Ξεκίνησε μόνος του από τη Νάουσα με στόχο να κατακτήσει την υψηλότερη κορυφή του Αραράτ, στο Κουρδιστάν. Και εκεί, στα 5.165 μέτρα, ο οδηγός βουνού, δάσκαλος πολεμικών τεχνών και διεθνής ορειβάτης Γιώργος Καισαρίδης στις 21 Αυγούστου ξεδίπλωσε την ελληνική σημαία, ακούγοντας στη διαπασών ποντιακά τραγούδια!
Όπως δήλωσε στη voria.gr, εδώ και χρόνια ήθελε να τιμήσει τα θύματα της Γενοκτονίας των Αρμενίων, με το μυαλό στις δικές του ρίζες.
«Όταν πριν από 3,5 χρόνια ανέβηκα στις Ποντικές Άλπεις ένιωσα σαν να μην πέρασε μια μέρα από την εποχή που η οικογένειά μου κατοικούσε στην Αργυρούπολη του Πόντου. Όλα έμοιαζαν τόσο οικεία, τόσο φιλόξενα ακόμα και σε αυτό το δολομιτικό βουνό που στην Κύρου Ανάβασις οι Μύριοι του Ξενοφώντα αναφώνησαν “Θάλαττα, θάλαττα” όταν αντίκρισαν τη Μαύρη Θάλασσα από τα βουνά του Πόντου. Επίσης ένα road trip που έκανα στο Ερζερούμ, στο Καρς και στο Αρνταχάν, αλλά και στην αρχαία πρωτεύουσα της Αρμενίας, την Ανί, την πόλη φάντασμα με τις 1.001 εκκλησίες, μου ξύπνησαν αισθήματα οικειότητας με την περιοχή», δήλωσε στη voria.gr.
Ο Γιώργος Καισαρίδης είναι και μέλος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ορειβασίας και Αναρρίχησης, στην επιτροπή ανάπτυξης του ορειβατικού σκι. Τον άθλο του στο Αραράτ τον κατέγραψαν μία ορειβάτισσα από την Τσεχία και δύο ορειβάτες από τη Βουλγαρία. Ήταν μέλη μικτής αποστολής στην οποία συμμετείχαν και 9 Έλληνες από την Πελοπόννησο – ο Ναουσαίος ορειβάτης τους συνάντησε τυχαία, στα σύνορα με το Ιράν.
«Κάτι με έσπρωχνε να ψάξω στην ιστορία, στην προγονική μνήμη, σε μέρη που στην ψυχή μου είχαν ιδιαίτερη αξία, και το ρίσκο, η ταλαιπωρία και ό,τι συνεπάγεται, άξιζε να ξεκινήσω», τόνισε.
Έτσι βρέθηκε σε ένα σταυροδρόμι πολιτισμών και λαών, στη μέση του πουθενά, στα σύνορα Ιράν, Ναχιτσεβάν (αζερικός θύλακας), Αρμενίας και Τουρκίας. Κι αυτό ήταν μια αξέχαστη εμπειρία», είπε στη voria.gr.
Οδηγός της αποστολής ήταν ο κουρδικής καταγωγής Εμρά. Το ορειβατικό πενθήμερο ξεκίνησε από τα 2.200 μέτρα και το χωριό Κέβιρμε. Η αποστολή κινήθηκε σε ένα βουνό γεμάτο βράχια, σε έναν ηφαιστειακό κώνο στα υψίπεδα της Αρμενίας. Μαζί τους Κούρδοι νομάδες, άλογα και σκυλιά Καγκάλ.
Η πρώτη κατασκήνωση βάσης στήθηκε στα 3.211 μέτρα και η δεύτερη στα 4.200 μέτρα.
Όπως περιέγραψε ο Γιώργος Καισαρίδης, η πιο δύσκολη ήταν η τελευταία ημέρα, με ανάβαση ξανά στα 4.200 μέτρα, ξύπνημα στις 12 το βράδυ και ξεκίνημα για κορυφή στη 1:00 με πολύ κρύο. Όσο το υψόμετρο ανέβαινε η κάθε ανάσα γινόταν πιο δύσκολη μέχρι τα 4.800 μέτρα όπου ξεκινά ο παγετώνας. Κοπιώδης προσπάθεια στους -15°C, σε κάθε μέτρο γινόταν και δυσκολότερη.
Και έφτασε στα 5.165 μέτρα. «Ήμουν εκεί, σε ένα μέρος που είχα δει σε ντοκιμαντέρ, εγώ, ο Γιώργος ο Πόντιος, ο Ναουσαίος, ένας κόκκος άμμου και όμως ένα κομμάτι του παζλ της Γης που κάτι έχει να προσφέρει και αυτό. Μπροστά μου από την άλλη μεριά η Αρμενία και το Γερεβάν και εγώ εκεί, κυματίζοντας για λίγα δευτερόλεπτα “εφήμερης δόξας” την ελληνική σημαία σε μια στιγμή που γράφτηκε στο νου και την ψυχή μου. Δάκρυα συγκίνησης, όχι για πρώτη φορά σε αυτό το βουνό που το ανέβηκα ακούγοντας κουρδικά και ποντιακά τραγούδια», περιέγραψε.
Το ταξίδι για την ιστορία τελείωσε με επίσκεψη στον χώρο της Κιβωτού του Νώε, στην αρχαία Ουρουάρτη, αλλά και στο παλάτι του Ισάκ Πασά.
Ο Γιώργος Καισαρίδης σχεδιάζει ήδη την επόμενη αποστολή, αυτή τη φορά στο Ιράν και στο όρος Νταμαβάντ, απόληξη του μεγάλου Καύκασου στην Κασπία Θάλασσα, στα 5.623 μέτρα.