Κακά τα ψέματα, η ροκ σκηνή στη χώρα μας λειτουργούσε πάντα στη σκιά του λαϊκού ή του έντεχνου. Ακόμα και στην έκρηξη του πολιτικού τραγουδιού, οι «ροκάδες» αντιμετωπιζόντουσαν ως είδος από άλλο πλανήτη ή από άλλες χώρες. Από την άλλη υπήρξαν αρκετοί «ροκάδες» που πιο πολύ μιμούνταν τους ξένους παρά είχαν πρωτογενές –και καλό– υλικό να επιδείξουν.
Ο αξέχαστος Σταύρος Λογαρίδης που γεννήθηκε σαν σήμερα και έφυγε το 2022 στα 69 του από καρκίνο, ήταν από τους σπουδαιότερους μουσικούς του είδους.
Που και δρόμους άνοιξε και πειραματίστηκε και επιτυχία γνώρισε. Απλά ήταν χαμηλών τόνων και δεν βίωσε την αναγνώριση που του άξιζε. Ήταν δηλαδή το αντίθετο από πολλούς που ξέραμε το πρόσωπό τους, τη ζωή τους και όλα τα συναφή, αλλά κάπου η τέχνη τους ερχόταν σε δεύτερη μοίρα.
Μάλιστα όπως έχουν επισημάνει πολλοί ειδικοί, είχε και μια από τις καλύτερες φωνές. Μόνο που και αυτή οικειοθελώς ως φαίνεται, πέρασε σε δεύτερη μοίρα, αφού προτίμησε να βάλει μπροστά την ιδιότητά του ως συνθέτης.
Με δύναμη από την Πόλη
Ο Λογαρίδης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στις 21 Σεπτεμβρίου 1953. Άρχισε να ασχολείται με τη μουσική πριν πάει δημοτικό με την καθοδήγηση του παππού του που ήταν πρωτοψάλτης στο ναό του Αγίου Γεωργίου στο Πατριαρχείο χειροτονημένος από τον Αθηναγόρα. Από παιδί είχε κλίση στον ήχο καθώς και στη ρυθμική αγωγή. Όταν ο παππούς του κατάλαβε ότι ο μαθητής του δεν ήταν παιδάκι που συγκεντρωνόταν εύκολα για να τον μάθει γραφή, άρχισε να του μαθαίνει ήχους και ρυθμούς: τον έπαιρνε μαζί του στην εκκλησία Ο πατέρας του έπαιζε κιθάρα και η μητέρα του ακορντεόν.
Την πρώτη κιθάρα του την απέκτησε 10 ετών, όταν πρωτοάκουσε τη ροκ μουσική που κυριαρχούσε τότε. 14 ετών φτιάχνει το συγκρότημα Juniors και τον ίδιο χρόνο το συγκρότημα Sphinx. Οι Sphinx πήρανε μαζί με τον Άλεξ Μπανάκη, τον Νάκη Σαρή και τον Μιχάλη Ασπιώτη το πρώτο βραβείο παντουρκικού διαγωνισμού μουσικής που κήρυξε η εφημερίδα Hurriyet τότε. Στα 15 του έρχεται στην Αθήνα και πάει στην τότε Polydor και κυκλοφορεί τον πρώτο του δίσκο 45 στροφών με τον αστείο τίτλο Ήταν μια μικρούλα και μελαχρινούλα. Συνεργάζεται στο στούντιο με τον οργανίστα των Charms και συμμετέχει για να βγάλει λεφτά σε φωνητικά του Μάνου Χατζιδάκι.
Στο δρόμο με ένα ταγάρι
Ο τότε διευθυντής της Polydor Νίκος Αντύπας επιμένει να τον γνωρίσει σε κάτι μουσικούς με «πολύ ωραία τραγούδια», όπως έλεγε, για να δημιουργηθεί ένα συγκρότημα το 1970. Ο Σταύρος προσπαθούσε να εξηγήσει στον Αντύπα ότι τα συγκροτήματα δεν φτιάχνονται με συνοικέσια εταιρειών αλλά μέσα από φιλίες.
Μετά όμως από επιμονή και πιέσεις τον πείθει να πάει στο σπίτι των μουσικών να ακούσει τα τραγούδια και να τους γνωρίσει. Εκεί γνωρίζεται για πρώτη φορά με τον Κώστα Τουρνά, τον Ρόμπερτ Ουίλιαμς και τον Κώστα Παπαϊωάννου. Ενθουσιάζεται από τα τραγούδια, και τιμά τίς αρχές του περί «group φιλίας». Ξεκινάνε οι πρόβες και φτιάχνεται το συγκρότημα Poll που θα κάνει δύο μεγάλους δίσκους ορόσημο στην ελληνική σκηνή, το Άνθρωπε και το Λευκό Album. Ειδικά το πρώτο έχει περάσει στην ιστορία τόσο για τα σπουδαία τραγούδια του, όσο και ότι κυκλοφόρησε μέσα σε ένα ταγάρι. Πρωτοποριακό και αξεπέραστο.
https://www.youtube.com/watch?v=9avd-hfWUxI
Οι Poll με σχεδόν δυο χρόνια παρουσίας είναι σταρ. Ο Λογαρίδης όμως όλο αυτό δεν το άντεχε. Δεν ήταν άλλωστε και το ζητούμενο του. Τελικά αποχωρεί από το συγκρότημα όταν οι υπόλοιποι του συγκροτήματος παίρνουν την απόφαση να εμφανιστούν στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, το 1972.
Οι Poll μια δεκαετία μετά, συναντήθηκαν σε μια συγκλονιστική συναυλία στο Λυκαβηττό, που όσοι ήταν εκεί, ακόμα την θυμούνται με συγκίνηση.
Φάκελος Παπαθανασίου
Αμέσως μετά φτιάχνει το συγκρότημα Ακρίτας και κυκλοφορεί το ομώνυμο άλμπουμ που πουλιέται στη Γερμανία, Ιαπωνία και θεωρείται ένα από τα πιο προοδευτικά άλμπουμ όλων των εποχών στον κόσμο. Το συμπεριλαμβάνουν και το μνημονεύουν ακόμα και σήμερα τα πιο προοδευτικά sites μουσικής σε Ευρώπη και Αμερική. Στην Ιαπωνία κυκλοφόρησε με γιαπωνέζικο εξώφυλλο, που θεωρείται σπάνιο συλλεκτικό αντικείμενο στους κύκλους των μουσικόφιλων σήμερα. Οι Ακρίτας συνεργάστηκαν με μεγάλα ονόματα όπως ο Βαγγέλης Παπαθανασίου.
Με τον τελευταίο, μερικά χρόνια αργότερα έμελλε να παιχτεί ένα δικαστικό δράμα, που στην ουσία έβλαψε με πολλούς τρόπους τον Σταύρο Λογαρίδη.
Όλα ξεκίνησαν το 1975 όταν ακούστηκε για πρώτη φορά το κομμάτι του «Μενεξεδένια Πολιτεία» στην ομώνυμη τηλεοπτική σειρά που βασιζόταν σε ένα μυθιστόρημα του Άγγελου Τερζάκη.
Λίγα χρόνια αργότερα ο Βαγγέλης Παπαθανασίου συνθέτει τη μουσική για την οσκαρική ταινία Οι δρόμοι της φωτιάς. Ένα πασίγνωστο κομμάτι που κέρδισε Όσκαρ και έχει γίνει διαχρονική επιτυχία.
https://www.youtube.com/watch?v=CSav51fVlKU
O Σταύρος Λογαρίδης κατηγόρησε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας ισχυριζόμενος πως η μουσική των Δρόμων της φωτιάς ήταν κλεμμένη από την Μενεξεδένια Πολιτεία την οποία είχε στείλει ο ίδιος πολύ πριν γράψει το μουσικό θέμα της βραβευμένης με τέσσερα Όσκαρ ταινίας.
Η πολύκροτη δίκη που έγινε το 1987 σε αγγλικό δικαστήριο εξελίχθηκε σε μάχη όχι μόνον μεταξύ δύο Ελλήνων καλλιτεχνών αλλά και δύο δισκογραφικών γιγάντων, της EMI και της Warner.
Ήταν μια δίκη γεμάτη εντάσεις αλλά και εκπλήξεις με κορυφαία την επιλογή του Βαγγέλη Παπαθανασίου να φέρει εντός της δικαστικής αίθουσας τα μουσικά του «εργαλεία», μεταξύ των οποίων πλήκτρα, ενισχυτές κ.ά. προκειμένου να αποδείξει τον αυτοσχεδιαστικό τρόπο με τον οποίο συνθέτει τα έργα του.
Η απόφαση θα βγει έναν μήνα αργότερα δικαιώνοντας τον Βαγγέλη Παπαθανασίου με το σκεπτικό ότι «αν και δεν ήταν απίθανο να έχει ακούσει το κομμάτι του Λογαρίδη κανείς δεν μπορεί να αποδείξει αν το αντέγραψε συνειδητά ή ασυνείδητα». Ο Σταύρος Λογαρίδης, απογοητευμένος, αποφασίζει να μην προχωρήσει τη δικαστική διαμάχη και δεν κάνει έφεση.
Η διετής αυτή περιπέτεια όμως αποδείχτηκε ως μια από τις πιο σκοτεινές – αν όχι η πιο σκοτεινή – περίοδος της ζωής του. Από τότε για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα κλείνεται στον εαυτό του, αποφεύγει τις ζωντανές εμφανίσεις εθίζεται σε ουσίες, που όμως θα καταφέρει αργότερα να απεξαρτηθεί. Έπρεπε όμως να ξεκινήσει και πάλι από την αρχή.
Η «άλλη» πλευρά
Ζούσε στο Παλαιό Φάληρο όπου μετοίκισε όταν ήρθε από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα το 1968 σε ηλικία 15 ετών. Αν και ήταν πολύ μα πάρα πολύ μοναχικός τύπος και πολλές φορές καταθλιπτικός στη ζωή του είχε ένα απίστευτο χιούμορ με τους ανθρώπους που έρχονταν κοντά.
Επίσης είχε βαθιά πίστη στο Χριστό. Μια φορά το χρόνο επισκεπτόταν το Άγιο Όρος και τον πνευματικό του εκεί. Κάποιες φορές γύριζε στεναχωρημένος γιατί διαπίστωνε την επίδραση που είχε η τεχνολογία και ο σύγχρονος κόσμος ακόμη κι εκεί.
Αν και φανατικός των ηλεκτρονικών ήχων, στην καθημερινότητα του δεν είχε σχεδόν καμία επαφή με την τεχνολογία. Λέγεται ότι δεν είχε τραπεζικές κάρτες και άλλα χαρτιά που χρειάζεται κάποιος για να κάνει οτιδήποτε. Ακόμη και τα μηχανήματα που χρειαζόταν για τις ηχογραφήσεις της μουσικής του, κατάφερνε με διάφορους τρόπους να τα παραγγέλνει διαδικτυακά.
Την επιθυμία, να αφήσει την τελευταία του πνοή στην Ινδία δεν πρόλαβε να την πραγματοποιήσει.
Αλλού. Απόμακρος όσο και γήινος. Πολυτάλαντος αλλά και αμήχανος στο να προβάλει το ταλέντο του. Στα χρόνια των 90s φαινόταν η απροθυμία του να βγει να προωθήσει την δουλειά του με τους νέους κανόνες του marketing και ας είχε βγάλει σπουδαία τραγούδια που αποδείχτηκαν διαχρονικά.
https://www.youtube.com/watch?v=-4n8ntzCG-s
Ακόμα και το 2007 που η δισκογραφία είχε μπει σε άλλους δρόμους που αποδείχτηκαν καταστροφικοί, ο ίδιος έκανε μια επιτυχία, με ένα τραγούδι τόσο γλυκό, αλλά και τόσο διαφορετικό.
Και βέβαια οι φοβερές μουσικές που έγραψε για σειρές και ταινίες, όπως η Φόνισσα, οι Απέναντι ή η Οικογένεια Ζαρντή. Και μην ξεχνάμε ένα μουσικό του θέμα, το Σνιφ-σνιφ έγινε το μουσικό θέμα μιας όχι μόνο ιστορικής εκπομπής της ΕΡΤ, αλλά και που χαρακτήρισε μια ολόκληρη γενιά.
Σπύρος Δευτεραίος