Ίσως να μην υπήρχε πιο ταιριαστό μέρος από το «δάσος» που σχηματίζουν οι ευκάλυπτοι στην «Όαση», το παλιό κάμπινγκ της Ελευσίνας που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στον οικισμό των Ποντίων, προκειμένου να ξετυλιχθούν ιστορίες ξεριζωμού, προσφυγιάς και ριζώματος σε μια νέα πατρίδα. Η Γιολάντα Μαρκοπούλου, εννέα χρόνια μετά το Έφυγα στο Συνεργείο του Μεταξουργείου με ιστορίες μεταναστών από τη Μέση Ανατολή, και τέσσερα χρόνια μετά το Ε_φυγα Μικρασία για την κοινότητα των Μικρασιατών στην Ελευσίνα, επέστρεψε με μια νέα site specific παράσταση, η οποία εντάχθηκε στην 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα.
Έτσι, από τις 21 έως τις 24 Ιουνίου μέσω του θεατρικού Ε_φυγα Πόντος αναδείχθηκε ένα υποφωτισμένο κομμάτι της ελληνικής ιστορίας.
Με την ενεργό συμμετοχή και υποστήριξη του Συλλόγου Ποντίων Ελευσίνας «Νέα Τραπεζούντα» και του mind the fact οι συμμετέχοντες και οι συμμετέχουσες μοιράστηκαν την ιστορία της οικογένειας και της καταγωγής τους: οι νεότεροι έτσι όπως τους την μετέφεραν και οι μεγαλύτεροι όπως την έζησαν. Κάθε αφήγηση ξεδιπλώθηκε είτε με χιούμορ είτε με δάκρυα στα μάτια και καθρέφτισε το διαχρονικό τραύμα που άφησαν η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και κατόπιν οι σταλινικές διώξεις.
Η Γιολάντα Μαρκοπούλου μιλώντας στο monopoli.gr εξήγησε: «Η διαφορά με την παράσταση για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες είναι πως εδώ μιλάμε για μια ιστορία βιωμένη από τους ίδιους τους ανθρώπους που μας μιλούν, αφηγούνται ένα τραύμα πρόσφατο. Όπως επίσης και ότι μιλάμε για ανθρώπους για τους οποίους η Ελλάδα ήταν ο ιδεατός προορισμός τους, η ουτοπία τους».
Καθώς η ίδια δεν γνώριζε πολλά για την ιστορία των Ποντίων, για τρεις μήνες συναντούσε οικογένειες και συνέλεγε μαρτυρίες «αγνή και καθαρή χωρίς να έχω επηρεαστεί από τις ιστορικές καταγραφές». Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε η δραματουργία της παράστασης, σχεδόν αυτόματα: Το διαγενεακό αφήγημα που αρχίζει με τη Γενοκτονία και συνεχίζεται με τις διώξεις από τον Στάλιν, τη μετεγκατάσταση στο Καζακστάν και από εκεί την πορεία προς την Ελλάδα – στην Ελευσίνα οι πρώτοι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν το 1965, στις παρυφές της πόλης, «στην άγονη γραμμή», «σ’ ένα βαλτότοπο», όπως εξηγούν στις μαγνητοσκοπημένες συνεντεύξεις τους.
Στον νέο αγώνα επιβίωσης τα σπίτια χτίζονταν νύχτα με το τέχνασμα της «παράγκας» για ξεγελιέται η αστυνομία, γειτονιές φτιάχνονται από το μηδέν χωρίς φως και νερό, η παράδοση παρέμεινε ισχυρή ως συνεκτικός κρίκος, ο ρατσισμός έγινε βίωμα. Τα παιδιά ήταν «Ρωσάκια» ή «Τουρκάκια, οι οικογένειές τους βρόμικες. «Στο σχολείο μάς κατηγορούσαν πως δεν ήμασταν καθαροί. Φυσικά κανείς δεν μας ρώτησε από πόση λάσπη έπρεπε να περάσουμε τις βροχερές ημέρες μέχρι φτάσουμε μέχρι εκεί» διηγείται μια Πόντια της Ελευσίνας.
Τελικά, οι άλλοι γονείς εξεγέρθηκαν και κατάφεραν να διώξουν τα παιδιά των Ποντίων από το σχολείο. «Μόνο ένας άνθρωπος αντιστάθηκε, ένας εργάτης σιδήρου από την Κρήτη, ο Μύρων Μαραγκάκης. Ζει ακόμα στα 96 του χρόνια και πάντα θα τον μνημονεύω» είπε στο monopoli.gr η πρόεδρος του Συλλόγου Ποντίων Ελευσίνας Σοφία Κοσμίδη. Οι γονείς της γεννήθηκαν στον Καύκασο και έφτασαν στην Ελλάδα όταν εκείνη ήταν 5,5 ετών. Σήμερα είναι 64.
Στην παράσταση Ε_φυγα Πόντος με την οποία η Γιολάντα Μαρκοπούλου ολοκλήρωσε την τριλογία, συμμετείχαν περίπου 40 άτομα, από 7 έως 90 ετών, ανάμεσά τους και ο λυράρης Ηλίας Υφαντίδης – και η δική του οικογένεια ήρθε στην Ελλάδα από το Καζακστάν. Στο χώρο του παλιού κάμπινγκ μετέφερε τη ραπτομηχανή της γιαγιάς του, την οποία εκείνη δεν την αποχωρίστηκε ούτε υπό την απειλή του όπλου ενός Ρώσου στρατιώτη. Και ήταν αυτή που έθρεψε την οικογένεια όταν, μετά βασάνων, έφτασαν στη νέα πατρίδα.
«Η διαδικασία της έρευνας λειτούργησε σε κάποιες περιπτώσεις σαν μια συλλογική εξομολόγηση. Παιδιά άκουγαν για πρώτη φορά τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους να αφηγούνται τα δεινά που πέρασαν. Άλλα πήραν, για πρώτη φορά, στα χέρια τους φωτογραφίες των προπαππούδων τους. Λες και γίναμε η αφορμή για να συνομιλήσουν οι γενιές του τόπου. Γιατί όσο κι αν επικοινωνούν χορεύοντας ή μαθαίνοντας λύρα, τόσο τους ήταν δύσκολο να ομολογήσουν τις κακουχίες που έζησαν στα παιδιά και στα εγγόνια τους. Έχουμε καταγράψει μαρτυρίες όπου εγγόνια κλαίνε στην αγκαλιά της γιαγιάς τους ακούγοντας την να μιλάει για τα βιώματα της. Μοιραστήκαμε μαζί τους στιγμές μεγάλης φόρτισης» εξήγησε η σκηνοθέτης, η οποία ανήκει σε μικρασιατική οικογένεια.
Άλλωστε, στόχος σε όλες τις παραστάσεις που δημιούργησε ήταν να ακουστεί η φωνή των προσφύγων χωρίς διαμεσολάβηση. «Η εμπιστοσύνη που μας έδειξαν οι άνθρωποι της ποντιακής κοινότητας δεν είναι αυτονόητη. Όμως κι εμείς θεωρήσαμε και πάντα θεωρούμε βασικό να εμβαθύνουμε στις σχέσεις για να μπορέσουμε να μιλήσουμε εκ μέρους αυτών των ανθρώπων. Έγνοια μας είναι ν’ ακουστεί η φωνή τους όπως είναι και να νιώσουν ασφάλεια. Αυτό είναι το φοβερό που μας διδάσκει η τέχνη, το πόσο πολύτιμο εργαλείο διαλόγου, καλλιέργειας ανεκτικότητας και συναισθημάτων είναι», σημείωσε στο monopoli.gr.