«Με την αρρώστια αυτή, τον καρκίνο, παλεύω από το 2009. Δεν θέλω να αναφέρω ούτε το όνομα… Όχι, τον θάνατο δεν τον φοβάμαι. Δεν θέλω όμως να ταλαιπωρηθώ. Το παλεύω και θα το παλέψω μέχρι τέλους. Άλλωστε, όλοι από κάτι θα πεθάνουμε. Είτε λέγεται καρκίνος, είτε άλλη αρρώστια… Πιστεύω ότι ο τελευταίος μου ρόλος θα είναι στο Συγνώμη μαμά. Θέλω να τελειώσω με αυτόν την καριέρα μου! Είναι εδώ και 7 χρόνια που το ξέρω. Του άρεσε, φαίνεται, το σώμα μου και έμεινε μέσα. Στην ουσία, πηγαινοέρχεται η αρρώστια μου. Η δική μου η αρρώστια είναι σε δύσκολα σημεία. Ασ’ τα, μην τα ψάχνεις. Γράψε ότι περνάω την αρρώστια μου με αισιοδοξία. Προσεύχομαι συνέχεια, έχω κάνει τάματα, αλλά –το κυριότερο– βοηθάω όσο μπορώ αδυνάτους, για να μου το επιστρέψει ο Θεός σε υγεία».
Η παραπάνω συγκλονιστική εξομολόγηση ανήκει στην Καίτη Παπανίκα. Και είχε γίνει, το 2016 ένα χρόνο πριν «φύγει». Το κορίτσι από τη Νέα Φιλαδέλφεια μάς αποχαιρέτησε, το 2017, σε ηλικία 75 χρονών. Η παράσταση δε που αναφέρει είναι ο μονόλογος Συγνώμη μαμά.
Το ταλέντο της διπλανής πόρτας
Γεννήθηκε σαν σήμερα στις 14 Ιουνίου 1942. Αρχικά έμεναν στο Μενίδι και μετά στη Νέα Φιλαδέλφεια. Με το θέατρο ήθελε να ασχοληθεί από μικρή. Αλλά μιλάμε για χρόνια δύσκολα, που οι ηθοποιοί και ειδικά οι γυναίκες, είχαν να αντιμετωπίσουν τη στενοκεφαλιά των γύρω τους. Όμως η μικρή Καίτη δεν μάσησε και διεκδίκησε το όνειρό της. Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού, χωρίς να έχει κάποιον γνωστό. Το απλό κορίτσι από τη Νέα Φιλαδέλφεια. Παράλληλα σπούδασε κλασικό τραγούδι στο Ωδείο Αθηνών. Μαθήτρια ακόμη πήρε μέρος σε φεστιβάλ απαγγελίας ποίησης στο Παρίσι, και βραβεύθηκε.
Στη Δραματική είχε καθηγητές μεταξύ άλλων την Κατίνα Παξινού και τον Τάκη Μουζενίδη. Ήταν οι άνθρωποι που της δίδαξαν πως ο ηθοποιός δεν επιτρέπεται να ακυρώσει παράσταση, ούτε όταν είναι στο φορείο. Κάτι που το τήρησε σε όλη της την επαγγελματική σταδιοδρομία. Όπως πολλά χρόνια μετά στη Λάρισα έπαιξε με σπασμένο πόδι και χέρι. Ήταν μια επώδυνη φάση καθώς έπεσε πάνω σε απεργία των δημοσίων νοσοκομείων και τελικά χειρουργήθηκε σε ιδιωτικό. Μιλάμε για επέμβαση που κράτησε 6 ώρες. Και την επομένη έπαιξε.
Βέβαια υπήρξε και μια ιδιαιτερότητα, στη Σχολή του Εθνικού αλλά και μετά: Η ποινικοποίηση της ομορφιάς. Ξέρετε ο όμορφος ή η όμορφη είναι ατάλαντοι. Ή πρέπει να καταβάλουν διπλάσιο κόπο για να αποδείξουν ότι είναι ηθοποιοί. Και όπως είχε δηλώσει σε συνέντευξή της, η Καίτη Παπανίκα είχε τσακωθεί ακόμα και με τη μητέρα της, όταν της είχε πει πόσο όμορφη ήταν σε μια παράσταση.
Από τα χαριτωμένα εκείνης της περιόδου ήταν όταν βρισκόταν με μια φίλη της στο Λουτράκι. Τότε τις πλησίασε ένας σεΐχης και έκανε πρόταση να τις πάρει στο χαρέμι του. Φυσικά η πρόταση απορρίφτηκε, αλλά η ηθοποιός το θυμόταν πάντα. Και βέβαια γελούσε.
Οι ταινίες, ο γάμος και η διεθνή καριέρα που δεν έκανε
Στα χρόνια της κυριαρχίας του κλασικού πλέον ελληνικού κινηματογράφου η Καίτη Παπανίκα έπαιξε κυρίως σε κωμωδίες. Και κυρίως σαν παρτενέρ των πρωταγωνιστών. Η ίδια έγινε πρωταγωνίστρια σε ταινίες μικρών εταιρειών. Τότε. Γιατί σε ανύποπτο χρόνο ήρθε ο ρόλος που την «ξεκλείδωσε». Όμως βρισκόμαστε στην δεκαετία του ’60 και η Παπανίκα είχε σταμπαριστεί ως η ωραία της κωμωδίας. Και στην ουσία ελάχιστα διαφορετικά πράγματα της έδιναν να παίξει στο σινεμά.
Στο φιλμ Φρούριο των αθανάτων, την είδαν Αμερικάνοι παραγωγοί. Και ενώ είχαν υπογραφεί τα συμβόλαια, προκύπτουν θεατρικές υποχρεώσεις, αλλά και αλλαγές πλάνων των Αμερικάνων. Και αντί για διεθνή καριέρα, γίνεται ένα νομικό μπάχαλο.
Η επόμενη πρόταση ήταν εντελώς διαφορετικού χαρακτήρα. Συμμετείχε σε Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος στην Ιταλία όπου και διακρίθηκε. Γιατί μπορεί να είχε γίνει όνομα σε εμπορικές δημιουργίες όμως δεν ξέχασε ποτέ τις θεατρικές της καταβολές. Όπως είχε δηλώσει η ίδια, μπορεί να έπαιζε κυρίως στο εμπορικό θέατρο, όμως στο καμαρίνι της έκανε πρόβες σε έργα κλασικού ρεπερτορίου.
https://www.youtube.com/watch?v=URb8YfuGS7A
Στην Ιταλία λοιπόν διακρίνεται, της κάνουν πρόταση για να μείνει εκεί, αλλά και εδώ αρνείται. Γιατί πλέον η Καίτη Παπανίκα είναι παντρεμένη και έχει έναν γιο. Και ως κλασική Ελληνίδα μάνα, όλα τα άλλα τα βάζει σε δεύτερη μοίρα.
Ο άντρας της ζωής της, ήταν ο συνάδελφός της Θόδωρος Κατσαδράμης. Εκείνος του Τέχνης, εκείνη του Εθνικού. Ερωτεύτηκαν, παντρεύτηκαν, έκαναν οικογένεια και κάπου το ’93 επήλθε ο χωρισμός. Στα χαρτιά και από κλίνης.
Γιατί αυτοί οι δύο άνθρωποι έμειναν μαζί ως το τέλος εκείνης. Οι αληθινές αγάπες δεν σβήνουν.
Ο μεγάλος ρόλος, το ανθρώπινο πρόσωπο
1990. Ο ελληνικός κινηματογράφος βιώνει τις χειρότερες μέρες του. Οι όποιες ταινίες βρίσκουν το δρόμο για τις αίθουσες δεν κόβουν σχεδόν καθόλου εισιτήρια. Ώσπου μια ταινία κάνει 150.000 εισιτήρια στην α’ προβολή. Ήταν το Άντε γεια του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, βασισμένο στο best seller της Γιοβάνας. Η μεγάλη έκπληξη ήταν η πρωταγωνίστρια, η Καίτη Παπανίκα. Και δίνει την ερμηνεία της ζωής της, στο ρόλο της γυναίκας που ζητάει την δεύτερη ευκαιρία, στον έρωτα. Το κρατικό βραβείο ερμηνείας που κέρδισε τότε, απλά υπογράμμισε τη σπουδαιότητά της.
Παράλληλα με την υποκριτική, αρχίζει και ασχολείται ενεργά και με τα κοινά, όπου είχε ξεχωρίσει για το ήθος της και τις προοδευτικές ιδέες. Ως αντιπρόεδρος στον τομέα του Πολιτισμού και του Αθλητισμού, στη Νέα Φιλαδέλφεια, πήρε την απόφαση να προσφέρει τον μισθό της από το Δημοτικό Συμβούλιο (600 ευρώ) σε άπορες οικογένειες.
Ακούραστη, αεικίνητη δίδασκε παράλληλα σε Δραματική Σχολή, ενώ δεν δίσταζε να δηλώσει την αντίθεσή της με την εποχή μας. «Έχω μία φίλη, που όταν τη χρειάστηκα για ένα σοβαρό μου ζήτημα δεν μπόρεσε να έλθει, γιατί έπαιζε παιχνίδια στον υπολογιστή της. Τότε κατάλαβα ότι είμαστε τραγικά μόνοι», είχε πει σε συνέντευξή της.
Όμως είχε να δώσει τη μάχη με τον καρκίνο. Και εκεί ήταν άνισα τα πράγματα. Έφυγε στις 12 Ιουνίου, δύο μέρες πριν από τα γενέθλιά της. Κάποια χρόνια πριν, είχε εμφανιστεί σε εκπομπή της Ναταλίας Γερμανού και είχε συγκλονίσει, λέγοντας τα παρακάτω, που δυστυχώς αποδείχτηκαν προφητικά:
«Όλους τους θυμάμαι και όλους τους αγαπάω γιατί δεν είχα συγκρούσεις ποτέ, πολλή αγάπη για όλους. Πολλές φορές τα βράδια πριν κοιμηθώ τους σκέφτομαι και λέω αυτός έφυγε, αυτός έφυγε. Μέχρι και όνειρο είδα. Τι όνειρο ήταν αυτό! Με μαύρα καπέλα! Τον Ρίζο, τον Δαδινόπουλο, τον Καραγιώργη… Όλοι περίμεναν σε μια σειρά εκεί και ήταν κάτι αυτοκίνητα μαύρα και ήταν σαν να έπεφτε φως. Και έλεγα “πως περνάτε εκεί;” Μου είπε ο Καραγιώργης “εμείς καλά περνάμε εσείς τα έχετε κάνει μπάχαλο”. “Έλα πάμε να φάμε”, μου είπε. Ήταν ένα τραπέζι γεμάτο μελιτζάνες. Πήγα. Να πάρω και τη μελιτζάνα να τη φάω και μου λέει ο άλλος δίπλα, “δώσε μου την πεινάω”», αφηγήθηκε η Καίτη Παπανίκα.
Σπύρος Δευτεραίος