Σε δυο μέρες θα ξεκινήσει στη Θεσσαλονίκη η 19η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου. Ο αέρας της πόλης –μαζί με τις μαγιάτικες μυρωδιές– άρχισε ήδη να φέρνει κι αυτήν του φρεσκοτυπωμένου βιβλίου. Σ’ αυτό το κλίμα, λέω σήμερα να κάνω το κέφι μου και να ανθολογήσω από τον ποιητικό λόγο δικών μου φίλων και γνωστών.
Παίρνω να σας κεράσω, λοιπόν, αποσπάσματα απ’ τα γραπτά τους που μ’ άρεσαν. Όπως μου ‘ρχεται θα σας τα δώσω, σκέτα χωρίς σχόλια.
Έτσι, όπως μου ’ρχεται τ’ αντιγράφω· σας τα δίνω γι’ αντίδοτα στα δηλητήρια της εποχής.
Γράφει ο Αλέξανδρος1
Στο ποίημα «Αποχαιρετισμός»:
Ξημέρωμα στα τείχη ακούς θρήνο
πέτρες, κονιορτός στις κατακόμβες
σκάβουν θεμέλια σπιτιών –
οι λέξεις έχουν ιστορία
στιγμή γεννιούνται και υπάρχουν.
Και στο «Περιφορά»:
Τροχιές γραμμένες στις αχτίνες του ήλιου
ο Θεριστής ο Τρυγητής ο Αλωνάρης ανακαλούν
ονόματα
όχι σκέψεις που καθρεφτίζουν καημούς
λόγια ν’ απηχούν σημασίες πραγμάτων.
Παιχνίδι της μέρας η μιλιά του ανθρώπου
η σκέψη στένεψε τον κόσμο.
Άνω σχώμεν τας καρδίας.
Γράφει ο Γιάννης2
Στο ποίημα «Ήλιε»:
Στην άμμο της Κεραμωτής κλαις,
όταν ξημερώνει,
στην άκρη μιας ματιάς κλειστής,
η νύχτα μένει μόνη.
Και στο «Θρησκειοείδωλα»:
Θεέ τρισσέ στο ένα σου και ένα στα τρισσά σου,
έδειξες αυτοπρόσωπα
τα δικαιώματά σου.
Γράφει η Μαρία3
Στο ποίημα «Εν δυνάμει πραγματικότητα»:
Χρόνια γλυπτικής ο άνεμος
κι η θάλασσα
κι ο βράχος
λιγοστεύει φλούδα φλούδα
Έτσι σμιλεύεται ο στίχος.
Και στο «Απολογία»:
Μάρτυς μου τα δάκρυα
ορκιζόταν
λες κι ο πόνος
είναι ζήτημα αλήθειας.
Γράφει ο Κώστας4
Στο Όρος
ο ήλιος
βιάζεται να βγει.
Θέλει κι αυτός να συνεργήσει.
Στην καύση της καρδίας.
και:
Έρχεσαι πάλιν
Άνοιξη
και προκαλείς πάλην.
Ένδοθεν.
κι ακόμα:
Κυκλοφορούν ελεύθερες
λέξεις που έχασαν
το νόημά τους
και δεν βολεύονται
σε καινούργιες γνωριμίες.
Γράφει η Βιβή5
Η Μάνα: Κάθε φορά που, κάτι, μας έβγαζε, καινούριο
από την καθημερινότητά μας, κι ο πιο απλός πυρετός
ίσως, χωνόμουν στην πολυθρόνα της γωνίας. Μάζευα τα
πόδια από κάτω μου. Μια μπάλα γινόμουνα. Να κρυφτώ
ήθελα. Να μη με δει ο Θεός και θυμηθεί ότι υπάρχω
και μου στείλει κι άλλη δοκιμασία.
και:
Ήλθε η Κόρη! Ω! είναι τόσο όμορφη κι αυτή.
Δεν έχει γαλάζια μάτια σαν τ’ αγόρια.
Έχει όμως καρδιά 20 αγοριών.
Γράφει ο Τάσος6
Στο διήγημα «Εικοσικάτι Ιουνίου»:
Κάθε πρωί που ξυπνώ σκίζω το χαρτάκι της προηγούμενης από το ημερολόγιο. Εικοσιπέντε Ιουνίου. Των Φεβρωνίας, Ορεντίου, Γεωργίου και Προκοπίου του Νεομάρτυρος. Εικοσιπέντε Ιουνίου… Κάτι μου θυμίζει, κάτι μου θυμίζει… θα θυμηθώ! Τι είναι σήμερα; Σέρνω τις σαγιονάρες μου προς τον καναπέ. Παίρνω να διαβάσω το βυζαντινό κράτος του Ιωάννη Καραγιαννόπουλου και ρουφάω χρονολογίες και ονόματα αυτοκρατόρων. Αναρωτιέμαι πόσοι και πώς έγιναν αυτοκράτορες μέσα στους αιώνες. Μόνον εγώ δεν κατάφερα να γίνω αυτοκράτορας του εαυτού μου.
και στο «Κουαρτέτο»:
Είναι στιγμές που μια αφελής αισιοδοξία σε κάνει να πιστεύεις ότι το πεπρωμένο κάνει το χατίρι στις επιθυμίες σου!
Γράφει ο Διονύσης7
Στο ποίημα «Ανδρέας Κάλβος»:
Έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι θα είναι: οι ποιητές
θα αμφιβάλλουν για την κάθε τους λέξη και το κάθε τους
βήμα, σίγουροι για τη ματαιότητα των λόγων και των έργων τους,
και οι μισθοδοτούμενοι των τυράννων θα παρακολουθούν
από τη σκιά, σίγουροι ότι προσφέρουν ανεκτίμητες
υπηρεσίες στην ανθρωπότητα.
Και στο «Πήγαινες στη δουλειά»:
Παράξενο που τόσα χρόνια
πάντα στην ίδια αυτή διαδρομή
δεν είχες δει ούτε τα δέντρα ούτε τα βουνά
παράξενο που όλο έτρεχες για να προλάβεις
σαν μια σκηνή από ταινία σε επανάληψη.
Γράφει ο Ισίδωρος
Στο τραγούδι «Σεντουκιασμένοι φλώροι»:8
Κάποιοι ποθούν να κυβερνούν
σε χώρα, σε βαπόρι
μα δεν το ξέρουν που ’ν’ κι αυτοί
σεντουκιασμένοι φλώροι.
και στο «Φαλτσέτες»:9
Ο ύπνος μου δυσκόλεψε και η ζωή φωνάζει,
που ’ναι βρε ψεύτη άνθρωπε το πάθος που κοχλάζει;
Το ’χω ακόμα μέσα μου, ζωή που με μαλώνεις.
Σου ’στρωσα ωραία απλωσταριά, τα ντέρτια σου ν’ απλώνεις.
Τι κι αν με κόβεις με γυαλιά, με σχίζεις με φαλτσέτες,
τις εμορφιές μου θα ζητάς, για να τις πίνεις σκέτες!
Αυτά ήταν τα λουλούδια που ’κοψα, για να σας τα προσφέρω σήμερα. Κατά μια έννοια –έτσι ανθολογώντας– μπορεί να πει κανείς πως… «πιάσαμε τον Μάη» και μ’ έναν άλλον τρόπο.