Οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν παρέμειναν στο Ιράκ μέχρι τις 31 Αυγούστου 2010, οπότε ο τότε πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα αποφάσισε να θέσει τέλος στον πόλεμο. Έδωσε εντολή και οι αμερικανικές δυνάμεις εγκατέλειψαν τη χώρα τον Δεκέμβριο του 2011.
Στη συνέχεια, το 2014, οι ΗΠΑ επανήλθαν στο έδαφος του Ιράκ στο πλαίσιο της επιχείρησης «Συνδυασμένη Διακλαδική Δύναμη Κρούσης – Επιχείρηση Εγγενής Λύση» (Combined Joint Task Force – Operation Inherent Resolve, CJTF–OIR), ως κύριος κορμός της διακλαδικής δύναμης κρούσης που δημιουργήθηκε από τον διεθνή συνασπισμό υπό την ηγεσία τους κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Έκτοτε οι ΗΠΑ, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας επιχείρησης, διατηρούν στο έδαφος του Ιράκ 3.500 στρατιώτες, και στο έδαφος της Συρίας περίπου 900 στρατιώτες.
Οι βάσεις στις οποίες στρατωνίζονται οι Αμερικανοί και στις δύο χώρες έχουν γίνει στόχος δεκάδων επιθέσεων από τον λεγόμενο «Άξονα της Αντίστασης» που περιλαμβάνει μονάδες ενόπλων οι οποίοι καθοδηγούνται από τις ειδικές δυνάμεις των Φρουρών της Επανάστασης. Οι επιθέσεις χρησιμοποιούνται ως μέσο πίεσης προς τις ΗΠΑ, για να αποσύρουν τη στήριξή τους προς το Ισραήλ στον πόλεμο που είναι σε εξέλιξη στη Λωρίδα της Γάζας εναντίον της Χαμάς.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ως απάντηση στις αλλεπάλληλες επιθέσεις που δέχονταν οι αμερικανικές δυνάμεις σε Ιράκ και Συρία, απάντησαν με αεροπορικά πλήγματα σε στόχους του «Άξονα της Αντίστασης» και στις δύο χώρες, ενώ προέβησαν και σε ειδικά στοχευμένες επιθέσεις εναντίον ανωτάτων στελεχών της Χάσντι Σάμπι, της κεντρικής διοίκησης που συντονίζει από τη Βαγδάτη όλες τις δυνάμεις του «Άξονα» στο Ιράκ.
Η κίνηση αυτή ξεσήκωσε τους σιίτες, οι οποίοι άρχισαν να ασκούν αφόρητες πιέσεις στον σιίτη πρωθυπουργό του Ιράκ Μοχάμεντ Σιά Αλ Σουντανί, ο οποίος με τη σειρά του άρχισε να ασκεί πιέσεις στις ΗΠΑ για να αποσύρουν τα στρατεύματά τους από το Ιράκ, με τη δικαιολογία ότι η απειλή από το Ισλαμικό Κράτος έχει εξαλειφθεί και εν πάση περιπτώσει το ιρακινό κράτος μπορεί να αντιμετωπίσει την όποια απειλή.
Για το λόγο αυτό έχει συγκρατηθεί κοινή επιτροπή που εξετάζει το θέμα και το χρονοδιάγραμμα της αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ.
Η κατάσταση αυτή θέτει σε κίνδυνο την παραμονή των αμερικανικών στρατευμάτων στη ΒΑ Συρία όπου συνεργάζονται με τις Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (SDF), τη ραχοκοκαλιά των οποίων αποτελούν οι εμπειροπόλεμοι Κούρδοι των Δυνάμεων Προστασίας του Λαού (YPG). Σημειώνεται ότι στην εκείθεν του ρου του Ευφράτη ποταμού και στην περιοχή της Ιεράπολης (Μένπετζ) από το 2014 υπάρχει πλήρης απουσία του συριακού κράτους – λειτουργεί ένα οιονεί κράτος που διοικείται από Κούρδους, Άραβες, Ασσύριους και Αρμένιους, με την καθοδήγηση των Δημοκρατικών Δυνάμεων της Συρίας.
Μια από τις πιο κρίσιμες αποστολές των Δημοκρατικών Δυνάμεων της Συρίας, πέρα της δημόσιας τάξης και της ασφάλειας έναντι της δράσης του Ισλαμικού Κράτους που διατηρεί αρκετές δυνάμεις στην περιοχή, είναι η διαχείριση του καταυλισμού Αλ Χολ όπου κρατούνται αιχμάλωτοι του Ισλαμικού Κράτους με τις οικογένειές τους. Να ληφθεί υπόψη ότι στον καταυλισμό κατοικούν πάνω τριάντα χιλιάδες άνθρωποι, δηλαδή μια μικρή πόλη, με χιλιάδες παιδιά και τεράστιες ανάγκες σίτισης, υγείας, παιδείας και ασφάλειας.
Το ενδεχόμενο αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ, και ειδικά από το αεροδρόμιο της Ερμπίλ, πρωτεύουσας του Αυτόνομου Κουρδιστάν, θα καταστήσει αδύνατη την παραμονή των αμερικανικών δυνάμεων στη Συρία. Όμως, χωρίς την παρουσία των Αμερικανών –πέρα των γεωπολιτικών πτυχών του ζητήματος–, οι Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας θα μείνουν εκτεθειμένες στις επιθετικές διαθέσεις της Τουρκίας, η οποία χρησιμοποιεί ως άλλοθι τους Κούρδους για να εισβάλει στην περιοχή και να παραμείνει εκεί ως δύναμη κατοχής, κάνοντας πράξη τον «Εθνικό Όρκο» που θέλει την περιοχή από το Κιρκούκ ως τη Μοσούλη και ως το Χαλέπι να είναι τουρκική.
Αυτά τα «παζάρια» κάνουν τώρα οι Φιντάν και Καλίν στις ΗΠΑ, προσπαθώντας να πείσουν τους «φίλους» τους στην Ουάσινγκτον να αποχωρήσουν από την περιοχή και να την αναλάβουν αυτοί «εργολαβία», έναντι του Ιράν και της Ρωσίας.
Πάντως ενδεχόμενη αποχώρηση των ΗΠΑ από το Ιράκ και τη Συρία θα αποτελέσει ανέλπιστο δώρο προς το Ιράν, το οποίο θα κάνει πράξη το «όραμα» του σιιτικού διαδρόμου Τεχεράνης-Βαγδάτης-Δαμασκού-Βηρυτού, με έξοδο στη Μεσόγειο και προς τον Ερντογάν, ο οποίος θα δει τον «κουρδικό» κίνδυνο να απομακρύνεται χρονικά.