Βράδυ 14ης Οκτωβρίου 1984. Μια γυναίκα τηλεφωνεί σε αστυνομικό τμήμα των βορείων προαστίων. Ίσα που προλαβαίνει να ψελλίσει «βοήθεια» και πέφτει στο πάτωμα του σπιτιού της. Οι αστυνομικοί τρέχουν στο σπίτι της και την μεταφέρουν στο νοσοκομείο, με διαμπερές τραύμα στον αριστερό ωμοθώρακα. Η Αφροδίτη Κοζανιτά σώζεται και δίνει κατάθεση. Ο άνθρωπος που την πυροβόλησε ήταν ο Γιάννης Γκιωνάκης.
Ο ηθοποιός συνελήφθη και το πρωινό της επόμενης ημέρας τον βρήκε κρατούμενο προκειμένου να απολογηθεί στον ανακριτή για απόπειρα ανθρωποκτονίας. Ο Γκιωνάκης ισχυρίζεται ότι λάτρευε τη σύντροφό του και σε καμία περίπτωση δεν είχε πρόθεση να τη σκοτώσει. Εκείνη, εκτός από το σοκ της επίθεσης και της νοσηλείας της, βρέθηκε ξαφνικά στο μικροσκόπιο των ΜΜΕ, έχοντας ταυτόχρονα να προστέψει τον γιο της Φοίβο, γνωστό συνθέτη και στιχουργό δεκάδων επιτυχίων, διάσημων Ελλήνων τραγουδιστών.
Η σχέση και τα δικαστήρια
Η πρωτόγνωρη για την εποχή –και τη χώρα– υπόθεση, σκάει σαν βόμβα. Για να φανταστείτε για τι σοκ μιλάμε, δύο μέρες μετά την είδηση, η ΕΡΤ που είχε προγραμματίσει την προβολή της ταινίας Διαβόλου κάλτσα όπου έπαιζε ο ηθοποιός, προχώρησε την ακύρωσή της. Στην ταινία πρωταγωνίστρια ήταν η Άννα Φόνσου, που χρόνια αργότερα είχε μιλήσει για δύσκολη συνύπαρξη με τον ηθοποιό επί σκηνής.
Σύμφωνα με τη Φόνσου ο Γκιωνάκης έκανε κάποια στιγμή μια άσεμνη χειρονομία, υποτιμητική για τη συμπρωταγωνίστριά του, πάνω στη σκηνή. Χωρίς να το σκεφτεί, αντέδρασε με ένα ισχυρότατο χαστούκι, μπροστά στα έκπληκτα μάτια του κοινού. «Κυρίες και κύριοι, αυτό που κάνει τώρα ο κύριος Γκιωνάκης δεν το έχει το κείμενο, κι εγώ δεν το ανέχομαι», ήταν η… τελευταία ατάκα της παράστασης, όπως έχει διηγηθεί η ίδια σε συνέντευξή της. Τελευταία, γιατί το δαχτυλίδι που φορούσε τραυμάτισε στο μάτι τον Γκιωνάκη, σε σημείο που να τρέξει αίμα και να χρειαστεί η διακομιδή του στο νοσοκομείο!
Η κατάληξη ήταν να κλείσει το θέατρο και να μην ανέβει ξανά η παράσταση Αριστείδης ο ατυχής του 1969.
Ο Γκιωνάκης και η Κοζανιτά έζησαν μια παθιασμένη σχέση. Παράνομη, γιατί εκείνος ήταν παντρεμένος και δεν έπαιρνε απόφαση να χωρίσει τη σύζυγό του.
Εκείνο το μοιραίο βράδυ αν και ξεκίνησε πολύ ρομαντικά, γρήγορα οδηγήθηκαν σε καυγά και την Αφροδίτη Κοζανιτά να του πει: «Χωρίζουμε». Εκείνος είχε πάντα στην τσέπη του ένα πιστόλι. Πυροβόλησε τρεις φορές, άνοιξε την εξώπορτα κι έφυγε χωρίς να κοιτάξει πίσω του.
Το διάστημα που πέρασε μέχρι και τη δίκη, οι «πικάντικες» λεπτομέρειες της ερωτικής σχέσης του ζευγαριού, πρωταγωνιστούσαν καθημερινά στον Τύπο. Και μέχρι να γίνει το δικαστήριο, εκείνος μέτραγε εχθρούς και φίλους. Η σύζυγος και οι κόρες του, καθώς και κάποιοι συνάδελφοί του, στάθηκαν στο πλευρό του. Οι υπόλοιποι, απομακρύνθηκαν. Αλλά και δουλειές και εμφανίσεις ακυρώθηκαν. Ο ίδιος προσπαθούσε να βρει τις ισορροπίες του, ενώ οι βιντεοκασέτες που άρχισαν να γυρίζονται τότε σωρηδόν, ήταν η διαφυγή του. Και επαγγελματική και βιοποριστική.
Και φτάνουμε στο δικαστήριο. «Μου έκανε πολλές σκηνές», είπε η Κοζανιτά όταν κλήθηκε να καταθέσει περιγράφοντας τον ηθοποιό ζηλιάρη. Και όταν ερωτήθηκε εάν ο Γιάννης Γκιωνάκης είχε πρόθεση να την σκοτώσει, εκείνη απάντησε: «Σας διαβεβαιώνω, ότι δεν ήρθε με πρόθεση να με δολοφονήσει. Αν ήθελε να με σκοτώσει, θα τα είχε καταφέρει. Σίγουρα είχε ελαττώματα, αλλά δεν ήταν εγκληματική φυσιογνωμία».
Αρχικά, ο Γκιωνάκης αντιμετώπιζε τη βαριά κατηγορία για απόπειρα ανθρωποκτονίας και παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Όταν ολοκληρώθηκαν οι καταθέσεις των μαρτύρων και του θύματος, ο εισαγγελέας μετέτρεψε το κατηγορητήριο σε επικίνδυνη σωματική βλάβη, με την αναγνώριση ελαφρυντικού, ικανοποιώντας τόσο τον ίδιο όσο και τον συνήγορό του Αλέξανδρο Λυκουρέζο.
Η ποινή που επιβλήθηκε τελικά στον ηθοποιό ήταν 15 μήνες φυλάκιση και ήταν εξαγοράσιμη. Έτσι, ο ηθοποιός κατέβαλε το απαιτούμενο ποσό και αφέθηκε ελεύθερος.
Ο απόηχος
Όπως είναι γνωστό, ο γιος της Αφροδίτης Κοζανιτά, είναι ο συνθέτης και παραγωγός Φοίβος. Ο τελευταίος έχει αναφερθεί κατά καιρούς σε συνεντεύξεις του, στη σχέση της μητέρας του με τον ηθοποιό, αλλά ποτέ δεν έχει σχολιάσει το περιστατικό του πυροβολισμού.
Η κόρη του Γκιωνάκη, η Πωλίνα, επίσης ηθοποιός, όταν ρωτήθηκε εάν θα συνεργαζόταν με τον Φοίβο, είπε πως δεν έχει τίποτα να χωρίσει με τον συνθέτη και πως τα παιδιά δεν πρέπει να πληρώνουν τα λάθη των γονιών τους: «Για όνομα του Θεού. Τι θα μπορούσα εγώ να έχω με τον Φοίβο; Σαφώς και θα συνεργαζόμουν. Δεν ευθύνονται ποτέ τα παιδιά για τις πράξεις των γονιών τους. Δεν πρέπει να ρίχνουμε στα παιδιά κάτι, αν δεν μας αρέσει αυτό που έκανε ο γονιός του. Τι μπορώ να έχω εγώ με αυτόν τον άνθρωπο;» είπε και αναφερόμενη στην Αφροδίτη Κοζανιτά διευκρίνισε πως δεν την γνωρίζει: «Δεν θα ήταν σαφώς ευχάριστο για μένα να βρεθώ με τη μητέρα του. Μα δεν τη γνωρίζω, πώς θα της μιλήσω; Δεν γνωρίζω την κυρία. Δεν είχαμε μιλήσει ποτέ».
Ο γιος του γιατρού, που δεν έγινε γιατρός
Ο Γιάννης Γκιωνάκης γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1922. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του, που ήταν γιατρός. Πολύ γρήγορα, όμως, εγκατέλειψε την Ιατρική για να γίνει ηθοποιός και τελείωσε τη Δραματική Σχολή του Κάρολου Κουν.
https://www.youtube.com/watch?v=mgqhXPzzCW4
Και ναι μεν τότε ήταν άλλα χρόνια, παρόλα αυτά ο πατέρας του αντιμετώπισε με ηρεμία την απόφαση του γιου του να μην γίνει γιατρός, αλλά ηθοποιός. «Γίνε ότι θέλεις. Αρκεί να είσαι πρώτος», του είχε πει.
Το 1944 με το έργο Ο Τελευταίος Ασπροκόρακας παίρνει το βάπτισμα του πυρός. Και δη στο θέατρο Τέχνης.
Ένα χρόνο αργότερα εμφανίστηκε στην επιθεώρηση Η Ζωή Ξαναρχίζει. Για πολλά χρόνια συνέχισε να συμμετέχει σε αξιόλογους θιάσους, πάντα ως βασικό στέλεχος, ενώ το 1959 ίδρυσε το δικό του θίασο.
Θεωρείται ο κύριος θεατρικός εκπρόσωπος των έργων του Δημήτρη Ψαθά με πάρα πολλές επιτυχίες στο ενεργητικό του (πολλές από τις οποίες μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία), όπως Το Στραβόξυλο και Ο Αχόρταγος και για αυτό το λόγο τιμήθηκε με Αναμνηστικό Μετάλλιο Δημήτρη Ψαθά.
Η οικογένεια και οι άλλοι
Το 1957 γνωρίστηκε με την Ζέτα Μονεμβασιώτου, το κορίτσι που έμελλε να γίνει σύζυγος και μητέρα των δύο κοριτσιών τους. Την κινηματογραφική τους γνωριμία περιγράφει η κόρη του Πωλίνα σε συνέντευξή της.
«Η μητέρα μου στα 16 της, με μια φίλη της, πήγαν στο θέατρο να δουν μια παράσταση που έπαιζε ο Γκιωνάκης – ο οποίος πάνω από την σκηνή την είδε και εντυπωσιάστηκε. Στο διάλειμμα της παράστασης που έπιναν μια πορτοκαλάδα στο φουαγιέ, εμφανίστηκε ο Γκιωνάκης. Η μητέρα μου τα έχασε όταν τον άκουσε να της λέει “Τι κάνει ο αδελφός σου”; Καλά, του απάντησε. “Στο σπίτι όλοι καλά”; Καλά, του είπε. “Μένετε εκεί που μένατε… θύμισε μου την διεύθυνση”… Του την είπε. Στο καμαρίνι μετά, ο πατέρας μου είπε στον Νίκο Ρίζο, που ήταν κολλητός του, “Αυτήν την μικρή εγώ θα την παντρευτώ”. Την επομένη, εμφανίζεται στο σπίτι της μαμάς μου, συναντήθηκε με τον πατέρα της και την ζήτησε σε γάμο»,
Το ζευγάρι παντρεύτηκε στο Μαρούσι με κουμπάρα τη Σοφία Βέμπο. Και η καριέρα του συνεχιζόταν. Λάτρευε το θέατρο και επειδή πολλές φορές ήταν και παραγωγός των παραστάσεων του, έπαιζε σε πολλές ταινίες για τα χρήματα. Έπαιξε και σε επιθεώρηση και σε πρόζα, ενώ υπήρξαν φορές που δεν δίστασε να επιστρέψει σε διαφορετικό ρεπερτόριο, όπως τον Κοριό του Μαγιακόφσκι, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, ή το Βολπόνε του Μπεν Τζόνσον σε σκηνοθεσία Μίνου Βολανάκη.
Όσον αφορά τις σχέσεις του με το χώρο; «Αξέχαστος για μένα ήταν ο Νίκος Ρίζος και ο Γιάννης Μιχαλόπουλος που είναι πάντα κοντά μου. Μεγάλες θεατρίνες που αγάπησα ήταν η Άννα και η Μαρία Καλουτά, όπως και η Σπεράντζα την οποία αγαπώ γιατί ήταν ντόμπρος χαρακτήρας. Πάντα όμως θυμάμαι και την καλή μου φίλη Ρένα Βλαχοπούλου. Δεν ξέρετε πόσο με βοήθησε σε δύσκολες στιγμές», είχε δηλώσει στην τελευταία του συνέντευξη.
Μακριά απ’όλα
Τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε με το ζάχαρο του, τον καθήλωσαν στο κρεβάτι τα τελευταία τέσσερα χρόνια της ζωής του. Όπως είχε δηλώσει η κόρη του Πωλίνα:
Καταφέραμε η αδελφή μου κι εγώ και το κρατήσαμε μακριά από όλα τα μέσα ενημέρωσης. Και το θεωρώ πολύ σημαντικό και για εκείνη και για μένα γιατί παλέψαμε γι’ αυτό. Δεν θα ήθελα ποτέ να έβλεπε ο κόσμος τον πατέρα μου λίγο πριν φύγει. Θέλαμε να τον θυμούνται όπως τον ήξερε ο κόσμος. Ο πατέρας μου έδωσε γέλιο στον κόσμο και δίνει ακόμα».
Τον τελευταίο μήνα της ζωής του, η υγεία του παρουσίασε σοβαρή επιδείνωση. Έσβησε το απόγευμα της Κυριακής 25 Αυγούστου 2002, λίγες μέρες μετά την εισαγωγή του στο νοσοκομείο Λευκός Σταυρός από μόλυνση του αναπνευστικού. Κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών παρουσία πολλών συναδέλφων του και απλού κόσμου.
Σίγουρα η ιστορία με την Κοζανιτά, τον στιγμάτισε. Παρόλα αυτά, σε τέτοιους ηθοποιούς στο φινάλε μένει το έργο τους, για να τους θυμίζει.
Σπύρος Δευτεραίος