Ακριβώς 100 χρόνια συμπληρώθηκαν πριν από λίγες ημέρες από τη Συνθήκη της Λοζάνης, η οποία μεταξύ άλλων περιλάμβανε τον σκληρότατο όρο της ανταλλαγής, μια πρωτοφανής πρόβλεψη που σφράγισε τη μοίρα σχεδόν 2 εκατ. ανθρώπων σε Τουρκία και Ελλάδα.
Η Ίμβρος, η Γκιοκτσέαντα των Τούρκων, είναι το νησί που εξαιρέθηκε από την υποχρεωτική ανταλλαγή του ελληνικού πληθυσμού, μαζί με την Τένεδο. Εξαίρεση υπήρξε και για την κοινότητα της Κωνσταντινούπολης.
Εντούτοις, το 1964 κατά παράβαση της συνθήκης μπήκε σε εφαρμογή το περίφημο Eritme Programı (Πρόγραμμα Διάλυσης), με στόχο τον αφελληνισμό των δύο νησιών. Το μυστικό αυτό πρόγραμμα της τουρκικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας αναθεωρήθηκε το 1975, καθώς κρίθηκε ότι η αύξηση του τουρκικού πληθυσμού δεν ήταν αρκετή, ενώ αποτέλεσε και «μοντέλο» για την κατεχόμενη Κύπρο.
Τα ελληνικά σχολεία έκλεισαν, καλλιεργήσιμες εκτάσεις απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά για «δύο αυγά το τετραγωνικό», Τούρκοι και Κούρδοι έποικοι, καθώς και Βούλγαροι πρόσφυγες, έφτασαν στην Ίμβρο.
Η έκθεση που ενόχλησε
Αυτό το κομμάτι της ιστορίας του νησιού θέλησε να αναδείξει η δημοσιογράφος Μελικέ Τσαπάν, με μια φωτογραφική έκθεση με σπίτια Ελλήνων, η οποία θα εγκαινιαζόταν στις 17 Αυγούστου παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Ωστόσο, εθνικιστικοί κύκλοι ξεκίνησαν μια συντονισμένη εκστρατεία –και μέσω social media–, ενώ υπήρξαν και απειλές προσωπικά στη δημοσιογράφο.
Σε ανακοίνωση που εκδόθηκε η Μελικέ Τσαπάν απειλούνταν ακόμα και με εισαγγελέα, για «προδοσία του κράτους», την ώρα «η Ελλάδα στη Θράκη καταπιέζει τους μουσουλμάνους, ενώ στην Ίμβρο ανοίγουν ελληνικά σχολεία».
Ενδεικτική του κλίματος η δήλωση του προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου Ίμβρου Μπουλέντ Αϊλί, ο οποίος είπε ότι πρόκειται για «προσβολή» και «απειλή της πνευματικής ταυτότητας του κράτους».
Έτσι η έκθεση «Θα συναντηθούμε ξανά: Η μνήμη του 1964 για την Ίμβρο» ακυρώθηκε υπό το φόβο ακόμα και επεισοδίων.