Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 858 έως το 867 και από το 877 έως το 886 διετέλεσε ο Μέγας Φώτιος (ή Άγιος Φώτιος), μια από τις σημαντικότερες μορφές της ιστορίας του Βυζαντίου, καθώς διακρίθηκε για την πολυμάθεια, τη μόρφωση και την αγιότητα του βίου του – η μνήμη του τιμάται στις 6 Φεβρουαρίου.
Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, αλλά δεν είναι γνωστή η ακριβής ημερομηνία γέννησής του, η οποία τοποθετείται ανάμεσα στο 800-820. Πατέρας του ήταν ο Άγιος Σέργιος και μητέρα του η Ειρήνη, οι οποίοι καταδιώχθηκαν από τον εικονομάχο Αυτοκράτορα Θεόφιλο. Θείος του (από την πλευρά του πατέρα του) ήταν ο Πατριάρχης Ταράσιος που διαπομπεύθηκε στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης δέσμιος από το λαιμό, στερήθηκε την περιουσία του και εξορίσθηκε με την οικογένειά του σε τόπο άνυδρο όπου από τις ταλαιπωρίες πέθανε ως ομολογητής.
Ο Φώτιος ανήλθε σε ανώτατα αυλικά αξιώματα (πρωτοασηκρήτης και πρωτοσπαθάριος) και το 858, επί Μιχαήλ Γ΄, έγινε Πατριάρχης περνώντας σε μηδενικό χρονικό διάστημα από όλους τους βαθμούς της ιεροσύνης. Αντικατέστησε τον Πατριάρχη Ιγνάτιο, ο οποίος είχε απομακρυνθεί βιαίως από το θρόνο – προτού ακόμα προλάβει να παγιώσει τη θέση του, επήλθε ρήξη από τους «Ιγνατιανούς».
Οι οπαδοί του Ιγνατίου συγκεντρώθηκαν στο ναό της Αγίας Ειρήνης και αφόρισαν τον Φώτιο. Η Σύνοδος που συγκάλεσε ο Πατριάρχης καταδίκασε αυτές τις αντικανονικές ενέργειες.
Στη συνέχεια το πατριαρχικό του έργο επικεντρώθηκε στην αναζωπύρωση της ιεραποστολικής συνείδησης και στην περιφρούρηση της πνευματικής ανεξαρτησίας και αυτονομίας των ορθόδοξων λαών. Αγωνίστηκε εναντίον των Μανιχαίων, των Εικονομάχων και άλλων αιρετικών, ενώ αντέκρουσε και τις παπικές αξιώσεις όπως και το γερμανοφραγκικό δόγμα του filioque και τα ρωμαϊκά έθιμα.
Το γεγονός αυτό προκάλεσε ρήξη με τη Δυτική Εκκλησία και τον Πάπα Νικόλαο Α΄, η οποία μετά τη Σύνοδο του 867 κατέληξε σε σχίσμα και στην καθαίρεση του Πάπα.
Η δολοφονία του Αυτοκράτορα Μιχαήλ του Γ’ από τον Βασίλειο Α’ τον Μακεδόνα συνοδεύτηκε και με κρίση στην Εκκλησία. Ο νέος αυτοκράτορας τάχθηκε υπέρ της προσέγγισης με τη Ρώμη και αναζήτησε ερείσματα στους «Ιγνατιανούς». Έτσι στον πατριαρχικό θρόνο επανήλθε ο Ιγνάτιος και η Σύνοδος του 869 αναθεμάτισε τον Φώτιο. Όσοι επίσκοποι είχαν χειροτονηθεί από αυτόν ή είχαν παραμείνει στο πλευρό του καθαιρέθηκαν και όσοι μοναχοί ή λαϊκοί τον υποστήριζαν αφορίστηκαν.
Ο θάνατος του Ιγνάτιου το 877 σήμανε την αποκατάσταση του Φώτιου· ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Α’ που τον είχε καθαιρέσει τον είχε ανακαλέσει αρχικά για να διδάξει στο πανεπιστήμιο και μετά για να ανέβει για άλλη μια φορά στον πατριαρχικό θρόνο. Τελικά εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από τον Λέοντα ΣΤ’ τον Σοφό, δευτερότοκο γιο του Βασιλείου.
Ο Φώτιος πέθανε γύρω στο 890 ή 898 σε μοναστήρι.
Από τα συγγράμματά του σημαντικότερο είναι η Μυριόβιβλος ή Βιβλιοθήκη που περιλαμβάνει επιτομές 279 βιβλίων. Επίσης έγραψε Το λεξικό του Φωτίου που περιλαμβάνει ερμηνείες λέξεων των κλασικών συγγραφέων και της Αγίας Γραφής, και Τα Αμφιλόχια που απευθύνονται στον μητροπολίτη Κυζίκου Αμφιλόχιο για την επίλυση αποριών του σε θεολογικά ζητήματα. Επίσης έχουν διασωθεί περίπου 200 επιστολές που απευθύνονταν σε προσωπικότητες της εποχής του, διάφοροι πανηγυρικοί λόγοι, άλλα έργα θεολογικού περιεχομένου και ύμνοι.