Η φετινή κινηματογραφική Φόνισσα ήταν σίγουρα η πιο απρόσμενη επιτυχία. Μάλιστα επειδή ξεκίνησε την προβολή της στις 30 Νοεμβρίου, πολλοί προέβλεψαν ότι την περίοδο των εορτών θα έπεφταν τα εισιτήρια. Ο ανταγωνισμός από άλλες ταινίες, μεταξύ των οποίων μάλιστα δύο ελληνικές (Καπετάν Μιχάλης και Κουραμπιέδες από χιόνι), συν το ότι λόγω θέματος δεν ταίριαζε με το εορταστικό κλίμα, ήταν οι αιτίες της παραπάνω πρόβλεψης. Έλα όμως που η επιτυχία του φιλμ δεν σταμάτησε. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η ταινία της Εύας Νάθενα σπάει το φράγμα των 400.000 εισιτηρίων και συνεχίζει κανονικά. Φυσικά το μεγαλύτερο μερίδιο στην επιτυχία φέρει η πρωταγωνίστρια Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.
Η σπουδαιότερη ηθοποιός της γενιάς της, αν και φειδωλή στον κινηματογράφο, έχει μια συνεχόμενη επιτυχία, μετά την τόσο διαφορετική Ευτυχία του 2019, σε σκηνοθεσία Άγγελου Φραντζή.
Και όμως, όπως θα δείτε παρακάτω, η ηρωίδα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη δεν μεταφέρεται πρώτη φορά στο σινεμά. Έπρεπε να περάσει σχεδόν μισός αιώνας για να γίνει ταινία η Φραγκογιαννού, που όσο απωθητικός και αν φαντάζει ο βίος της, τόση γοητεία ασκεί ακόμα και στους θεατές του 21ου αιώνα.
Εν αρχή ην ο λόγος
Η Φόνισσα θεωρείται, στο πέρασμα του χρόνου, ένα από τα καλύτερα έργα του Παπαδιαμάντη. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες στο περιοδικό Παναθήναια το 1903, με υπότιτλο: «Κοινωνικόν μυθιστόρημα». Κεντρικό πρόσωπο είναι η Χαδούλα ή Φραγκογιαννού, που κυριαρχείται από την εγκληματική ιδέα της βρεφοκτονίας και διαπράττει μια σειρά φόνους μικρών κοριτσιών. Το έργο διαδραματίζεται στη γενέτειρα του συγγραφέα, τη Σκιάθο.
Κατά τον νεοελληνιστή Λίνο Πολίτη, «Η Φόνισσα είναι ένα δυνατό έργο ψυχογραφικό· η γυναίκα αυτή με την αβυσσαλέα ψυχολογία, που τοποθετείται έξω από την ανθρώπινη κοινωνία, είναι ένα πρόσωπο αινιγματικό και ολότελα ξένο από τους αφελείς (πονηρούς πολλές φορές, αλλά καλόκαρδους πάντα) νησιώτες που γεμίζουν τα άλλα του διηγήματα. Η ψυχολογική περιγραφή δίνεται με τελείως διαφορετική αδρότητα…».
Άλλοι μελετητές βρίσκουν στη Φόνισσα απηχήσεις από το μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι Έγκλημα και Τιμωρία.
Το μυθιστόρημα –που κυκλοφόρησε ολοκληρωμένα ως βιβλίο το 1912– σόκαρε την κοινωνία της εποχής, ενώ έφερε σε αμηχανία την πνευματική κοινότητα. Το σκεπτικό της ηρωίδας (ότι οι γυναίκες γεννιούνται για να υπηρετούν τους άντρες και να ζουν βασανισμένες και καταπιεσμένες, οπότε σκοτώνει μικρά κοριτσάκια) δίχασε την κοινωνία έναν αιώνα πριν.
Η ποπ(;) Φόνισσα
Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, 1974. Το πρώτο της Μεταπολίτευσης, όπου πλέον πνέει και ένας άλλος αέρας. Ο παλιός κινηματογράφος αποχαιρετά τον –ούτως ή άλλως όχι και τόσο φιλικό– χώρο του Φεστιβάλ, και οι νέοι δημιουργοί αισθάνονται πιο ελεύθεροι για να δημιουργήσουν. Ανάμεσα στους τελευταίους είναι και ο Κώστας Φέρρης, ο οποίος παίρνει το βιβλίο του Παπαδιαμάντη και με τη σπουδαία θεατρική (κυρίως) ηθοποιό Μαρία Αλκαίου δίνει τη δική του κινηματογραφική εκδοχή.
Η ταινία έγινε αποδεκτή από το κοινό του Φεστιβάλ, όμως υπήρξε ένα στοιχείο που κάποιοι αισθάνθηκαν παράταιρο: Η μουσική της, που έφερε την υπογραφή του νεαρού τότε Σταύρου Λογαρίδη. «Τότε θυμάμαι κατηγορήθηκα επειδή λέει έκανα ταινία τη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη με ποπ μουσική. Έτσι είχε γράψει ο Μπακογιαννόπουλος στην Καθημερινή. Πού την είδε την ποπ ο άνθρωπος;» είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ο σκηνοθέτης, επισημαίνοντας ότι «Ο Μάνος Λοΐζος, που ήταν στην επιτροπή, είπε ότι θυμίζει Pink Floyd κι άφησε να εννοηθεί πως η μουσική ήταν κλεμμένη από τους Pink Floyd. Πάντως έγινε χαμός στη Θεσσαλονίκη. Όταν είπαν ότι δεν δίνουν Βραβείο Μουσικής, άρχισαν όλοι στην αίθουσα να φωνάζουν: “ντροπή Λοΐζο, ντροπή Λοΐζο”».
Όσον αφορά τα βραβεία, η ταινία κέρδισε καλύτερης σκηνοθεσίας και α’ γυναικείου ρόλου – διακρίσεις που όμως δεν την βοήθησαν να βρει διανομή για τις αίθουσες. Έτσι, προβλήθηκε την επόμενη σεζόν και έκοψε 7.207 εισιτήρια.
Σιγά-σιγά το φιλμ ξεχάστηκε. Μέχρι το 1981, που η τότε νέα διοίκηση της ΕΡΤ αποφάσισε να προβάλλει κάθε Τετάρτη βράδυ ταινίες του νέου ελληνικού κινηματογράφου. Και η αρχή έγινε με την ταινία του Κώστα Φέρρη. Κι εδώ οι αντιδράσεις ήταν μοιρασμένες. Πάντως μέχρι αυτή την στιγμή, η ταινία υπάρχει ολόκληρη στο διαδίκτυο.
Πριν και μετά τον θεατρικό θρίαμβο
1993, και ο σκηνοθέτης Άγγελος Κοβότσος κάνει τη Φόνισσα μίνι σειρά για την κρατική τηλεόραση, με πρωταγωνίστρια την αξέχαστη Τούλα Σταθοπούλου (πρωταγωνίστρια του Θόδωρου Αγγελόπουλου αλλά και μοναδική «Σιόρα Επιστήμη» στην Τιμή της αγάπης της Τώνιας Μαρκετάκη).
Το 2009 η Φραγκογιαννού επιστρέφει στο χαρτί – αυτήν τη φορά σαν κόμικ, με την υπογραφή της Ντίνας Τσαρούχα.
Και φτάνουμε στο 2011, στον θρίαμβο της Μπέτυς Αρβανίτη. Σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθηνού, το έργο του Παπαδιαμάντη ανεβαίνει στο Θέατρο οδού Κεφαλληνίας και δονείται η θεατρική Αθήνα. Τεράστια επιτυχία, εισπρακτική και καλλιτεχνική, η Φραγκογιαννού γίνεται από τις μεγαλύτερες θεατρικές επιτυχίες της σπουδαίας ηθοποιού.
Το 2012 γίνεται και έτερη ταινία, αυτήν τη φορά από τη Στέλλα Αρκέντη, με την Ιωάννα Γκαβάκου στο ρόλο της Φραγκογιαννούς. Το φιλμ δεν προβλήθηκε σε αίθουσες.
Και έρχεται η σειρά της όπερας. Ο Γιώργος Κουμεντάκης το 2014 ανεβάζει το έργο (σε λιμπρέτο του Γιάννη Σβώλου και σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ευκλείδη) αρχικά στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Η παράσταση παίχτηκε ξανά το 2021, αυτήν τη φορά στην Εθνική Λυρική Σκηνή.
Μπορεί η θέση της γυναίκας να άλλαξε από τότε που γράφτηκε το έργο, όμως όπως φαίνεται η ηρωίδα όσο παράξενη και εκτός κοινωνικού πλαισίου κι αν είναι, τόσο συνεχίζει να γίνεται πηγή έμπνευσης. Ή μήπως δεν άλλαξε όσο θα ‘πρεπε;
Σπύρος Δευτεραίος