Από τις 60-70 οικογένειες του χωριού, μόνο δέκα-δώδεκα άτομα ζήσαμε. Οι άλλοι όλοι, σφάχτηκαν. Το κακό έγινε τον Ιούνιο του 1921. Εγώ και οι άλλοι που γλιτώσαμε βρισκόμασταν στο Νεμπιέν dάγ* αντάρτες με τον Αντών’ πασά.
Έφεραν οι Τούρκοι από την Πάφρα 500-600 άνδρες και τους έσφαξαν μέσα στην εκκλησία. Έπειτα την έδωσαν φωτιά. Έκαψαν και τα σπίτια του χωριού.
Οι χωριανοί μας ήταν κρυμμένοι μέσα στο δάσος. Τους περικύκλωσαν, τους έπιασαν και τους έδεσαν τα χέρια. Μετά τους έσφαξαν και τους έριξαν σε ένα βαθύ πηγάδι. Μόνο ένας κατάφερε και με δεμένα χέρια ξέφυγε τους Τούρκους και γλίτωσε. Έφυγε και πήγε αντάρτης στο Νεμπιέν dάγ.
Όλο το χωριό χάθηκε. Κάηκαν τα σπίτια, και από τους Παφραλήδες που κάψανε στην εκκλησία κανείς δεν γλίτωσε. Περί τα 15-20 παλικάρια, που έφυγαν μέσα από την εκκλησία και κρύφτηκαν στο δάσος, πιάστηκαν μαζί με τους συγχωριανούς μου και σφάχτηκαν. Τα πτώματά τους τα έριξαν στο πηγάδι.
~
Η μαρτυρία του Ιωάννη Ιωαννίδη, που είχε εγκατασταθεί στην Κρύα Βρύση Γιαννιτσών, δόθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1968 στον Χρήστο Σαμουηλίδη και περιλαμβάνεται στο Αρχείο Προφορικής Παράδοσης του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, της μεγαλύτερης και παλαιότερης συλλογής προφορικής ιστορίας στην Ελλάδα και μίας από τις σημαντικότερες της Ευρώπης και εκδόθηκε από τη Βιβλιοθήκη Μνήμης της εφ. Καθημερινή («Μαρτυρίες από τον Δυτικό Παράλιο Πόντο και την Παφλαγονία – Η Έξοδος» τόμος ΙΒ’).