Ακούγονται και γράφονται πολλά, και στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα, για τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της Τουρκίας. Δυστυχώς, πολλά από αυτά που λέγονται στην Ελλάδα για το θέμα, είναι ακολούθημα της επικρατούσας άποψης στην Ουάσινγκτον.
Η Τουρκία στη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου υποτίθεται ότι τηρούσε ουδέτερη στάση, πλην όμως οι συμφωνίες που υπέγραψε και η υποστήριξη που παρείχε στη ναζιστική Γερμανία, την τοποθετούν στις συμμάχους του Χίτλερ, χωρίς θερμή συμμετοχή στον πόλεμο.
Η Τουρκία, κινούμενη από το ένστικτο της «ύαινας», εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων την τελευταία μέρα, για να συμμετάσχει στη διανομή της «λείας» των ηττημένων.
Όταν δε το 1945 ο Στάλιν διεκδίκησε την επιστροφή στη Σοβιετική Ένωση των νομών Καρς, Αρνταχάν και Αρτβίν, η Τουρκία αναγκάστηκε να προσεγγίσει κυρίως τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, για να εξασφαλίσει την υποστήριξή τους και να διατηρήσει την εδαφική της ακεραιότητα. Υπήρχε όμως ένα ζήτημα. Οι χώρες αυτές είχαν ως πρόταγμα της διεθνούς τους πολιτικής τρεις βασικές αρχές –τις δημοκρατικές αξίες, το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το κράτος δικαίου–, τις οποίες συμπεριέλαβαν και στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και στο Προοίμιο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, που ακολούθησε.
Όμως από τις τρεις προαναφερθείσες αρχές, η Τουρκία δεν τηρούσε ούτε μία. Έτσι, για να γίνει αποδεκτή στις υπό διαμόρφωση συμμαχίες της Δύσης, αναγκαστικά προχώρησε σε οριοθετημένες μεταρρυθμίσεις, όπως η λειτουργία άλλων κομμάτων εκτός από το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP), το οποίο μάλιστα είχε ιδρύσει την Τουρκική Δημοκρατία, και θεωρούσε ότι του ανήκε και η χώρα και το κράτος.
Άρα, η στροφή της Τουρκίας ήταν και παραμένει υποκριτική.
Η Τουρκία ποτέ δεν στράφηκε προς τη Δύση –ούτε επί Μουσταφά Κεμάλ–, και όλες οι υποτιθέμενες μεταρρυθμίσεις έγιναν σκόπιμα, χωρίς ποτέ να περάσουν στην τουρκική κοινωνία και στις δομές του τουρκικού κράτους. Τρανή απόδειξη όχι μόνο η άρνηση αναγνώρισης των γενοκτονιών που διέπραξαν Νεότουρκοι και κεμαλικοί, αλλά η εμμονή στις ίδιες πολιτικές έναντι Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, όπως και εναντίον των Κούρδων, όποτε ο λαός αυτός τολμούσε να διεκδικήσει βασικά δικαιώματα.
Ναι, η Τουρκία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ αποκλειστικά για τα δικά της συμφέροντα, χρησιμοποίησε τη συμμετοχή της στη συμμαχία, καθιστώντας την συνένοχη, για να συνεχίσει τις γενοκτόνες και εθνοκτόνες πολιτικές της εναντίον οτιδήποτε διαφορετικού, και η όποια συνεισφορά της δεν ήταν χωρίς ισχυρά ανταλλάγματα.
Η Κύπρος και οι παράνομες και παράλογες διεκδικήσεις της εναντίον της Ελλάδας, το εξωφρενικό για μια σύμμαχο χώρα Casus Beli, είναι μόνο μερικά από τα παραδείγματα.
Για να έλθουμε στα τελευταία, με την σύμπλευση και σύμπραξη της Τουρκίας με Ρωσία, Ιράν και Κίνα σε κρίσιμους τομείς που αντιστρατεύονται τα συμφέρονται και της συμμαχίας και των ΗΠΑ, μια στροφή στην εξωτερική πολιτική της Άγκυρας που είναι τραγικό λάθος να την «χρεώσουμε» στον Ερντογάν.
Η στροφή αυτή ξεκίνησε με τη δημόσια δήλωσή του στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, που καταλήγει ως εξής: «Η ένταξη της Ινδίας και του Πακιστάν, που έχει υψηλές δυνατότητες, καθώς και των περιφερειακών χωρών του Εύξεινου Πόντου και των χωρών της Κεντρικής Ασίας, ιδιαίτερα της Ρωσίας, της Κίνας, της Τουρκίας και του Ιράν, στον ευρασιατικό οργανισμό, είναι εξαιρετικά ευεργετική. Μια τέτοια αλληλεγγύη στην περιοχή δεν θα επιτρέψει να πετύχουν οι πιθανές προσπάθειες όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά και άλλων “επεκτατικών” χωρών που επιδιώκουν να γίνουν “υπερδύναμη”, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες στην ανθρωπότητα».
Τώρα ο Ερντογάν απλώς υλοποιεί τον εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό του τουρκικού βαθέος κράτους.
Άρα, είναι καιρός να πέσουν οι μάσκες και να σταματήσουν ορισμένοι στην Ουάσινγκτον τις κοντόφθαλμες και άστοχες αναλύσεις. Η Τουρκία θέλει να ανήκει στον εαυτό της και απλώς χρησιμοποιεί το ΝΑΤΟ, για τους δικούς της επεκτατικούς εθνοκτόνους στόχους. Ας δούμε τώρα τι λέει για το θέμα ένας αξιόλογος Αμερικανός πολιτικός στοχαστής:
«Η Τουρκία δεν είναι σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ – Σταματήστε να προσποιείστε ότι είναι»
Γράφει ο Michael Rubin*
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου θα επισκεφθεί την Ουάσινγκτον σήμερα. Ψηλά στην ατζέντα του θα είναι το αίτημα της Τουρκίας για αμερικανικά F-16. Ο Λευκός Οίκος προωθεί την πώληση ως παρηγορητικό έπαθλο, αφού το Κογκρέσο απομάκρυνε τη χώρα από το πιο προηγμένο πρόγραμμα F-35 Joint Strike Fighter λόγω της συμμαχίας της Τουρκίας με τη Ρωσία.
Ο Λευκός Οίκος κινείται με βάση την εξής λογική:
- Πρώτον, με τα F-16 θέλει να δελεάσει την Άγκυρα να απορρίψει τις αντιρρήσεις για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
- Δεύτερον, οι σύμβουλοι εθνικής ασφαλείας του Μπάιντεν υποστηρίζουν ότι η Τουρκία είναι σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ επειδή έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό ανδρών υπό τα όπλα στη συμμαχία μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παραχωρήσεις των ΗΠΑ στην Τουρκία ή καταναγκασμός;
Ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν και ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Τζέικ Σάλιβαν κάνουν λάθος και στα δύο θέματα. Η προσχώρηση στον τουρκικό εκβιασμό γίνεται απλώς για να τον δικαιολογήσει.
Επειδή το ΝΑΤΟ είναι μια συμμαχία που καθοδηγείται από τη συναίνεση, η Τουρκία μπορεί να εξασφαλίσει τα F-16 ως αντάλλαγμα για να εγκαταλείψει το βέτο της στην ένταξη, αλλά στη συνέχεια θα έχει τη δυνατότητα να εγείρει τα αιτήματά της την επόμενη μέρα της ένταξής τους, υπό την απειλή να παραλύσει τις καθημερινές λειτουργίες του ΝΑΤΟ.
Οι πολιτικές ελευθερίες της Σουηδίας, εν τω μεταξύ, θα είναι ένα θύμα αυτής της διαδικασίας.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν, όπως και κάθε προκάτοχός της που χρονολογείται από την εποχή του Αϊζενχάουερ, επιθυμούσε την ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ εξαιτίας αυτού που θα μπορούσε να φέρει στο τραπέζι: η Τουρκία έχει 355.000 ενεργούς άνδρες υπό τα όπλα. Συγκρίνετε αυτό με τη Γαλλία, με λίγο περισσότερο από 200.000 ενεργούς άνδρες στις ένοπλες δυνάμεις της, ή με το Ηνωμένο Βασίλειο, που έχει μόλις λιγότερους από 200.000. Το να συμπεριλάβουμε το σύνολο του στρατιωτικού –ενεργού καθήκοντος, εφεδρικές δυνάμεις και παραστρατιωτικούς– σημαίνει ότι διογκώνουμε ακόμη περισσότερο τον αριθμό των δυνάμεων της Τουρκίας. Η Τουρκία φέρνει τότε σχεδόν 900.000 άνδρες στην εξίσωση, περισσότερους από τα 19 μικρότερα μέλη του ΝΑΤΟ μαζί.
Συμμετοχή και συμβολή στο ΝΑΤΟ
Στις Βρυξέλλες, το περασμένο σαββατοκύριακο, είχα την ευκαιρία να μιλήσω με έναν πρώην στρατιωτικό επιτελή που είχε εργαστεί σε επιχείρηση του ΝΑΤΟ. Έκανε μια καλή επισήμανση: Τα στατιστικά στοιχεία σχετικά με το μέγεθος των ενόπλων δυνάμεων των μελών του ΝΑΤΟ είναι συχνά άσχετα. Όταν σχεδιάζουν μια επιχείρηση του ΝΑΤΟ, οι ηγέτες του πηγαίνουν σε κάθε χώρα και ρωτούν τι είναι διατεθειμένοι να συνεισφέρουν. Μια χώρα μπορεί να έχει δυνάμεις 100.000 ανδρών, αλλά αν η πολιτική ηγεσία δεν είναι διατεθειμένη να συνεισφέρει έστω και 5% σε μια αποστολή του ΝΑΤΟ, τότε το συνολικό μέγεθος είναι άσχετο.
Με άλλα λόγια: Εάν η Τουρκία υπόσχεται 5.000 στρατιώτες, αλλά η Πολωνία προσφέρει 10.000, τότε είναι σωστό να υποστηρίζουμε ότι η Τουρκία είναι περισσότερο από τέσσερις φορές πιο σημαντική για τη συμμαχία;
Αυτό συνέβη με την Υποστήριξη Επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν. Τον Φεβρουάριο του 2021, οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεισέφεραν 2.500 στρατιώτες, η Τουρκία μόλις 600, δηλαδή λιγότερους από την Ιταλία, τη Ρουμανία, τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, ακόμη και τη Γεωργία που δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, μια χώρα που έχει μόλις το 1/23 του πληθυσμού της Τουρκίας. Ακόμη και όταν η συνεισφορά της Τουρκίας ήταν μεγαλύτερη, συχνά χρησιμοποιούσε τις δυνάμεις της για αποστολές πέρα από τις παραμέτρους του ΝΑΤΟ.
Όταν περπατούσα στους δρόμους της Καμπούλ, για παράδειγμα, έβλεπα διαφημιστικές πινακίδες μακριά από τα κεντρικά γραφεία του ΝΑΤΟ που προωθούσαν διμερείς διπλωματικές σχέσεις Τουρκίας-Αφγανιστάν και επιχειρηματικούς δεσμούς που δεν βασίζονται στις αρχές του ΝΑΤΟ αλλά μάλλον στην ισλαμική αλληλεγγύη.
Με απλά λόγια, οι επίσημες στατιστικές της Τουρκίας δεν μεταφράζονται απαραίτητα σε όφελος και σημασία για το ΝΑΤΟ. Η χώρα απλώς δεν είναι τόσο ζωτικής σημασίας όσο ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν ήταν κράτος πρώτης γραμμής με τη Σοβιετική Ένωση, συνεισέφερε στον πόλεμο της Κορέας και είχε Δυτικό προσανατολισμό.
Ήρθε η ώρα να ανατρέψουμε την μπλόφα της Τουρκίας.