Λαβωμένη βγήκε από τις φλόγες η μονή του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία, το καλύτερα διατηρημένο μοναστηριακό συγκρότημα των μεσοβυζαντινών χρόνων στον ελληνικό χώρο κι ένα από τα πιο ξακουστά στον κόσμο.
Η μεγάλη φωτιά που κινούταν με πρωτοφανή μανία το απόγευμα της Τετάρτης στην περιοχή Διστόμου-Αράχοβας-Αντίκυρας στη Βοιωτία, κατάφερε να περάσει στον αυλόγυρο της φημισμένης μονής, όπου έντρομοι επισκέπτες και μοναχοί την εγκατέλειψαν.
Την ίδια στιγμή, ισχυρές δυνάμεις της πυροσβεστικής υπηρεσίας είχαν ριχτεί στη μάχη με τις φλόγες που έζωναν τα ιστορικά κτήρια προσπαθώντας να μετριάσουν το μέγεθος της καταστροφής.
Η επόμενη ημέρα βρίσκει τη μονή καπνισμένη και γεμάτη πληγές. Οι φλόγες κατέστρεψαν τμήμα του περιβάλλοντος χώρου της μονής, όπως και τη στέγη του εγκαταλελειμμένου κελιού του μοναχού Ιωάσαφ, που χρονολογείται στον 19ο αιώνα στη νοτιοανατολική πτέρυγα του συγκροτήματος, με αποτέλεσμα την κατάρρευση του κτηρίου, ενώ προκάλεσε βλάβες στους χώρους υγιεινής των επισκεπτών.
Αντίθετα, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, «δεν υπέστησαν ουδεμία βλάβη» το καθολικό της μονής, ο ναός της Παναγίας, η Κύπτη, το φωτάναμα, το βορδονάρειο και οι βορειοανατολικές στοές.
Αυτό, σύμφωνα με την ανακοίνωση, επιτεύχθηκε χάρη στην έγκαιρη και συντονισμένη παρέμβαση της πυροσβεστικής, όπως και λόγω των εργασιών «συστηματικής αποψίλωσης» του περιβάλλοντα χώρου που είχαν προηγηθεί από τον δήμο.
Ο αρχαιολογικός χώρος της μονής του Οσίου Λουκά θα παραμείνει κλειστός για το κοινό μέχρι να ολοκληρωθούν οι εργασίες καθαρισμού και αποκατάστασης των ζημιών στους χώρους υγιεινής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, παρότι η μονή του Οσίου Λουκά είχε συμπεριληφθεί στα μνημεία που μελετά η κοινή ομάδα εργασίας του υπουργείου Πολιτισμού και του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, μέσω ειδικού μνημονίου συνεργασίας και με την επιστημονική συνεργασία του Πανεπιστημίου Αθηνών, η μελέτη πυρόσβεσης που το αφορούσε, όπως αποδείχτηκε, παρέμεινε στα χαρτιά και δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Η σπουδαιότητα του μοναστηριακού συγκροτήματος
Η Μονή του Οσίου Λουκά θεωρείται από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία στον κόσμο, αφενός λόγω της αρχιτεκτονικής του κι αφετέρου επειδή περιέχει ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα σύνολα ψηφιδωτών από την περίοδο της Μακεδονικής Αναγέννησης.
Εντάχθηκε στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO από το 1990 και μαζί με τη Νέα Μονή Χίου και τη Μονή Δαφνίου είναι τα μοναδικά ελληνικά μοναστήρια που συγκαταλέγονται στον Κατάλογο.
Χτισμένο στις δυτικές πλαγιές του Ελικώνα κοντά στην αρχαία Στείριδα, το μοναστήρι του Οσίου Λουκά αποτελεί το σημαντικότερο ίσως μνημείο της μεσοβυζαντινής εποχής όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και σε ολόκληρη τη Βαλκανική.
Ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα και στη μακραίωνη ιστορία του συνδέθηκε με σπουδαία γεγόνοτα, ενώ απολάμβανε της εύνοιας και της προσοχής Βυζαντινών αυτοκρατόρων και αξιωματούχων.
Γνωστό και ως βασιλομονάστηρο, λόγω της μεγαλοπρέπειας και της τελειότητάς του, αλλά και της εμπλοκής των ίδιων των Βυζαντινών αυτοκρατόρων στην ανέγερση του καθολικού του, αποτελεί ένα έξοχο δείγμα της περιόδου αυτής και ανεγέρθηκε, προκειμένου αφενός να εκδηλωθεί μια θρησκευτική αντεπίθεση μετά την περίοδο της Εικονομαχίας (726-842) και αφετέρου να διασφαλιστεί η ενότητα του πληθυσμού μετά τις αλλεπάλληλες επιδρομές βαρβαρικών φύλων.