Ένας από τους… παλιούς της ποντιακής παράδοσης έφυγε τη Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024 από τη ζωή, πλήρης ημερών και εμπειριών. Ο Στέλιος (Στύλος) Κεσίδης από τον Άγιο Βαρθολομαίο Φλώρινας μέχρι την τελευταία στιγμή υπηρέτησε με τη λύρα του τους πατροπαράδοτους ρυθμούς, ζωντανεύοντας θρύλους και παραδόσεις.
Στις 3 Μαρτίου 2021, εν μέσω πανδημίας, ο Γιάννης Τσανασίδης συνομίλησε τηλεφωνικά μαζί του για το βιβλίο του Πόντιοι λυράρηδες γεννημένοι από το 1920 έως το 1945, το οποίο εκδόθηκε από την Επιτροπή Ποντιακών Μελετών το 2022.
Το pontosnews.gr αναδημοσιεύει το σχετικό απόσπασμα, με την άδεια του συγγραφέα:
Ο Στέλιος ή Στύλος Κεσίδης του Νικολάου και της Σοφίας Κουσίδου, γεννήθηκε στον Άγιο Βαρθολομαίο Φλώρινας το 1927 και ήταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας, με καταγωγή από τη Φυσερά της Τραπεζούντας. Ο πατέρας του γεννημένος το 1885 ήταν αναγνωρισμένος λυράρης στον Πόντο, όπως επίσης και ο παππούς του Γιώργος, ο οποίος τον μύησε στην τέχνη της λύρας από οκτώ ετών.
Ο πατέρας του δεν ήθελε να ακολουθήσει αυτόν το δρόμο, για το λόγο ότι ο ίδιος ταλαιπωρήθηκε πολύ παίζοντας στα γλέντια των Τούρκων αγάδων στην Τραπεζούντα, κάτι που τού στέρησε σε μεγάλο βαθμό την οικογένειά του. Ο Στύλος με τη βοήθεια του παππού του πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε καλό λυράρη και συμμετείχε σε όλα σχεδόν τα «μουχαπέτια», τα γλέντια και τους γάμους της περιοχής.
Για πολλά χρόνια συνόδευε με τη λύρα του τα χορευτικά της Ευξείνου Λέσχης Φλώρινας και δίδαξε πολλά νέα παιδιά που έδειξαν ενδιαφέρον. Λυράρηδες, επίσης, που γεννήθηκαν στον Άγιο Βαρθολομαίο ήταν οι: Ανέστης Πανίδης και Γιάννης Σιδηρόπουλος.
«Κόρη, για πέ ει με τ’ όνομα σ’! Για πέ ει με, τίνος είσαι;
Για δείξον με τ’ οσπιτόπο σ’ και την οτάν ντο κείσαι».
Σύμφωνα με τον ίδιο: «Τα παλιά γλέντια δεν μπορούν δυστυχώς να γίνουν τώρα. Ξημερώναμε για μέρες και το κέφι ποτέ δεν έσβηνε. Πολλές φορές συνόδευα τη Βέτα Τσακιρίδου, η οποία τραγουδούσε. Το 1948 εγκατασταθήκαμε με την οικογένειά μου στο Αμμοχώρι και εκεί γνώρισα τον Νίκο Ιωαννίδη και τον Πέτρο Παναγιωτίδη, οι οποίοι έπαιζαν επίσης λύρα.
»Το 1950, ενώ υπηρετούσα στο Φίλυρο Θεσσαλονίκης, γνώρισα από κοντά τον Γώγο σε μια γιορτή, όπου ήμουν κι εγώ καλεσμένος. Αυτός μαζί με τον γιο του, Κώστα Πετρίδη, ήταν οι καλύτεροι λυράρηδες, κατά τη γνώμη μου.
»Βέβαια, δε θα μπορούσα να παραλείψω και τον Γιωργούλη Κουγιουμτζίδη, με τον οποίον παίξαμε και μαζί, όταν αυτός επισκέφθηκε τον Άγιο Βαρθολομαίο.
»Από τον παππού μου έμαθα να παίζω το «φυσερέτκον» –που λέμε εμείς– το οποίο είναι μια μορφή σέρρας που χόρευαν οι παλιοί, που γεννήθηκαν στη Φυσερά. Έχω τη λύρα του πατέρα μου που κατασκευάστηκε από τον παππού του στον Πόντο.
»Σήμερα, οι νέοι άλλαξαν πολλά πράγματα στον τρόπο παιξίματος. Κάποιοι βάζουν πολλά κόλπα και υπερβάλλουν. Θέλω η λύρα να παίζει καθαρά, χωρίς υπερβολές. Ο εγγονός μου, Στέλιος Κεσίδης, συνεχίζει τη μουσική παράδοση της οικογένειας».
«Αναθεμά σε κεμεντ«έ! Ντο καλατσ εύ’ς και λες με;
Εσύ αναμέντς τον θάνατο μ’, να κάθεσαι κα’ κλαις με».