστα, πηγαίνουμε τον μπαμπά σου στο νοσοκομείο”. Ήταν όμως αργά! Δεν πρόλαβε να φτάσει στο «Αλεξάνδρα», ξεψύχησε στον δρόμο από οξύ πνευμονικό οίδημα. Θυμάμαι είχε ήδη κάνει πρεμιέρα στο θέατρο. Έλεγε συνέχεια πόσο πολύ του άρεσε και γελούσε με τον Βουτσά και τον Ψάλτη που έπαιζαν μαζί. Μέχρι τελευταία στιγμή ήταν μάχιμος», αναφέρει ο Κώστας Ρίζος,.
Το μοναχοπαίδι του Νίκου Ρίζου υπογραμμίζει ότι ο πατέρας του ήθελε να πεθάνει στο σανίδι: «Ο μπαμπάς μου ήθελε να πεθάνει μάχιμος και το έκανε πράξη. Του το έλεγε συνέχεια ο Ορέστης Μακρής, που έπαιζαν μαζί στην αρχή της καριέρας του, το ’53- ’54. «Βλάχο, πάνω στη σκηνή θα πεθάνεις εσύ με τέτοιο ταλέντο». Όπως και έγινε».
https://www.youtube.com/watch?v=vQraNKAzptE
Για την ιστορία, το νούμερο με τον ναυαγοσώστη παίχτηκε με άλλο ηθοποιό, πολύ γνωστό που δεν είναι πλέον εν ζωή, αλλά δεν έγινε επιτυχία και σταμάτησε ύστερα από ένα 10ημερο.
Στο δρόμο για το όνειρο, με ένα φορτηγό
Ο Νίκος Ρίζος ήρθε στον κόσμο στις 30 Σεπτεμβρίου 1924 στην Πέτα, Άρτας. Οι γονείς του ήταν εργάτες. Ο ίδιος έζησε φτωχικά παιδικά χρόνια. Όταν ήταν μικρός, του άρεσε πολύ να βλέπει Χοντρό – Λιγνό και να διαβάζει ποίηση. Επιπλέον, ο Νίκος Ρίζος θαύμαζε πολύ τον Ορέστη Μακρή, ο οποίος αργότερα ήταν και ο μέντοράς του.
Το 1946 μετακόμισε μόνιμα στην Αθήνα προκειμένου να σπουδάσει στην Πάντειο, ενώ τα μόνα χρήματα που είχε ήταν 100 δραχμές.
Μάλιστα λόγω οικονομικής δυσπραγίας, περίμενε πότε ένας φίλος και συγχωριανός που οδηγούσε φορτηγό, θα τον έπαιρνε μαζί του, γιατί πού λεφτά για εισιτήριο.
Αμέσως μόλις ήρθε στην Αθήνα, ο Νίκος Ρίζος έψαξε εναγωνίως να βρει κάποια δουλειά για να ζήσει. Μια μέρα γνώρισε στο θέατρο Όασις τον συγγραφέα Ναπολέοντα Ελευθερίου, ο οποίος τον ρώτησε αν ξέρει γράμματα. Όταν έμαθε ότι ο Νίκος Ρίζος φοιτούσε τότε στην Πάντειο, του πρότεινε να γίνει αντιγραφέας. Έτσι, ξεκίνησε να εργάζεται στο θέατρο. Εκείνα τα χρόνια υπήρχαν οι αντιγραφείς, που στην ουσία αντέγραφαν τους διαλόγους και τα νούμερα από το πρωτότυπο κείμενο που είχε γράψει ο συγγραφέας.
Αυτή ήταν η δουλειά που ανέλαβε να κάνει ο Νίκος Ρίζος. Έγραφε τα χειρόγραφα σε μερικά αντίτυπα και τα μοίραζε στους ηθοποιούς. Μάλιστα σε μερικούς που δεν ήξεραν τότε γράμματα, τους διάβαζε κι έτσι τους βοηθούσε να μάθουν το ρόλο τους.
Αντίστοιχα, εκείνοι με τη σειρά τους του έδιναν χρήματα για το χαρτζιλίκι του. Έπειτα από αυτή τη δουλειά, δούλεψε για ένα διάστημα και ως υποβολέας στο θέατρο.
Το ένα έφερε το άλλο και το 1948 έκανε το ντεμπούτο του ως ηθοποιός, συμμετέχοντας στη θεατρική παράσταση του Αλέκου Σακελλάριου Άνθρωποι, άνθρωποι. Είναι τότε που μόλις τον συναντήσει η Μαρίκα Κοτοπούλη του εἰπε: «Πώς είναι δυνατόν τόσο ταλέντο, να χώρεσε σε αυτό το σώμα»;
Το θέατρο και η οικογένεια
Το παιδί από την Άρτα γίνεται δεκτό στη θεατρική κοινότητα και αρχίζει να ανεβαίνει. Και στα τελη του ’50 είναι πλέον πρωταγωνιστής. Παράλληλα σαν σωστός Ηπειρώτης που ξέρει από οικονομικά αρχίζει και ανακατεύεται επιχειρηματικά με το θέατρο. Κάτι που θα φτάσει μέχρι το 1986 που θα πάρει τον κινηματογράφο Άστορ στη Σταδίου που θα το μετατρέψει στο θέατρο. Αλλά και νωρίτερα, τη δεκαετία του ’60 συνεταιρίζεται με τη Γεωργία Βασιλειάδου και τον Βασίλη Αυλωνίτη και στήνουν θεατρική επιχείρηση που κάνουν μέχρι και περιοδεία στην Αμερική. Πολλά χρόνια αργότερα τους χαρακτήρισε ως «αχινούς» δηλαδή πολύ δύσκολους ανθρώπους.
https://www.youtube.com/watch?v=Cmjei8gDTuU
Δίπλα του σύμμαχος και συνοδοιπόρος η Έλσα Λαμπροπούλου. Δεν σας λέει κάτι το όνομα Έλσα Ρίζου τότε;
Ο Νίκος Ρίζος γνώρισε τη σύζυγό του, στη σχολή χορού Ζουρούδη. Εκείνη ήταν χορεύτρια. Τη θαύμασε από την πρώτη στιγμή που την αντίκρισε, τόσο για τη χάρη της ως χορεύτρια όσο και για την ομορφιά της.
Μιλώντας στη σύζυγο του Μίμη Φωτόπουλου, Μαργαρίτα, για την Έλσα, την παρομοίασε σε ομορφιά με τη Ρίτα Χέιγουορθ.
Μάλιστα, εκείνη τη στιγμή εκμυστηρεύτηκε στη Μαργαρίτα ότι είχε σκοπό να παντρευτεί με την Έλσα.
Η μητέρα της Έλσας τη συνόδευε στη σχολή. Έτσι, λοιπόν ο Νίκος Ρίζος μια μέρα άρπαξε την ευκαιρία και ζήτησε από τη μητέρα της Έλσας να πάνε για φαγητό.
Όταν κάθισαν μαζί για φαγητό, της ομολόγησε ότι σκοπεύει να παντρευτεί την κόρη της. Η οικογένεια της Έλσας αποδέχτηκε ως γαμπρό τον Νίκο Ρίζο και έτσι παντρεύτηκαν και απέκτησαν έναν γιο, τον Κώστα.
Ο Ρίζος ήταν υπόδειγμα οικογενειάρχη, παρόλο που είχε τη φήμη του ζωηρού. Όμως ο ίδιος δεν ενέδωσε ποτέ από την ώρα που παντρεύτηκε. Μια φορά μόνο υπήρξε πρόβλημα με μια νεαρἠ τὀτε ηθοποιό, με όνομα βαρύ σαν ιστορία. Αλλά ευτυχώς δεν προχώρησε η φάση.
https://www.youtube.com/watch?v=uHWdLnBKKzE&t=208s
Από την άλλη έχοντας παίξει σε μεγάλο αριθμό θεατρικών και ταινιών, ήξερε ότι δεν ήταν όλα πρώτης ποιότητας. Όμως ούτε τον ένοιαξε η ταμπέλα του ποιοτικού, ούτε να γνωρίσει την αποδοχή των κριτικών. Του αρκούσε η αγάπη του κόσμου.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Σπύρος Δευτεραίος