Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού για την Τετάρτη της ε’ εβδομάδας των νηστειών με ακροστιχίδα «προσευχή Ρωμανού». Ο τίτλος του δεν διασώζεται. Στην έκδοση των P. Maas / C. A. Trypanis Sancti Romani Melodi Cantica. Cantica genuina (Οξφόρδη 1963), τιτλοφορείται «A Prayer». Διαβάστε το Μέρος Α’.
Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας από τον Θεόφιλο Πουταχίδη.
η’. Και τον Προφήτη άκουσα κι αυτός να με προτρέπει να βρω τη σωτηρία μου,
καθώς λέει στον Ψαλμό του πως δίπλα αμέσως έρχεσαι σ’ όσους σ’ επικαλούνται· κι αυτό με σπρώχνει πιο πολύ
να Σου φωνάζω αδιάλειπτα και συνεχώς να Σε καλώ βοήθεια να μου δίνεις.
Θυμήσου, είσαι φιλεύσπλαχνος· γι’ αυτό, πεσμένο σαν με δεις πάντα να με σηκώνεις, γιατί Εσύ είσ’ ο Θεός,
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.
θ’. Το ξέρω πως μονάχα Εσύ, Σωτήρα, με λυτρώνεις, καθώς γινάτι δεν κρατάς για όλες μου τις κακίες.
Σβήσε μου τ’ ατοπήματα κι ας είναι η παραγραφή όλων μου των σφαλμάτων να ’χει δικιά Σου υπογραφή, Θεέ μου αμνησίκακε.
Της καταδίκης το χαρτί σχίσ’ το Θεέ μ’ κι ας πάει· θέλω να είμαι ελεύθερος, Θε μου λευτέρωσέ με!
Γιατί Εσύ είσαι για εμέ, Κύριε, ο Βασιλιάς μου, Εσύ Θεός μου αληθινός,
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.
ι’. Ω, τι παραφροσύνη! Φοβάμαι από τη μια μεριά και το καταλαβαίνω το κλάμα και τον οδυρμό που θα ’χει η καταδίκη· μα από την άλλη, ο αφελής, μυαλό δεν λέω να βάλω.
Στη σκέψη της κολάσεως τρέμω από το φόβο, μα τα έργα που εκεί σε πάν’ δεν λέω να τ’ αφήσω.
Δειλιάζω όταν σκέφτομαι πως θα ’ρθει η τιμωρία· κι όμως, τα παραπτώματα ‒λες και δεν τρέχει τίποτα‒ εγώ τα συνεχίζω.
Δώσε να έρθει η στιγμή, η ευλογημένη ώρα, που ο έρμος θα αξιωθώ να γιατρευτώ μια και καλή μοναδικέ Σωτήρα,
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.
ια’. Αλλά, Θεέ μου ‒αλίμονο!‒ είναι η αμαρτία σαν ένα αγκάθι μέσα μου. Μπήκε τ’ αγκάθι ύπουλα, φαρμάκι ύπουλο έχει, και είν’ εκεί και μ’ ενοχλεί και κάπως με τσιγκλίζει.
Πρώτα με δικαιολογεί κι είναι συνήγορος μου, κι ύστερα κάνει μια στροφή και γίνεται κατήγορος και βρίσκω τον μπελά μου.
Έρχεται ως συμβουλάτορας που θέλει το καλό μου, κι ύστερα αποδεικνύεται επίβουλη πως είναι.
Από αυτήν που βιάζεται το λάκκο να μου σκάψει, λύτρωσέ με Σωτήρα μου
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.
ιβ’. Όλο αυτομαστιγώνομαι ‒συνέχεια μέσα μου κρυφά, στους άλλους δεν το δείχνω‒ γιατί είναι η συνείδηση, ο ίδιος μου ο εαυτός που με καταδικάζει.
Στήνει ο αυτοέλεγχος μέσα μου δικαστήριο που βγάζει τιμωρία,
πριν καν ακόμα πάω να βρω το βάσανο το αιώνιο που θα υποστώ για πάντα.
Κι εδώ ‒σε τούτη τη ζωή‒ βοήθα με να διορθωθώ, Σωτήρα και Θεέ μου, μα κι όταν έρθει ο καιρός ‒της Κρίσεως η ώρα‒ και τότε να με λυπηθείς
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.
ιγ’. Η ώρα της μετάνοιας έφτασε ‒είναι τώρα!‒ για όσους, βέβαια, θέλουνε το τάλαντο που πήρανε ‒που τους το εμπιστεύτηκε ο Άγιος Θεός μας‒ να κάνουνε διαχείριση, να το πραγματευτούνε και να το αυγατίσουνε κατά την εντολή Του.
Η εμποροπανήγυρη μέσα σε τούτη τη ζωή είναι συνέχεια ανοιχτή κι ο κόσμος πέρα-δώθε, μα εγώ δεν λέω να πιαστώ καμιά δουλειά να κάνω. Το τάλαντο είν’ και κάθεται… Και πώς να δρέψω εγώ καρπούς χωρίς καμιά εργασία; Ποιος κόπος θα ευοδωθεί, για να ’χω κάποια άνεση, μια ευχέρεια που λένε;
Θεέ μου σε παρακαλώ βοήθα να συνέλθω πριν λήξει η παράσταση και πέσει η αυλαία,
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.
ιδ’. Του Παύλου εκείνα τα γραπτά, του Απόστολου τα λόγια… Αχ… πόσο αυτά με βοηθάν και πόσο με προτρέπουν καρτερικά κι επίμονα συνέχεια να προσεύχομαι κι Εσένα ν’ αναμένω!
Παίρνω απάνω μου, λοιπόν, προσεύχομαι με θάρρος· τα ελέη Σου είναι πλούσια, με σιγουριά το ξέρω.
Γιατί, αντί να έρθω εγώ για να σ’ αναζητήσω, ήρθες Εσύ πρώτος σε εμέ για να με προσκαλέσεις στο δρόμο της επίγνωσης και να με συνεφέρεις.
Παίρνεις όμως το χρόνο Σου, για να με ανταμείψεις την πιο κατάλληλη στιγμή για την επιμονή μου σε κάθε έργο μου καλό· αν πρώτα αφοσιωθώ με πάσα επιμέλεια δίνεις την πιο καλή αμοιβή,
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.
ιε’. Δώρισε Θεέ τη Χάρη Σου, πάντα μαζί μου να ’ναι, για να μπορώ να Σε υμνώ κι Εσένα να δοξολογώ έχοντας βίο καθαρό κι άμεμπτη πολιτεία.
Δώσε μου Παντοδύναμε, δώσε μου ευλογία, τα λόγια με τα έργα μου να είν’ σε συμφωνία,
για να Σου ψέλνω πάντοτε και να έχω παρρησία, ώστε όσα Σου δέομαι θερμά και όσα Σου αιτούμαι να εισακούονται Κύριε.
Δώσε Χριστέ, μοναδικέ Δέσποτα και Σωτήρα, να είναι αγνή η προσευχή που θα Σου αναπέμπω,
Εσύ που τόσο επιθυμείς, όλοι αν είναι δυνατό οι άνθρωποι να σωθούνε.