Ο αριθμός των νεκρών από τις φωτιές στο Μάουι της Χαβάης έφθασε τους 96, οι επιζώντες προσπαθούν να διαχειριστούν το μέγεθος της καταστροφής, ενώ οι συγγενείς των αγνοουμένων ψάχνουν εναγωνίως για ένα σημάδι ότι οι αγαπημένοι τους μπορεί να είναι ακόμα ζωντανοί.
Λίγες μέρες μετά την κόλαση που κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της παραθαλάσσιας πόλης Λαχέινα, ομάδες πυροσβεστών συνέχιζαν να προσπαθούν να κατασβέσουν αναζωπυρώσεις ενώ σκύλοι, εκπαιδευμένοι στον εντοπισμό πτωμάτων, ερευνούν στα αποκαΐδια αναζητώντας θύματα.
Ο απολογισμός των νεκρών που έδωσαν οι τοπικές Αρχές σήμερα το πρωί (ώρα Ελλάδας), καθιστά αυτή την πυρκαγιά τη χειρότερη φυσική καταστροφή στη Χαβάη, ξεπερνώντας το τσουνάμι που στοίχισε τη ζωή σε 61 ανθρώπους το 1960, έναν χρόνο αφότου η Χαβάη έγινε αμερικανική πολιτεία. Πρόκειται επίσης για τον μεγαλύτερο αριθμό θανάτων που έχει προκληθεί από πυρκαγιά στις ΗΠΑ από το 1918, όταν 453 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους σε φωτιά στη Μινεσότα και το Ουισκόνσιν, σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Ένωσης Πυροπροστασίας.
Οι κάτοικοι καταφεύγουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε ανεπίσημους καταλόγους που έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο και περιλαμβάνουν χιλιάδες ονόματα ανθρώπων που έχουν εντοπιστεί, καθώς και αυτών που συνεχίζουν να αγνοούνται.
Ο κυβερνήτης της Χαβάης Τζος Γκριν προειδοποίησε σε συνέντευξη Τύπου το Σάββατο ότι ο αριθμός των νεκρών θα συνεχίσει να αυξάνεται καθώς ανακαλύπτονται και άλλα θύματα. Οι σκύλοι που είναι εκπαιδευμένοι στον εντοπισμό πτωμάτων έχουν καλύψει μόλις το 3% της περιοχής των ερευνών, δήλωσε ο αρχηγός της αστυνομίας του Μάουι.