Ο Γιάννης Ιωαννίδης αποτέλεσε μια από τις μεγάλες μορφές του ελληνικού μπάσκετ, το οποίο φρόντισε να αναδείξει ως παίκτης και ως προπονητής. Συγκαταλέγεται στους κορυφαίους τεχνικούς της Ελλάδας, καθώς κατέκτησε συνολικά 12 πρωταθλήματα και έξι Κύπελλα με Άρη και Ολυμπιακό, ενώ διετέλεσε και προπονητής της Εθνικής Ελλάδας.
Το τρόπαιο που κυνήγησε και δεν κατάφερε να κατακτήσει ούτε με τον Άρη, ούτε με τον Ολυμπιακό, είναι ένας ευρωπαϊκός τίτλος.
Ο Ιωαννίδης γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 1945 και απέκτησε το παρατσούκλι «Ξανθός», που τον συνόδευε σε όλη του την καριέρα. Από πολύ μικρός «κόλλησε» το… μικρόβιο του μπάσκετ και από τα 15 του χρόνια άρχισε να αγωνίζεται με την ομάδα του Άρη. Παράλληλα, υπήρξε πολύ καλός μαθητής και εν συνεχεία φοιτητής Γεωπονικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Απ’ όπου και απέκτησε το πτυχίο του και προσελήφθη ως γεωπόνος στην Αγροτική Τράπεζα.
Ως παίκτης του μπάσκετ φόρεσε μόνο τη φανέλα του Άρη, στον οποίο αγωνίστηκε από το 1959 μέχρι το 1978.
Αμέσως ξεκίνησε καριέρα ως προπονητής, αναλαμβάνοντας την τεχνική ηγεσία του Άρη, τη σεζόν 1978-79, κατακτώντας το πρωτάθλημα. Τα επόμενα δύο χρόνια εργάστηκε στον Γ.Σ. Λάρισας.
Ιδιόρρυθμος χαρακτήρας, ισχυρογνώμων και απόλυτος, έντονα προληπτικός και βαθιά θρησκευόμενος στους παίκτες του στα τάιμ άουτ, ο Ιωαννίδης αναγνωρίζεται ως ο καθοδηγητής της μεγάλης ομάδας του Άρη της δεκαετίας του 1980, που βοήθησε πολύ στο να αγαπήσουν οι Έλληνες το μπάσκετ.
Από το 1982 επέστρεψε στην ομάδα της Θεσσαλονίκης, μέχρι το 1990 δημιούργησε –μαζί με τους Γκάλη και Γιαννάκη– τον «αυτοκράτορα» του ελληνικού μπάσκετ. Σε αυτά τα οκτώ χρόνια, κατέκτησε ακόμα επτά φορές το πρωτάθλημα Ελλάδας (1983, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990) και πέντε φορές το Κύπελλο (1985, 1987, 1988, 1989, 1990).
Από το 1991 μέχρι το 1996 ήταν στον πάγκο του Ολυμπιακού του Σωκράτη Κόκκαλη, βοηθώντας στο να… κατέβουν οι τίτλοι στο λιμάνι, χωρίς όμως να ανέβει και πάλι στην κορυφή της Ευρώπης. Με τους «ερυθρόλευκους πανηγύρισε τέσσερα πρωταθλήματα (1993, 1994, 1995, 1996) κι ένα Κύπελλο (1994).
Την επόμενη διετία βρέθηκε στον πάγκο της ΑΕΚ του Γιάννη Φιλίππου, την οποία και οδήγησε μέχρι τον τελικό της Euroleague. Η σεζόν 1999-00 επέστρεψε στους «ερυθρόλευκους», οι οποίοι αποτελέσαν και την τελευταία δουλειά σε σύλλογο.
Από ‘κει και πέρα, ο Γιάννης Ιωαννίδης μέτρησε και δύο θητείες στον πάγκο της Εθνικής ομάδας, με την πρώτη να ήταν το 1980-81 και τη δεύτερη το 2002-03.
Το μεγάλο του απωθημένο ωστόσο ήταν ότι δεν κατάφερε να κατακτήσει κανέναν ευρωπαϊκό τίτλο, παρ’ ότι βρέθηκε 6 φορές στο final four (φάιναλ φορ) της Euroleague. Τις πρώτες 3 φορές με τον Άρη επί 3 συνεχόμενα χρόνια (1988, 1989, 1990) δεν κατάφερε να προκριθεί στον τελικό, ενώ το κατάφερε τις επόμενες 3 φορές (το 1994 και το 1995 με τον Ολυμπιακό και το 1998 με την ΑΕΚ), γνωρίζοντας όμως και τις 3 φορές την ήττα στον τελικό.
Η πολιτική καριέρα και οι θητείες του ως υφυπουργός Αθλητισμού
Από τις εκλογές του 2004 μέχρι τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, ο Γιάννης Ιωαννίδης κατείχε θέση βουλευτή στην Εκλογική περιφέρεια Α΄ Θεσσαλονίκης με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και μετά τις εκλογές του 2007 διορίστηκε στη θέση του υφυπουργού Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα Αθλητισμού, θέση που κράτησε μέχρι τις 7 Οκτωβρίου 2009. Μετά την επανεκλογή του το 2009, άσκησε τα καθήκοντα του υπεύθυνου Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Αθλητισμού της Νέας Δημοκρατίας. Στη νέα κυβέρνηση συνεργασίας της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ που συγκροτήθηκε μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012 τοποθετήθηκε ξανά στη θέση του υφυπουργού Αθλητισμού, ως τον Ιούνιο του 2013.
Μεταξύ άλλων διετέλεσε μέλος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων, της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας, της Υποεπιτροπής για την Παρακολούθηση θεμάτων Αθλητισμού, της Διαρκούς Επιτροπής Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης & Δικαιοσύνης, της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της Διακομματικής Επιτροπής για τη Διαμόρφωση Θεσμικού Πλαισίου Εγγυήσεων Διαφάνειας στον Αθλητισμό, καθώς και της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος.
Του είχαν απονεμηθεί πολλές διακρίσεις, από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, από ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, από νομικά και φυσικά πρόσωπα και πλήθος άλλους φορείς. Ανάμεσα στις διακρίσεις του προεξέχουσα θέση κατέχει η βράβευση του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών που φέρει τον τίτλο HOMO HELLENICUS.