Επανατοποθετούνται οι αρχαιότητες, που αποκαλύφθηκαν στον σταθμό Βενιζέλου, στο πλαίσιο κατασκευής του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης, και οι οποίες αποσπάστηκαν προσωρινά, προκειμένου να επανατοποθετηθούν στην ίδια θέση, στο επίπεδο -1. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ενέκρινε τις μελέτες προστασίας, στερέωσης, αποκατάστασης, συντήρησης επιφανειών και ανάδειξης (αρχιτεκτονική μελέτη αποκατάστασης και ανάδειξης, φωτισμού ανάδειξης, μελέτη επαναφοράς, στερέωσης και δομικής αποκατάστασης, μελέτη συντήρησης επιφανειών και δομικών υλικών) των ρωμαϊκών και βυζαντινών αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν εντός του κελύφους του Σταθμού κατά την α’ και β’ φάση της ανασκαφικής έρευνας.
Οι μελέτες εφαρμογής αναμένεται να τεθούν υπόψη των αρμόδιων υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού εντός του πρώτου διμήνου του νέου έτους και τον Απρίλιο 2023 ξεκινούν οι επανατοποθετήσεις των αρχαιοτήτων. Ταυτόχρονα θα εξελίσσονται και οι εργασίες συντήρησης, ώστε βάσει του χρονοδιαγράμματος, στο τέλος του 2023 να παραδοθεί ο σταθμός. Με την επανατοποθέτηση των συγκεκριμένων καταλοίπων, τα οποία συγκροτούν ενιαίο σύνολο με πληρότητα και συνέχεια, εξασφαλίζεται η περαιτέρω διατήρηση της μαρτυρίας της πολεοδομικής οργάνωσης και του ιστορικού αστικού ιστού της πόλης στη συγκεκριμένη θέση.
Για τη μεγαλύτερη ανασκαφική έρευνα αστικού χαρακτήρα που έχει ποτέ πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στην Ελλάδα, έκανε λόγο η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη
Η υπουργός πρόσθεσε ότι η κατασκευή του έργου θα συμβάλλει στην αναδιήθηση και στην τεκμηρίωση της ιστορίας της πόλης από την ίδρυσή της έως τις αρχές του 20ου αιώνα. Επίσης σημείωσε ότι στον σταθμό Βενιζέλου πρόκειται να δημιουργηθεί ο μεγαλύτερος αρχαιολογικός χώρος στο πλαίσιο τεχνικού έργου, σε διεθνές επίπεδο, ενώ οι εργασίες της προσωρινής απόσπασης των αρχαιοτήτων έδωσαν τη δυνατότητα να αποκαλυφθούν κατάλοιπα προηγούμενων ιστορικών περιόδων, που δεν μπορούσαν να μελετηθούν με άλλον τρόπο και σε τέτοια έκταση. Με τις διεπιστημονικές μελέτες που ενέκρινε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, το σύνολο των αποσπασθέντων αρχαιοτήτων επαναφέρεται στην αρχική τους θέση και αναδεικνύεται εντός του κελύφους του Σταθμού Βενιζέλου.
Το ιστορικό της ανασκαφικής διερεύνησης
Η χάραξη του Μετρό Θεσσαλονίκης, διασχίζει το ιστορικό κέντρο της πόλης και περιοχές με πλούσιο πολιτιστικό παρελθόν. Οι αρχαιολογικές έρευνες και εργασίες ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 2006 συγχρόνως με το τεχνικό έργο. Σταδιακά, από το 2008 έως το 2014 διεξήχθη η κυρίως ανασκαφική έρευνα στον χώρο, όπου θα κατασκευάζονταν τα κελύφη και οι είσοδοι των σταθμών και ολοκληρώθηκε την περίοδο 2016-2019, με εξαίρεση τον Σταθμό Βενιζέλου, όπου η ανασκαφική έρευνα περατώθηκε στις 31 Ιουλίου 2022.
Ο σταθμός Βενιζέλου χωροθετείται στη διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου, στην καρδιά της βυζαντινής μητρόπολης.
Ο αρχαιολογικός χώρος που αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών αποτελεί διαχρονική μαρτυρία της πολεοδομικής οργάνωσης της πόλης που παραμένει αναλλοίωτη για 17 αιώνες, όπως αποτυπώνεται στο ύψος της κεντρικής οδού που διέτρεχε από πάντα την πόλη στην ίδια περίπου χάραξη: Ο ελληνιστικός δρόμος, ο decumanus maximus της ρωμαϊκής εποχής και της ύστερης αρχαιότητας, η βυζαντινή Λεωφόρος ή Μέση Οδός, ο Φαρδύς Δρόμος της μεταβυζαντινής περιόδου, η σημερινή οδός Εγνατία.
Κατά την α’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης αποκαλύφθηκε με εντυπωσιακή πληρότητα τμήμα της κοσμικής πόλης της ύστερης αρχαιότητας και των βυζαντινών χρόνων. Πρόκειται για τη διασταύρωση του decumanus maximus και του cardo (οδός Βενιζέλου), 6μ. περίπου χαμηλότερα από τη σημερινή κομβική διασταύρωση. Η σημασία και η μοναδικότητα του ευρήματος ως συνόλου, δηλαδή ως αναπεπταμένου τμήματος του πολεοδομικού ιστού της βυζαντινής Θεσσαλονίκης αναγνωρίστηκε ήδη από το 2013, όταν τέθηκε για πρώτη φορά στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο το θέμα της κατασκευής του Σταθμού, με απόσπαση των αρχαιολογικών καταλοίπων και μεταφορά τους για έκθεση σε άλλη θέση.
Κατά τη β΄ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης αποκαλύφθηκε πλήθος καταλοίπων, τα οποία αφορούσαν αφενός σε πυκνό δίκτυο υδραυλικών υποδομών κάτω από τα καταστρώματα των decumanus maximus και cardo, αφετέρου σε πυκνοδομημένο ιστό με επάλληλες φάσεις στην οικοδομική νησίδα νοτιοανατολικά της διασταύρωσης των δύο οδικών αξόνων.
Τα νέα ευρήματα κάλυπταν ένα χρονικό ορίζοντα από τον 3ο έως τον 5o/6o αι. μ.Χ.
Το 2022, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε ομόφωνα υπέρ της διατήρησης των αρχαίων καταλοίπων που αποκαλύφθηκαν έως το υψόμετρο +3,50μ. κατά τη β’ φάση ανασκαφικής διερεύνησης με προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτησή τους ως ενιαίο σύνολο με τις αποσπασμένες στην α’ φάση αρχαιότητες (4ος-9ος αι. μ.Χ.), καθώς ολοκληρώνουν την εικόνα του αστικού ιστού της πόλης στη διασταύρωση των δύο οδών καταδεικνύοντας την αλληλουχία των οικιστικών φάσεων. Παράλληλα με τις εργασίες απόσπασης των αρχαιοτήτων (β΄ φάση), συνεχίσθηκε και η ανασκαφική έρευνα (γ’ και δ’ φάση) από το υψόμετρο +3.50μ. έως τη στάθμη +2.00μ. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε υπέρ της απόσπασης των καταλοίπων, τα οποία συγκροτούν ενιαίο σύνολο με πληρότητα και συνέχεια, προκειμένου να μεταφερθούν και να εκτεθούν ως σύνολο στο Μουσείο Crossover στον σταθμό Συντριβάνι.