Υπάρχει μια διάχυτη ανησυχία και στην προβληματιζόμενη κοινωνία και σε θεσμούς όπως το στράτευμα για το πού οδεύει η χώρα. Και η ανησυχία επιτάθηκε από τη δήλωση του πρωθυπουργού ότι μπορεί να κάνει πίσω ακόμη και σε ζητήματα κυριαρχίας. Δήλωση που όχι μόνο δεν διευκρινίστηκε καθησυχαστικά, αλλά ενισχύθηκε από τις παρεμβάσεις των προπαγανδιστών του κυβερνητικού λόγου.
Το μοτίβο τους είναι λίγο πολύ πως το Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη, αλλά ανήκει και στην Τουρκία. Με την επίκληση παιδαριωδών ισχυρισμών προς επιβεβαίωση των λεγομένων τους.
Ένας μάλιστα διερωτήθηκε: «Εκεί που η απόσταση Ελλάδας-Τουρκίας είναι μικρότερη των 12 μιλίων, τι θα κάνουμε; Θα μπούμε μέσα στο τουρκικό έδαφος;». Λόγω της ιδιότητάς του δεν νομίζω να μην γνωρίζει πώς γίνεται η διευθέτηση με το Διεθνές Δίκαιο. Αλλά απευθύνονται στα πλέον ανενημέρωτα στρώματα για να διαμορφώσουν κοινωνική δυναμική στις υποχωρήσεις.
Προς τους ενημερωμένους, ασχολούμενους με τα ελληνοτουρκικά και ανησυχούντες ανέλαβε να απευθυνθεί μια ομάδα ακαδημαϊκών με ένα κείμενο του οποίου το βασικό περιεχόμενο περιστρεφόταν γύρω από την αναγκαιότητα συνομιλιών με την Τουρκία. Τις συνομιλίες με την Τουρκία κανείς δεν τις αρνείται· συνομιλίες όμως σε τι και γιατί;
Το κρίσιμο σημείο στο οποίο δεν απαντά κανείς εκ των υποστηρικτών της κυβερνητικής άποψης και βούλησης είναι ότι ακόμη και αν η Τουρκία θελήσει να πάει στη Χάγη για τις θαλάσσιες ζώνες μόνο, θα θέσει θέμα κατοχής των νησιών τα οποία αμφισβητεί. Θα δεχθεί η ελληνική κυβέρνηση να αναθέσει στους δικαστές να αποφανθούν ποια νησιά ανήκουν στην ελληνική επικράτεια;
Θα αφήνονταν στην κρίση διεθνών δικαστών, όπως έγραψε ο Γιάννης Βαληνάκης, τόσο η ελληνική κυριαρχία επί κάθε εδαφικού σχηματισμού (νησιά, νησίδια, βραχονησίδες) στο Αιγαίο, όσο και το δικαίωμα άμυνάς τους; Και ακόμη, «δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς την Τουρκία να απόσχει από υπόγειο επηρεασμό των δικαστών, όπως και τελικά να αποδεχθεί μια απόφαση του ΔΔΧ που θα θεωρήσει μη συμφέρουσα».
Σε αυτά τα ζητήματα δεν απαντούν οι φιλελεύθεροι ακαδημαϊκοί υποστηρικτές της κυβερνητικής θέσης. Εδώ βρίσκεται η ουσία και όχι στη διαπίστωσή τους ότι μέχρι σήμερα έχουν δοθεί 400 δισ. ευρώ για εξοπλισμούς, όσο και το χρέος της χώρας. Λησμονούν ότι τα κράτη δεν είναι επιχειρήσεις που επιδιώκουν το κέρδος. Βεβαίως, ο πλούτος χρειάζεται για την ευημερία των πολιτών τους, αλλά πριν από την ευημερία τα κράτη πρέπει να υπάρξουν ως κυρίαρχα. Και την κυριαρχία τους πρέπει να την επιβεβαιώνουν όταν αμφισβητείται.
Οι ισχυρισμοί τους σε άρθρο που προκάλεσε αίσθηση τις προηγούμενες ημέρες είναι έωλοι σε αρκετά σημεία, εντούτοις κορυφαία λανθασμένη αντίληψή τους είναι η διαπίστωση πως ο χρόνος αυτή τη στιγμή είναι ευνοϊκός για την Ελλάδα κυρίως λόγω των οικονομικών αναγκών της Τουρκίας τις οποίες αναζητά να ικανοποιήσει από τη Δύση και οι οποίες μπορεί να γίνουν εκμεταλλεύσιμες στις διαπραγματεύσεις.
Πέραν του ότι η Τουρκία ακόμη και αν έλθει σε μια συνεννόηση με την Ελλάδα αυτή θα έχει προσωρινό χαρακτήρα μέχρι να θέσει και άλλα ζητήματα, από πού συνάγεται ότι η Δύση θα δεχθεί να υποστηρίξει την Ελλάδα και όχι δικά της αιτήματα προς την Τουρκία; Εκείνο, για παράδειγμα, που διαπιστώνουμε σε μια ευρωτουρκική προσέγγιση είναι μια ειδική σχέση της Τουρκίας με την Ένωση κατά την οποία η Άγκυρα θα παίρνει αλλά δεν θα δίνει τίποτε στα ελληνοτουρκικά. Εντέχνως επιχειρείται η παράκαμψη των ελληνικών/κυπριακών αντιρρήσεων και συμφερόντων και η απάλειψη οποιασδήποτε ουσιαστικής υποχρέωσης από την τουρκική πλευρά. Το εγχείρημα βαφτίζεται απλώς «θετική ατζέντα» – για την Τουρκία.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε τις προηγούμενες ημέρες και η είδηση ότι η αμερικανική Βουλή των Αντιπροσώπων υπερψήφισε τροπολογία στο νομοσχέδιο για τον αμυντικό προϋπολογισμό (NDAA) για την επέκταση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα, με ιδιαίτερη έμφαση στα νησιά. Με λίγα λόγια, η Ουάσινγκτον ενδιαφέρεται να εγκαταστήσει δυνάμεις της στα νησιά.
Υπενθυμίζεται ότι όταν ανακοινώθηκε η υπογραφή της αμυντικής συμφωνίας Ελλάδας-ΗΠΑ είχε σχολιαστεί αρνητικά η άρνηση των Αμερικανών να δεχθούν παρουσία τους στην Σκύρο ή στη Λήμνο λόγω των αντιρρήσεων της Τουρκίας.
Μια αμερικανική στρατιωτική παρουσία στα νησιά –πέρα από τα ισχυρά νομικά επιχειρήματα της Ελλάδας– αμφισβητεί de facto την αποστρατιωτικοποίησή τους, γεγονός που βρίσκει απολύτως αντίθετη την Άγκυρα. Η Τουρκία άλλωστε έχει καταφέρει να θέσει εκτός ΝΑΤΟϊκών αμυντικών σχεδιασμών νησιά που αμφισβητεί, όπως η Λήμνος.
Όσοι είδαν θετικά την αμερικανική πρόθεση που εκφράστηκε με την προαναφερθείσα τροπολογία, θεωρούν πέραν του θέματος της αποστρατιωτικοποίησης ότι οι ΗΠΑ θα βοηθήσουν σε μια ενδεχόμενη τουρκική στρατιωτική ενέργεια, κάτι που δυνάμει είναι πιθανό αλλά δεν επιβεβαιώνεται από το παρελθόν.
Υπάρχει και ο αντίλογος σ’ αυτή την αμερικανική πρόθεση, ο οποίος εστιάζει στην προσπάθεια να εξευρεθεί μια λύση στο θέμα των νησιών που να ικανοποιεί την Άγκυρα. Και η λύση είναι να διασκεδαστούν οι ελληνικές ανησυχίες, με την παρουσία των Αμερικανών σε νησιά και την αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων. Αν συμβεί κάτι τέτοιο θα είναι απολύτως καταστρεπτικό και δεν θα λαμβάνει υπόψη την ιστορία με την αποχώρηση της Μεραρχίας από την Κύπρο που κατέστησε το νησί εύκολη λεία στις τουρκικές ορέξεις.
Τέλος, η υπόθεση συνδυάζεται επίσης με παλαιότερες δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του χαρακτηρισμού των νησιών ως ΝΑΤΟϊκών. Η αμερικανική δηλαδή παρουσία θα αποτελεί το πρώτο βήμα της ΝΑΤΟποίησής τους με τρόπο που θα ικανοποιεί την Τουρκία.
Το παρασκήνιο σε ό,τι αφορά τις στρατιωτικές αλλαγές στην περιοχή είναι πολύ ρευστό και θέλει και την πρόταση για ναύσταθμο στον Βόλο να συνδέεται με τις αμερικανικές προθέσεις να μεταφέρονται από εκεί πεζοναύτες σε περιοχές ενδιαφέροντος.
Η κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να αποσείσει επικοινωνιακά τις ευθύνες της για τις πυρκαγιές –και κυρίως την εικόνα διάλυσης που δόθηκε με τις εκρήξεις στη Νέα Αγχίαλο– χειρίστηκε εντελώς άγαρμπα και προσβλητικά για το στράτευμα την υπόθεση, παραδίδοντας βορά στην κοινή γνώμη τον διοικητή της μονάδας, ο οποίος θεωρείται ένας από τους καλύτερους επιχειρησιακούς διοικητές. Πληροφορίες που δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές φέρουν το πόρισμα της ΕΔΕ να δικαιώνει τον διοικητή και παρασκηνιακά να του προτείνεται η επιστροφή στην Πτέρυγα Μάχης που διοικούσε – αλλά ο ίδιος να μην το επιθυμεί.
Ο τρόπος που συμπεριφέρεται στο στράτευμα η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει έντονη ανησυχία.
Τα πράγματα γενικά είναι στην πραγματικότητα πολύ χειρότερα απ’ όσο φαίνονται. Οδηγούν τη χώρα στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.