Στο άρθρο μας της προηγούμενης Παρασκευής παρουσιάσαμε πραγματικά δεδομένα από τις μείζονες κρίσεις των Χόρα, Σισμίκ και Ιμίων, που όλες με τη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ, οδήγησαν την Ελλάδα σε συνομιλίες με την Τουρκία, οι οποίες, μάλιστα, κατέληξαν σε ισάριθμες επονείδιστες συμφωνίες για τη χώρα μας.
Μάλιστα, για να μην έχουμε αμφιβολία για το «επονείδιστες», το 1987 αμέσως μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βουλιαγμένης, γνωστή ως Συμφωνία Παπούλια-Γιλμάζ, ο νεαρός τότε υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας –με καταγωγή από το Μεσοχώρι (Kaptanpaşa) του Ριζαίου–, επικοινώνησε τηλεφωνικά με την Άγκυρα και είπε θριαμβολογώντας: «Με τη συμφωνία που υπογράψαμε, βάλαμε πόδι στο Αιγαίο». Για να μην υπάρχει καμία αμφοβολία, οι αρμόδιες υπηρεσίες κατέγραψαν τη συνομιλία.
Άρα, να εξηγήσουμε το «μοντέλο» που χρησιμοποιήθηκε και στις τρεις περιπτώσεις, πρώτα εμφανίστηκε η ελληνοτουρκική κρίση ή «κρίση», αφού δημιουργήθηκε σκηνικό και ο φόβος του πολέμου στην κοινή γνώμη ακολούθησε η αμερικανική μεσολάβηση, για να καταλήξουμε σε συνομιλίες, που οδήγησαν στην υπογραφή των τριών συμφωνιών που περιγράψαμε στο προηγούμενο άρθρο μας: Βέρνης, Βουλιαγμένης και Μαδρίτης.
Μετά τα Ίμια και τη Μαδρίτη ακολούθησε η κρίση με την υπόθεση Οτζαλάν, τον Ιανουάριο του 1999, οι φονικοί σεισμοί στην Τουρκία, τον Αύγουστο του 1999, η παροχή βοήθειας από την Ελλάδα, ο σεισμός στην Πάρνηθα, το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους, για να ακολουθήσει και πάλι διαδικασία «προσέγγισης» των δύο χωρών.
Η προσέγγιση αυτή οδήγησε στο Ελσίνκι, όπου η Ελλάδα έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή της στο κείμενο των συμπερασμάτων, το οποίο αναφέρει σχετικά με την Τουρκία και τις υπόλοιπες υποψήφιες χώρες προς ένταξη στην ΕΕ (παράγραφος 4) τα εξής:
«Η ΕΕ παροτρύνει τα υποψήφια κράτη να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την επίλυση κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς και άλλων συναφών θεμάτων». Καλεί δε «να φέρουν τη διαφορά ενώπιον του “Διεθνούς Δικαστηρίου”» και επισημαίνει ότι «το αργότερο στα τέλη του 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα επανεξετάσει την κατάσταση ως προς κάθε εκκρεμή διαφορά»…
Αυτό οδήγησε Ελλάδα και Τουρκία το Μάρτιο του 2002 να συμφωνήσουν «σε μια διαδικασία εμπιστευτικών Διερευνητικών Επαφών, με σκοπό να διερευνηθεί εάν και κατά πόσον υπάρχει κοινό έδαφος και συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έναρξη διαπραγματεύσεων που θα μπορούσαν ενδεχομένως να καταλήξουν σε συμφωνία για την υφαλοκρηπίδα. Οι εν λόγω Διερευνητικές Επαφές είχαν διακοπεί το 2016 με υπαιτιότητα της Τουρκίας. Μετά την αποκλιμάκωση που ακολούθησε τις εντάσεις του δεύτερου μισού του 2020, που είχαν προκληθεί από την Τουρκία, οι Διερευνητικές Επαφές ξεκίνησαν εκ νέου τον Ιανουάριο του 2021. Έχουν ήδη πραγματοποιηθεί 62 γύροι», όπως μας ενημερώνει από την επίσημη ιστοσελίδα του το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Στη συνέχεια το ΥΠΕΞ μάς ενημερώνει ότι «Σε περίπτωση που διαφανεί ότι δεν καθίσταται δυνατή η εξεύρεση κοινού εδάφους εντός εύλογου χρόνου, η πάγια θέση της Ελλάδας, η οποία συνάδει απολύτως με το διεθνές δίκαιο και έχει τεθεί και ως κριτήριο στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, είναι η παραπομπή του ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ), προκειμένου να μη διαιωνισθεί η διαφορά. Δεδομένου, όμως, ότι η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τη γενική υποχρεωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, απαιτείται ειδική συμφωνία (συνυποσχετικό) που θα αποτελέσει τη νομική βάση για τη δικαιοδοσία του ΔΔΧ».
Και είμαστε ακριβώς εδώ. Η Τουρκία, αντί να συμφωνήσει να βρεθεί «κοινό έδαφος», για να γίνουν όσα αναφέρει το ΥΠΕΞ, έπραξε τα εξής:
Πρώτον, στις 2 Σεπτεμβρίου 2019, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κατά τη διάρκεια επίσημης τελετής ορκωμοσίας στο Τουρκικό Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας στην Κωνσταντινούπολη, φωτογραφήθηκε με… καμάρι μπροστά στο χάρτη της Γαλάζιας Πατρίδας, ένα δόγμα νέμεται την ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα του μισού Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου, μη αναγνωρίζοντας κανένα δικαίωμα στα νησιά σε ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, περαν της αιγιαλίτιδας ζώνης. Σημειώνεται ότι ακολούθησαν μεγάλες αεροναυτικές ασκήσεις με το ίδιο όνομα και δηλώσεις του Ερντογάν και κάθε υπευθύνου, ότι «Η Τουρκία θα προστατέψει με κάθε μέσον τα δικαιώματά της στη Γαλάζια Πατρίδα».
Δεύτερον, τα τέλη Νοεμβρίου 2019, παραβιάζοντας κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέγραψε με τον Λίβυο ομόλογό του, Φαγέζ αλ Σάρατζ, το τουρκολυβικό μνημόνιο, το οποίο δεν αναγνωρίζει δικαιώματα ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδας όχι μόνο στο Καστελόριζο αλλά και στην Κρήτη, το πέμπτο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου, παρά μόνον αιγιαλίτιδα ζώνη 6νμ.
Τρίτον, την Καθαρά Δευτέρα του 2020 πραγματοποίησε μια καλά σχεδιασμένη από την τουρκική κυβέρνηση και υποστηριζόμενη από το κράτος επιχείρηση εισβολής στο ελληνικό έδαφος, χρησιμοποιώντας αλλοδαπούς, τους οποίους βοηθούσαν και υποστήριζαν εμφανώς η τουρκική στρατοχωροφυλακή, η αστυνομία και η ΜΙΤ.
Τέταρτον, αμφισβήτησε ευθέως τα εν δυνάμει και με βάση το διεθνές δίκαιο κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο, στέλνοντας το καλοκαίρι του 2020 το ερευνητικό σκάφος Oruç Reis (Ορούτς Ρέις), συνοδευόμενο από 25 πολεμικά πλοία, στην περιοχή μεταξύ Καστελορίζου-Ρόδου-Κρήτης, όπου επί τρεις ολόκληρους μήνες διεξήγαγε έρευνες στην με βάση το δεθνές δίκαιο ελληνική (μη οριοθετημένη) ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα. Ήταν τότε που το Ορούτς Ρέις έφθασε στα 6νμ από το Καστελλόριζο και ο νυν υπουργός Εξωτερικών κ. Γεραπετρίτης δήλωσε ότι «η κόκκινη γραμμή της Ελλάδας είναι τα 6νμ», δίνοντας ξεκάθαρα το μήνυμα ότι για την Ελλάδα τα κυριαρχικά της δικαιώματα δεν είναι «κόκκινη γραμμή»… άρα, μπάτε σκύλοι αλέστε…
Πέμπτον, την 13η Ιουλίου 2021, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Τουρκίας στον ΟΗΕ Φεριντούν Σινιρλίογλου, έστειλε επιστολή στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, με την οποία αποκαλύπτει τις αναθεωρητικές προθέσεις της Τουρκίας. Εργαλειοποιεί την αποστρατιωτικοποίηση που διατείνεται ότι δεν τηρεί η Ελλάδα, υπογραμμίζει την παραβίαση, επισημαίνει ότι η συγκέντρωση στρατού στα νησιά, τα οποία διατείνεται ότι αποτελούν απειλή για την ασφάλεια της Τουρκία και καταλήγει ότι «η τήρηση της αποστρατιωτικοποίησης ήταν όρος –που δεν ήταν– για την παραχώρηση της κυριαρχίας και ότι η μη τήρησή του θέτει σε αμφισβήτηση την κυριαρχία των νησιών και όποιες διεκδικήσεις θαλασσίων ζωνών απορρέουν εξ αυτής της κυριαρχίας».
Έκτον, τον Οκτώβριο του 2022 Τουρκία και Λιβύη υπέγραψαν δύο μνημόνια συνεργασίας για τους υδρογονάνθρακες και τα σχετικά πρωτόκολλα, για τα οποία ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε ότι «Η συμφωνία για τους υδρογονάνθρακες που μόλις υπογράψαμε στοχεύει στη συνεργασία με τουρκικές και λιβυκές εταιρείες, όπως η εξερεύνηση και η γεώτρηση, με αμοιβαία συνεννόηση και στη στεριά και στη θάλασσα και στις ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας μας με win win κατανόηση», δήλωσε. Για να γίνει αντιληπτό, μόλις πριν από 11 μήνες, η Τουρκία υπέγραψε συμφωνία με την οποία «ισχυροποιεί» το πρώτο τουρκολυβικό μνημόνιο, ενώ εγγράφει υποθήκες και για την ΑΟΖ νοτίως της Κρήτης.
Υπάρχουν και άλλα ΓΕΓΟΝΟΤΑ, αλλά αρκούμαστε σ’ αυτά.
Ενώ λοιπόν έχουν συμβεί αυτά, η Ελλάδα σύρεται σε διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, με αφορμή και πάλι τους σεισμούς στην Τουρκία και το δυστύχημα στα Τέμπη, χωρίς η Τουρκία να έχει δείξει οποιαδήποτε διάθεση να αποστεί από τις προαναφερθείσες διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας, και ακριβώς με την ίδια «συνταγή» με τις προηγούμενες, με μόνη τη διαφορά ότι τώρα οι τουρκικές διεκδικήσεις έχουν αναβαθμιστεί, όπως έχει αναβαθμιστεί και ο πολιτικός διάλογος.
Για να μην ξεχνιόμαστε και στη Βουλιαγμένη οι Παπούλιας-Γιλμάζ είχαν συμφωνήσει σε διάλογο, ΜΟΕ και θετική ατζέντα και είδαμε πού φθάσαμε σήμερα.
Τώρα ο κύριος Γεραπετρίτης συμφώνησε και σε πολιτικό διάλογο, τον οποίον, μάλιστα, ο κ. Φιντάν θέλει να είναι «χωρίς όρους και προϋποθέσεις».
Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα, χωρίς χαρακτηρισμούς και σχόλια. Και όσοι προσπαθούν να την παρουσιάσουν διαφορετικά, προσοχή να μην πέσουν πάνω της, γιατί είπαμε ότι είναι… σκληρή.