Η Σινώπη είναι η πρώτη ελληνική πόλη του Πόντου. Ιδρύθηκε στις αρχές του 8ου π.Χ. αι. κατά τον β’ ελληνικό αποικισμό, από κατοίκους-αποικιστές της Μιλήτου της Ιωνίας. Γρήγορα η Σινώπη αναπτύχθηκε οικονομικά λόγω της θέσης της αλλά και της οξύνοιας των Μιλησίων και επεκτάθηκε ανατολικά με αποικίες της. Έτσι μεταξύ άλλων δημιούργησε τις μεγάλες παραθαλάσσιες πόλεις Κοτύωρα, Κερασούντα και τη μητρόπολη του Ποντιακού ελληνισμού Τραπεζούντα.
Η ίδρυση της Τραπεζούντας ανάγεται στο έτος 756 π.Χ. και εάν αναλογιστούμε πως η ίδρυση της Ρώμης τοποθετείται τρία χρόνια μετέπειτα το 753 π.Χ. μπορούμε να διανοηθούμε το μέγεθος της ιστορικότητας του ελληνισμού στον Εύξεινο Πόντο.
Σε μικρό χρονικό διάστημα οι ελληνικές αποικίες πύκνωναν και μετέτρεπαν την μέχρι πρότινος χώρα των Λαζών (Κόλχων), Χάλυβων, Φασιανών κ.ά. προγενέστερων αποίκων, σε τόπο ακμής του ελληνικού στοιχείου.
Οι πόλεις που δημιουργήθηκαν δεν διατήρησαν μόνο το πνεύμα και τον πολιτισμό αλλά και την οργάνωση και το πολιτειακό σύστημα των ελληνικών μητροπόλεων τους. Ήταν ανεξάρτητα αυτόνομα κρατίδια, διατηρούσαν άσβεστους τους δεσμούς με τις ελληνικές μητροπόλεις, είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους αλλά φρόντιζαν να διατηρούν και φιλικές σχέσεις με τους αλλόφυλους γείτονές τους. Η μόνη δύναμη που αντιστάθηκε στην ελληνική παρουσία ήταν το πολεμοχαρές φύλο των Αμαζόνων, αυτών των θρυλικών γυναικών που δέσποζαν στην περιοχή των Θεμίσκυρων.
Τετρακόσια χρόνια μετά από τότε που οι πρώτοι Έλληνες άποικοι πάτησαν το πόδι τους στη Σινώπη, ο Ξενοφώντας και ο μισθοφορικός στρατός του από το όρος Θήχη βλέπουν τον Εύξεινο Πόντο και φωνάζουν «θάλαττα, θάλαττα» διαβλέποντας όχι μόνο τον τρόπο επιστροφής τους στην Ελλάδα αλλά υπολογίζοντας και στη βοήθεια των ομοεθνών τους κατοίκων των παραλίων του, παρόλο που αυτήν την περίοδο ο Πόντος υπαγόταν στην περσική κυριαρχία.
Στα μετέπειτα χρόνια, κατά την Αλεξανδρινή περίοδο (323 π.Χ. έως 64 π.Χ.) οι ελληνικές πόλεις του Πόντου αποτινάζουν τον περσικό ζυγό και αναπτύσσονται έτι περισσότερο. Η οικονομική τους ευμάρεια διαπιστώνεται μεταξύ άλλων και από την πληθώρα των νομισμάτων που κυκλοφορούν την περίοδο αυτήν.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Στάθη Πελαγίδη η ελληνική επιρροή εξελληνίζει πόλεις στην ενδοχώρα όπως τα Κάβειρα, την Γαρίαιρα, τα Κόμανα και την Αμάσεια. Τη μεγαλύτερη έως τότε ανάπτυξη γνώρισε ο ελληνισμός της περιοχής κατά την περίοδο του ελληνιστικού βασιλείου του Πόντου (302 π.Χ.-63 π.Χ.). Το κράτος αυτό –το Μιθριδατικό βασίλειο– με πρωτεύουσα την Αμάσεια όπου και διασώζονται λαξευμένοι στους βράχους οι τάφοι των Μιθριδατιδών βασιλέων, είχε ξεκινήσει από την Καππαδοκία και επεκτάθηκε μέχρι τις παραλιακές πόλεις του Πόντου.
Επί βασιλείας του Μιθριδάτη ΣΤ΄του Ευπάτωρα, ο οποίος είχε μητέρα Ελληνίδα και υποστήριζε πως καταγόταν από τον Αλέξανδρο, τον Κύρο και τον Σέλευκο Νικάτορα, ο Πόντος γνώρισε μεγάλη αίγλη.
Τα νομίσματα της εποχής έφεραν την μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στο πρόσωπο του Ευπάτωρος οι Ρωμαίοι βρήκαν σθεναρή αντίσταση. Υποκίνησε εξεγέρσεις των ελληνικών πόλεων της Κολχίδας και της Κριμαίας ως υπέρμαχος του ελληνισμού και απελευθερωτής των Ελλήνων από την ρωμαϊκή κυριαρχία. Κύριο μέλημα του Ευπάτωρος ήταν να εξελληνίσει ολόκληρο τον Πόντο και να καθιερώσει στο κράτος του ελληνικό χαρακτήρα. Το σχέδιό του βρήκε αντίθετη την Ρωμαϊκή εξουσία εναντίον της οποίας διεξήγαγε τέσσερις πολέμους από το 89 π.Χ. έως το 63 π.Χ., που έμειναν στην ιστορία ως «Μιθριδατικοί». Από το 63 π.Χ. η Τραπεζούντα και ο Πόντος ολόκληρος σταδιακά, καταλαμβάνεται από την υπερδύναμη της εποχής και αρχίζει η περίοδος της Ρωμαιοκρατίας.
Κατά την περίοδο της Ρωμαιοκρατίας Πόντος, Βιθυνία και Παφλαγονία αποτελούσαν μια επαρχία. Η ευφυής ρωμαϊκή διοίκηση και η επιτυχής εμπορική διαχείριση, δημιουργούν ένα κλίμα φιλελευθερισμού, που ευνοεί την ανάπτυξη των γραμμάτων και των τεχνών. Οι παραλιακές πόλεις όπως η Τραπεζούντα, η Σινώπη, η Αμισός, η Κερασούντα κ.ά. συνεχίζουν να λάμπουν και να αποπνέουν τον αέρα του ελληνικού πνεύματος. Τα ενδότερα εδάφη παραχωρήθηκαν από τους Ρωμαίους σε τοπικούς άρχοντες ως αντίδωρο στη στήριξη που έλαβαν από αυτούς κατά τους Μιθριδατικούς πολέμους.
Κατά τη Ρωμαιοκρατία ο γεωγραφικός χώρος του Πόντου είχε τρεις μεγάλες πολιτικές διαιρέσεις:
α) τον Γαλατικό Πόντο ο οποίος ήταν η περιοχή δυτικά του Ίρη ποταμού,
β) τον Πολεμωνιακό Πόντο που ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του διοικητή της Πολεμώνα, ήταν η περιοχή που οριοθετούνταν ανατολικά από τον Ίρη ποταμό έως την Γεωργία και
γ) τον Καππαδοκικό Πόντο, την περιοχή μεταξύ του Μελάνθιου ποταμού και της Καππαδοκίας.
Την εποχή του Διοκλητιανού (284 – 305) που έμεινε στην ιστορία για τις σκληρές του διώξεις εναντίον των Χριστιανών, ο Πόντος γνωρίζει καινούργια διοικητική διάρθρωση. Το δυτικό του τμήμα μέχρι τον ποταμό Θερμόδωντα ονόμαστηκε Διόσποντος με κυριότερες πόλεις τη Σινώπη, Αμισό, Αμάσεια, Ζήλα, Ευχάιτα κ.ά. Τα ανατολικά εδάφη από τον ποταμό Θερμόδωντα κράτησαν την ονομασία Πολεμωνιακός Πόντος με κυριότερο διοικητικό κέντρο τη Νεοκαισάρεια, πατρίδα του Αγίου Βασιλείου του Μέγα (γενέτειρα του πατέρα του, Αγίου Βασιλείου του παλαιού). Τα δύο αυτά τμήματα ενώθηκαν επί βασιλείας του μεγάλου βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ονομάστηκαν Ελληνόποντος και αποτέλεσαν τμήμα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το νοτιοανατολικό τμήμα αποτέλεσε την Μικρή Αρμενία και είχε ως πρωτεύουσα την Σεβάστεια.
Από την περίοδο αυτή και μετέπειτα ο Πόντος αναπτυσσόταν με ραγδαίο ρυθμό. Το κύρος του και η σπουδαιότητά του για τον Ρωμαϊκό κόσμο αποδεικνύεται εκτός των άλλων και μέσω των συχνών επισκέψεων Ρωμαίων Αυτοκρατόρων όπως ο Τραϊανός και ο Αδριανός. Ωστόσο η ακμαία αυτή περίοδος διακόπτεται προσωρινά το 257 μ.Χ. αφού η πόλη καταλαμβάνεται από τους Γότθους (κατακτητές της Κριμαίας), οι οποίοι την λεηλατούν και αιχμαλωτίζουν τους πολυάριθμους πολίτες της. Η γραφίδα του ιστορικού Ζώσιμου αποτυπώνει την ιστορική στιγμή: «Οι βάρβαροι τη Τραπεζούντι προσέπλευσαν, πόλει μεγάλη και πολυανθρώπω …».
Μετά τον 5ο αι ο Πόντος βρίσκει και πάλι τα «πατήματά» του και μπαίνει στη φωτισμένη περίοδο της πιο μακραίωνης αυτοκρατορίας που γνώρισε ο κόσμος, της Βυζαντινής!
Αλεξία Ιωαννίδου