Ελάτε πείτε την αλήθεια. Πόσοι που σήμερα είστε 50+, δεν είχατε πάρει από το τηλέφωνό σας, το νούμερο 6868357; Τότε στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70 , η Ραφαέλα Καρά ήταν mega star στην Ελλάδα. Και σαν φόρο τιμής στη χώρα μας, στο album Ραφαέλα Καρά show, τραγούδησε στα Ελληνικά το εν λόγω τραγούδι.
Ένα αστέρι γεννιέται στην Μπολόνια
Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε στην Μπολόνια, η Ραφαέλα Ρομπέρτα Πελόνι, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα. Γεννήθηκε μέσα στον πόλεμο. Αυτό δεν την εμπόδισε φυσικά να ονειρεύεται μια καριέρα στα φώτα.
Βασικά για ηθοποιός πήγαινε, αφού στα 8 οκτώ της έπαιξε για πρώτη φορά στο σινεμά και το 1960 τελείωσε τη Σχολή Κινηματογράφου της Ιταλίας. Συνεχίζει να παίζει σε φιλμ, που απλά την έκαναν γνωστή, ενώ δοκιμάζεται με επιτυχία στο τραγούδι. Στο τελευταίο τη βοηθάει ο για χρόνια συνεργάτης και σύντροφός της Τζιάνι Μπονκομπάνι.
Χολιγουντιανές περιπέτειες
Είναι η χρυσή περίοδος του ιταλικού σινεμά. Η Σοφία Λόρεν έχει ανοίξει το δρόμο στους Ιταλούς ηθοποιούς να δοκιμάζονται στο Χόλιγουντ, κάνοντας τους hot. Βέβαια μετά το τέλος του μακαρθισμού, η αμερικάνικη κινηματογραφική βιομηχανία έχει κάνει, γενικώς, άνοιγμα για ανανέωσή της σε μη Αμερικάνους και μη Αγγλόφωνους ηθοποιούς. Η 22χρονη Ραφαέλα βρίσκεται στη «Μέκκα του σινεμά», συμπρωταγωνιστώντας δίπλα στον Φρανκ Σινάτρα στο φιλμ Το εξπρές του Φον Ράιαν.
Και εδώ αρχίζουν τα όρια μεταξύ μύθου και πραγματικότητας. Μετά το θανατό της, βγήκε στην επιφάνεια η σχέση της με τον Σινάτρα. Οι δυο τους έζησαν ως ζευγάρι μέχρι που εκείνος γοητεύτηκε από τη φίλη της, Μία Φάροου την οποία τελικά παντρεύτηκε.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή της ιστορίας, η Ραφαέλα ήταν τόσο ελεύθερο πνεύμα, ώστε απέρριψε τον μεγάλο σταρ καθώς λέγεται πως δεν ήθελε να γίνει «η γυναίκα του αφεντικού». Και κάπου εκεί μπλέκεται ένα πανάκριβο κόσμημα που φέρεται να της έκανε δώρο ο Σινάτρα, αλλά πολλά χρόνια αργότερα κλάπηκε.
Σοκάροντας το Βατικανό
Απογοητευμένη από το αμερικάνικο όνειρο γυρίζει πίσω στην Ιταλία. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’60 είχε πρωταγωνιστήσει σε σχεδόν 20 ταινίες, χωρίς όμως να κερδίσει τις εντυπώσεις του κοινού και των κριτικών.
Το μεγάλο «μπαμ» στην καριέρα της έγινε στην τηλεόραση: Έφερε τα πρώτα τηλεοπτικά σόου.
Η πρώτη της τηλεοπτική εκπομπή ήταν ένα πρωτοποριακό για την Ευρώπη σόου, που συνδύαζε τραγούδι και χορό ενώ η ίδια η Καρά αυτοπαρουσιάστηκε στο κοινό με τον τίτλο της show woman, που ήταν άγνωστος ως τότε. Το 1970 η εμφάνισή της στην εκπομπή Canzonissima συζητήθηκε πολύ λόγω του ακάλυπτου αφαλού της. Τα ήθη ήταν ακόμα αυστηρά και το αποκαλυπτικό ντύσιμο της Ραφαέλα καταδικάστηκε και από το Βατικανό. Η Καρά δεν πτοήθηκε. Είχε μάθει καλά να λανσάρει το όνομά της και να επιβιώνει στο χώρο της showbiz.
Η επιτυχία της όμως δεν σταμάτησε στην Ιταλία. Τη δεκαετία του ’70 γίνεται γνωστή και στην Ισπανία, και η επιτυχία των τραγουδιών της κάνει την ισπανική τηλεόραση TVE να της προσφέρει μια δική της εκπομπή Η ώρα Raffaella. Και ως show woman πέρασε και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και συγκεκριμένα στη Νότια Αμερική.
Η ελληνική επέλαση
Μέσα δεκαετίας ’70 και η Ραφαέλα Καρά περνάει και από τη χώρα μας. Ήταν ήδη γνωστή από τα ιταλικά σόου που προβάλλονταν στην ελληνική τηλεόραση. Στην ουσία υπεύθυνοι για την ελληνική τεράστια επιτυχία της Ιταλίδας σταρ ήταν οι παραγωγοί της στην Ελλάδα: Ο Τάσος Φαληρέας, πατέρας των δυο μελών των Imam Baildi και ο Μίλτος Καρατζάς. Τα δύο show που γύρισε και προβλήθηκαν στην εγχώρια τηλεόραση έκαναν πάταγο και ήταν κάτι πρωτόγνωρο για το ελληνικό κοινό.
Και αμέσως μετά εμφανίζεται στην κωμική σειρά Εκείνες και εγώ –αυτό που γυρίστηκε 20 χρόνια μετά με τον Γιάννη Μπέζο– στο πλευρό του Λάμπρου Κωνσταντάρα.
Φυσικά αποσπάσματα από το σόου ή τη σειρά, μην ψάχνετε καθώς έχουν σβηστεί από τα αρχεία της ΕΡΤ. Μόνο αυτό:
Πάντως άνθρωποι που δούλευαν τότε στα σόου, μιλάνε για μια άψογη επαγγελματία, που μετά από κάθε τραγούδι, πήγαινε στο καμαρίνι της, έβαζε λευκοπλάστ στα μάτια –το λίφτινγκ της εποχής– και μετά έβγαινε και συνέχιζε το γύρισμα.
Φυσικά εκείνη την περίοδο, οι δίσκοι της πούλαγαν πολύ περισσότερο από των Ελλήνων συναδέλφων της, ενώ είχε γίνει μέχρι και νούμερο σε επιθεώρηση. Φυσικά πολλές Ελληνίδες κόπιαραν το στυλ της. Και τὀτε και μετά που άρχισαν τα ελληνικά τηλεοπτικά σόου.
Και στο ιταλικό της σόου, τίμησε τη χώρα. Όπως στο παρακάτω απόσπασμα με τον Ντέμη Ρούσο.
Οι αλήθειες της ζωής της
Κάποιοι θεωρούσαν ότι είναι απολιτίκ ή λίγο συντηρητική. Εκείνη τους άφηνε να πιστεύουν ό,τι θέλουν. Δεν είχε κρύψει, βέβαια, ότι ήταν ένθερμη θαυμάστρια του ηγέτη του ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Μάλιστα το περιοδικό Interviú, το 1977, δημοσίευσε μία συνέντευξή της, όπου δήλωνε: «Πάντα ψηφίζω τους κομμουνιστές».
Και δεν ήταν οι μόνες δηλώσεις περί κομμουνισμού «Το ιταλικό ΚΚ ξέρει να σέβεται τις συνήθειές μας, ακόμα και τις περίφημες ιταλικές παραξενιές. Δεν φτιάχνει σχήματα ζωής για να μας βάλει μέσα, κι έτσι, εγώ ας πούμε, μπορώ να φοράω τη γούνα μου μινκ, χωρίς καμία τύψη, και ομολογώ, αν ήμουν φτωχότερη, θα έμενα νηστική ένα χρόνο για να την αγοράσω».
Όσον αφορά την προσωπική της ζωή, η ίδια επέλεξε να μην κάνει οικογένεια, ενώ ακόμα και στα τραγούδια της είχε αναφέρει την επιτυχία που είχε στην gay κοινότητα.
Οι Ιταλοί πάντως για πάνω από μισό αιώνα τη λάτρευαν και εξακολουθούν να την λατρεύουν Oταν, λοιπόν, η Ιταλία επέστρεψε ύστερα από 14 χρόνια απουσίας από τη Eurovision το 2011, έβαλε την Ραφαέλα να ανακοινώσει τη βαθμολογία της ιταλικής επιτροπής. Και το κοινό στην Esprit Arena του Ντίσελντορφ, αλλά και οι τηλεθεατές, ούρλιαξαν! Με το θάνατό της ένας χρήστης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης το είπε πετυχημένα: «Κάποτε, όσους ακούγαμε Ραφαέλα Καρά, μας κοιτούσατε όπως σήμερα τους ανεμβολίαστους. Τώρα κλαίτε για κείνη». Μήπως δεν είχαν, ακόμη, ψάξει καλά το φαινόμενο Ραφαέλα;
«Πιο χειροκροτημένη από τον Περτίνι (πρώην πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας), πιο ακριβοπληρωμένη από τον Μισέλ Πλατινί, πιο θαυματουργή από τον Άγιο Πίο», έγραφε κάποτε το ιταλικό εβδομαδιαίο περιοδικό L’Espresso. Ο χαμός της στις 5 Ιουλίου 2021, ράγισε τις καρδιές στη γειτονική χώρα και τις γενιές που μεγάλωσαν και μεγαλώνουν με τη μνήμη της πλέον.
Σπύρος Δευτεραίος