Απάντηση στις… κατηγορίες του Αλέξη Κούγια κατά της εισαγγελέως Ευαγγελία Σπυριδωνίδου, η οποία βρίσκεται στην Έδρα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου στην υπόθεση Πισπιρίγκου, έδωσε η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος.
«Επιχειρείται προσπάθεια υποβάθμισης και απαξίωσης του εισαγγελικού θεσμού» αναφέρεται στην ανακοίνωση, και προστίθεται ότι πρόκειται για «μορφή συγκρουσιακής υπεράσπισης, που επανεμφανίζεται στις περιπτώσεις νόμιμων, αλλά μη αρεστών εισαγγελικών ενεργειών».
Κατά τη μαραθώνια αγόρευσή της, και προτού προτείνει την ενοχή της 35χρονης για το θάνατο της 9χρονης πρωτότοκης κόρης της, η Ευαγγελία Σπυριδωνίδου είπε, μεταξύ άλλων: «Η Τζωρτζίνα είχε μια ατυχία, να έχει μάνα την κατηγορούμενη».
Έντονη ήταν η αντίδραση του συνηγόρου υπεράσπισης Αλέξη Κούγια, ο οποίος ανέφερε:
«Θέλω να δηλώσω κατηγορηματικά ότι δεν ήταν η Τζωρτζίνα άτυχη που είχε την κυρία κατηγορουμένη μητέρα – και αν μπορούσε να μιλήσει από εκεί όπου βρίσκεται για το τι συνέβη ακριβώς και έχασε τη ζωή της θα είχε αποθεώσει την κυρία κατηγορουμένη για τα όσα έκανε για να την κρατήσει στη ζωή. Αλλά δυστυχώς η κυρία κατηγορουμένη είναι άτυχη που κληρώθηκαν σε αυτή τη δίκη η κυρία εισαγγελέας της Έδρας και η κυρία πρόεδρος του Δικαστηρίου – επί 13 μήνες δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να προσπαθούν με ερωτήσεις επιπέδου μεσημεριανών εκπομπών να δημιουργήσουν στοιχεία, όχι για να δικαστεί δίκαια η κυρία κατηγορουμένη, αλλά για να καταδικαστεί άδικα».
Η Ένωση Εισαγγελέων στην ανακοίνωσή της τονίζει ότι οι δηλώσεις αυτές είναι απαξιωτικές και σημείωσε ότι «έχει καταστεί σύνηθες φαινόμενο η εκ μέρους του συνηγόρου έκφραση αρνητικής κριτικής σε βάρος παραγόντων της δίκης, αλλά και ως προς την προσφορά, την αναγκαιότητα και ποιότητα συμμετοχής εισαγγελικών λειτουργών στην ποινική δικαιοσύνη, όταν θεωρεί ότι νόμιμες δικονομικές ενέργειές τους δεν “εξυπηρετούν” τις θέσεις των εντολέων του».
Ακόμα επισημαίνεται ότι «οι επαναλαμβανόμενοι υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί και οι σκοπιμότητες που αυτοί ενέχουν, δεν επιφέρουν και δεν πρόκειται να επιφέρουν τις επιδιωκόμενες και επιθυμητές “παρενέργειες“, τον κλονισμό δηλαδή της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την εισαγγελική Αρχή και την πρόκληση οιασδήποτε αμφιβολίας στη συνείδηση του δικαστή».