Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1980 όταν βρέθηκα για πρώτη φορά μπροστά στην είσοδο του σπηλαίου στο λόφο του Αϊ- Γιώργη Κιλκίς. Κοντοστάθηκα διστάζοντας να ακολουθήσω τον πατέρα μου που είχε διαβεί ήδη το κατώφλι, ρωτώντας τον: «γιατί πρέπει να έρθω κι εγώ μέσα;». Εκείνος, συνεχίζοντας με σταθερό βήμα, μου απάντησε: «για να έχεις ωραίες αναμνήσεις να γράψεις, εάν κάποτε σας βάλουν έκθεση με θέμα “μια αξέχαστη εκδρομή”», και η φωνή του έκανε αντίλαλο επιτείνοντας ακόμα περισσότερο το μυστηριώδες κλίμα στην είσοδο της σπηλιάς. Από τότε ουκ ολίγες φορές διάβηκα το πορτάκι της εισόδου του καταπληκτικού σπηλαίου, ως μαθήτρια σε σχολικές εκδρομές αλλά και στην ενήλικη ζωή μου.
Κάθε φορά έχει να μου προσφέρει κάτι καινούργιο, κάτι που είχε διαφύγει της προσοχής μου στο παρελθόν.
«Μια αξέχαστη εκδρομή» θα μπορούσε να είναι ένας εναλλακτικός τίτλος αυτού του άρθρου, η οποία γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρουσα όταν δίπλα σου έχεις τον άνθρωπο που έχει συνδέσει τη ζωή του με το σπήλαιο αυτό, τον Βασίλη Μακρίδη. Ο Δήμος Κιλκίς τιμά τον πρώην υπάλληλό του (έχει συνταξιοδοτηθεί εδώ και λίγους μήνες) δίνοντας το όνομά του στην Έκθεση Παλαιοντολογίας που στεγάζεται σε κτήριό του στο πιο ψηλό σημείο της πόλης, στο λόφο του Αγίου Γεωργίου. Ας πάμε να τον γνωρίσουμε!
Πείτε μας λίγα λόγια για το σπήλαιο στο λόφο του Αγίου Γεωργίου Κιλκίς.
Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε το 1925 από τον Γιώργο Παυλίδη, τον επονομαζόμενο Μπουλασούκ, με καταγωγή από το Καρς, όταν έβγαζε ασβεστόλιθο από το λατομείο του. Μετά την ανακάλυψή του σταμάτησαν οι εργασίες εξόρυξης.
Βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου του Αγίου Γεωργίου που έχει υψόμετρο 369μ. Στην κορυφή του λόφου δεσπόζει ο τρίκλητος –βασιλικού ρυθμού– ξυλόστεγος ναός με γυναικωνίτη, καθολικό της Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου. Όταν η ατμόσφαιρα το επιτρέπει, υπάρχει ορατότητα μέχρι το όρος Όσσα· ενώ αν σηκώσεις τα μάτια πάνω από τις σκεπές του Κιλκίς, εκτείνεται μπροστά σου όλος ο κάμπος της Μυγδονίας.
Το 1962, και μετά από πρόσκληση του μακαριστού μητροπολίτη Κιλκίς Χαρίτωνα Συμεωνίδη, επισκέπτεται το σπήλαιο η σπηλαιολόγος Άννα Πετροχείλου και το 1977 ξεκινούν οι εργασίες για την ανάδειξή του, που ολοκληρώνονται το 1982. Το σπήλαιο ανοίγει το καλοκαίρι του 1986. Η τουριστική διαδρομή φτάνει στα 300μ. και εκτείνεται σε δύο επίπεδα (δύο ορόφους) ενώ η έκτασή του φτάνει τα 1.000τμ. Υπάρχουν έξι θάλαμοι –τρεις σε κάθε όροφο–, όπως υπάρχουν κι άλλα τμήματα τα οποία έχουν εντοπιστεί με γεωραντάρ για μελλοντική αξιοποίηση.
Η θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 15-17° και η υγρασία στο 95%. Βρέθηκαν απολιθώματα από ύαινες, ελάφια, άλογα, βοοειδή, ποντίκια, πτηνά, νυφίτσες, αγριόγατες, κτλ. Έχει ηλικία 1.000.000 χρόνια.
Ποια είναι η καταγωγή σας;
Από την πλευρά του πατέρα μου, Παύλου, κατάγομαι από το Τουιγκούν, ένα χωριό περίπου 15χλμ δυτικά του Καρς. Από την πλευρά της μητέρας μου, Δέσποινας Ιωαννίδου, κατάγομαι από το Βεζίκιοϊ του Πόντου. Εγώ γεννήθηκα το 1959 και μεγάλωσα στα Κιμισχαναλίδικα, μια όμορφη ποντιακή γειτονιά του Κιλκίς. Εμείς οι Καρσλήδες καταγόμαστε από την Κιμισχανά, την Αργυρούπολη του Πόντου δηλαδή. Το 1870, με τους διωγμούς, μετακινηθήκαμε στην περιοχή του Καρς όπου και ζήσαμε τα τελευταία περίπου σαράντα χρόνια πριν από τον οριστικό ξεριζωμό και τα γεγονότα της Γενοκτονίας.
Είμαι γέννημα-θρέμμα Κιλκισιώτης.
Πότε άρχισε η σχέση σας με το σπήλαιο;
Από πολύ μικρή ηλικία άκουγα διάφορες ιστορίες – ότι υπάρχει ένα σπήλαιο σκοτεινό, φοβερό, ότι έχει μέσα δράκοντες, δαίμονες, νεράιδες, θησαυρούς. Ακουγόταν πως οι διάδρομοί του έβγαζαν στον Αϊ- Γιώργη, στο μοναστήρι πάνω στην κορυφή του λόφου, αλλά και κάτω στην πόλη. Όλα αυτά τα άκουγα μικρό αγόρι και μου προκαλούσαν φόβο, δέος, αλλά και μια απίστευτη έλξη.
Όταν μεγάλωσα λίγο, εκεί γύρω στα 7-8 ετών, έβλεπα τον αδελφό μου Κώστα, που είναι μεγαλύτερος από εμένα, να ακολουθεί την παρέα του, ένα τσούρμο παιδιά που περνούσαν μπροστά από το σπίτι μας για να τον παραλάβουν. Ξεκινούσαν με χαρά και τραγούδια για να ανέβουν στο λόφο και να παίξουν μέσα στο σπήλαιο.
Οι γυναίκες της γειτονιάς που μας έβλεπαν να περνάμε, μας καλούσαν για να μας δώσουν φυλλωτά που έψηναν εκείνη την ώρα, μοσχοβολούσε ο τόπος!
Εγώ ζήλευα, προσπαθούσα να τους ακολουθήσω αλλά με διώχνανε γιατί ήμουν μικρός. Κάποια στιγμή έπεισα τον αδελφό μου, κι αυτός δέχτηκε να με πάρει μαζί του υπό έναν όρο όμως: να καθίσω να τον περιμένω έξω από το σπήλαιο. Όσο διάστημα τον περίμενα να βγει από μέσα, είχα σκάσει από το κακό μου! Τελικά ο αδελφός μου με τους φίλους του βγήκαν μετά από πολλή ώρα μουτζουρωμένοι, λερωμένοι, με μαυρισμένα τα ρούχα, και κρατώντας στα χέρια τους σακούλες.
Σε αυτές τις σακούλες είχαν κάτι που έμοιαζαν με ποντίκια, όμως με μια πιο προσεκτική ματιά είδα πως δεν ήταν, είχαν μεμβράνες που έμοιαζαν με φτερά! Τα έπιαναν για να τα πουλήσουν σε φαρμακοποιούς. Μόλις τα είδα τρόμαξα, θυμήθηκα όλους εκείνους τους μύθους που κυκλοφορούσαν για το σπήλαιο. Ο αδελφός μου με καθησύχασε λέγοντάς μου «Βασίλη, αυτές λέγονται νυχτερίδες και ζουν μέσα στο σπήλαιο, και αυτά (έβγαλε κάτι παράξενες πέτρες μέσα από τη σακούλα) λέγονται σταλακτίτες και κρέμονται από πάνω από το βράχο». Εμένα ο πόθος μου για να εξερευνήσω το σπήλαιο άρχισε να μεγαλώνει. Η μάνα μας όταν καταλάβαινε πως ο αδελφός μου είχε μπει μέσα στο σπήλαιο, τον κυνηγούσε για να τον δείρει! Καμιά φορά τον έπιανε!
Περνώντας ο καιρός, και αφού έβλεπε ο αδελφός μου πόσο πολύ ήθελα να μπω μαζί του στο σπήλαιο, άρχισε να με παίρνει μέσα και να μου μαθαίνει το μέρος. Μέχρι το 1969, σε ηλικία 10 ετών, είχα μάθει πολύ καλά κάθε χώρο του και πώς να κινούμαι μέσα σ’ αυτό με ασφάλεια.
Την πρώτη φορά που μπήκα μέσα, είχα πάθει σοκ. Ήταν σκοτάδι, η μόνη πηγή φωτός που είχα ήταν ένα αναμμένο κερί. Το σήκωσα ψηλά και είδα τους σταλακτίτες να κρέμονται από επάνω μου, από κάτω ορθώνονταν οι σταλαγμίτες, οι νυχτερίδες περνούσαν ξυστά από το πρόσωπό μου, τα φώτα από τα κεριά των άλλων παιδιών δημιουργούσαν υπέρογκες σκιές στο βράχο – όλο το θέαμα ήταν πρωτόγνωρο, σαφώς μου προκαλούσε φόβο αλλά ταυτόχρονα μου ήταν τόσο ελκυστικό…
Το ’69, όπως σας είπα, έμαθα το σπήλαιο σαν την παλάμη του χεριού μου. Τότε ήταν που βρήκα και τα πρώτα απολιθώματα.
Παλιά χάνονταν άνθρωποι μέσα στο σπήλαιο. Δεν μπορούσαν να βγουν. Είχαμε βγάλει πάρα πολλά άτομα με τον αδελφό μου. Θυμάμαι την περίπτωση ενός Γερμανού με τον γιο του. Μας είπαν πως τους είχαν δει να μπαίνουν μέσα. Εμείς τους βρήκαμε στον κεντρικό θάλαμο. Είχαν μια τσάντα ταχυδρομικού τύπου και μέσα είχε κοράλλια, σταλακτίτες, είχαν κάνει μεγάλη καταστροφή παίρνοντας τα «σουβενίρ» του. Εκείνη την εποχή, το ’74, ο Γερμανός μας είχε δώσει ένα χιλιάρικο που τον σώσαμε (ποσό που είχε αξία τότε).
Μετά τι έγινε; Πώς εξελίχθηκε αυτή η σχέση;
Μεγαλώνοντας δούλευα στην οικοδομή μαζί με τον πατέρα μου. Ήταν πολύ καλός χτίστης, είχε σπουδαίο όνομα. Εγώ τότε σπούδαζα στη Σχολή Εργοδηγών Ηλεκτρολόγων, εδώ στο Κιλκίς. Επιστρέφω στην πόλη μου, αφού υπηρετώ τη στρατιωτική μου θητεία, το 1979. Εκείνη την εποχή είχε τελειώσει η «αξιοποίηση» του σπηλαίου. Πήγα λοιπόν να δω πώς δείχνει το αγαπημένο καταφύγιο των παιδικών μου χρόνων μετά την τοποθέτηση του φωτισμού.
Εκεί κατάλαβα πόσο μεγάλο κακό είχε γίνει –και δεν βγάζω τον εαυτό μου έξω– όταν μπαίναμε μέσα σαν παιδιά και σπάζαμε τους σταλακτίτες.
Εκείνη την εποχή έπιασα δουλειά για λίγους μήνες στο Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), που έκανε έρευνες στα Κρούσια, και αμέσως μετά μπήκα στον ΟΤΕ ως συμβασιούχος όπου δούλεψα για τέσσερα χρόνια. Είχα μπει στη ρουτίνα της δουλειάς και είχα σχεδόν ξεχάσει τη μεγάλη μου αγάπη, το σπήλαιο, ώσπου με ειδοποίησαν μια μέρα πως με ήθελε ο τότε δήμαρχος του Κιλκίς, ο αείμνηστος Σπύρος Αυγητίδης. Εγώ σκέφτηκα ότι με ήθελε για κάποια ηλεκτρολογική εργασία.
Ήμουν παντρεμένος, είχα ήδη τη μεγάλη μου κόρη, και τη μικρή στην κοιλιά της μάνας της. Βλέπω τον δήμαρχο στον κεντρικό δρόμο του Κιλκίς, στην οδό 21ης Ιουνίου. Με φωνάζει κοντά του και μου λέει: «Βασίλη, θέλουμε να ανοίξουμε το σπήλαιο». Εμένα είχαν κοπεί τα γόνατά μου. Συνεχίζει: «έχω ακούσει από πολλά άτομα που εμπιστεύομαι τη γνώμη τους, πως το ξέρεις καλύτερα από τον καθένα και πως είσαι το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να δουλέψεις εκεί».
Ήθελα να αρχίσω να τρέχω επί της 21ης Ιουνίου, τόσο μεγάλος ήταν ο ενθουσιασμός μου.
Εκπληρωνόταν το παιδικό μου όνειρο, εξασφαλίζοντας παράλληλα μια δουλειά που αγαπούσα για να ζήσω την οικογένειά μου με αξιοπρέπεια – δεν θα μπορούσα να γίνω πιο ευτυχισμένος! Είναι αλήθεια πως ήξερα καλύτερα από τον καθένα το σπήλαιο. Ο μόνος που το γνώριζε ίσως καλύτερα από εμένα ήταν ο αδελφός μου, που ήταν και «δάσκαλός» μου, αλλά αυτός είχε ήδη ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα.
Την άλλη μέρα κιόλας πήγα στο δημαρχείο και μου παραδόθηκε το κλειδί του σπηλαίου. Ανεβαίνοντας πάνω στο λόφο βλέπω έναν χώρο παραμελημένο, με κάτι γαϊδουράγκαθα στο ύψος ενός άνδρα, με πολλά σπασμένα τζάμια, με φώτα που δεν λειτουργούσαν, με τσιμέντα από την μπετονιέρα που έπρεπε να καθαριστούν… Ζήτησα άτομα να βάλουμε μια τάξη, όμως δεν υπήρχε διαθέσιμο προσωπικό.
Τον πρώτο καιρό που ανέλαβα, δούλευα από το πρωί μέχρι να νυχτώσει για να φέρω το σπήλαιο στην κατάσταση που αρμόζει.
Η γυναίκα μου Μαρία ήταν στους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης της. Δεν υπήρχε τηλέφωνο στο σπήλαιο, έλειπα όλη την ημέρα και δικαιολογημένα φοβόταν μην έπαθα κάτι, μην γλίστρησα στα βράχια καθώς καθάριζα, ή μην έπεσα επιδιορθώνοντας τα φώτα. Βέβαια αυτές οι δυσκολίες ξεχάστηκαν όλες όταν άνοιξε πια επίσημα το σπήλαιο, το 1986.
Τι έγινε τότε;
Τότε πέρασε ως επισκέπτρια μια φοιτήτρια Γεωλογίας από τη Μεγάλη Στέρνα [σ.σ.: χωριό έξω από το Κιλκίς], η Ελένη Ιακωβίδου, μαζί με δύο συμφοιτήτριές της για να δούνε το σπήλαιο, και της έδειξα τα απολιθώματα ζητώντας της παράλληλα να φέρει τους καθηγητές της για να τα αξιολογήσουν. Είχα την ελπίδα ότι είχαν μεγάλη αξία και μπορούσε έτσι να πάρει αξία και το σπήλαιό μας, να γινόταν όπως των Πετραλώνων.
Η Ιακωβίδου ειδοποίησε τον καθηγητή της Ιωάννη Μελέτη με την ερευνήτρια –σημερινή καθηγήτρια– δρ Ευαγγελία Τσουκαλά, οι οποίοι επισκέφθηκαν το σπήλαιο, είδαν τα απολιθώματα και με ρώτησαν εάν τα βρήκα σε αυτήν την κατάσταση που τους τα παρουσίασα. Τους απάντησα πως τα καθάρισα, και τότε μου είπαν πως τα καθάρισα πολύ καλά και πως θα μπορούσαν να με έχουν βοηθό τους στις ανασκαφές. Τα απολιθώματα τα παρέλαβαν με πρωτόκολλο παράδοσης- παραλαβής για να μελετηθούν στα εργαστήρια.
Έτσι «άνοιξα πόρτα» με το πανεπιστήμιο, έβλεπα τη διαδικασία της έρευνας και τρόπον τινά εκπαιδεύτηκα πρακτικά πάνω στο κομμάτι αυτό.
Το ’93 η Ευαγγελία Τσουκαλά μού πρότεινε να γίνω μέλος της παλαιοντολογικής ομάδας της. Εγώ στην αρχή είχα επιφυλάξεις, δεν ήμουν γεωλόγος και δεν μπορούσα να αφήσω τη δουλειά μου. Με διαβεβαίωσε πως θα μπορούσα να σταθώ ανάμεσά τους και πως δεν θα ήμουν αναγκασμένος να αφήσω τη δουλειά μου και το σπήλαιο που είχα συνδεθεί μαζί του. Εγώ τότε δέχτηκα με μεγάλη χαρά, γιατί θεώρησα πως εάν είμαι ανάμεσα σε επιστήμονες, σε γεωλόγους, σε παλαιοντολόγους και φοιτητές, κάτι θα μάθω παραπάνω και θα το χρησιμοποιήσω σε όφελος της εργασίας μου.
Από το 1993 λοιπόν είμαι στις ανασκαφές με την καθηγήτρια Ευαγγελία Τσουκαλά, έχουμε κάνει πάνω από 110 ανασκαφικές αποστολές σε δέκα νομούς και έχουμε βγάλει περί τα 60.000 απολιθώματα που κοσμούν μουσεία Φυσικής Ιστορίας στη βόρεια Ελλάδα (Αριδαία, Μηλιά Γρεβενών, Ζαγκλιβέρι, στη Θερμοπηγή του Δήμου Σιντικής, στο Καλαμωτό, στη Θεσσαλονίκη, κι εδώ στην πόλη μας, το Κιλκίς).
Νιώθω τυχερός και είμαι ευγνώμων για όλα. Δίπλα στην καθηγήτρια, τους επιστήμονες και τους φοιτητές έμαθα πάρα πολλά και μετά τα μετέφερα κι εγώ με τη σειρά μου σε άλλους. Θέλω να γράψω ένα βιβλίο με τίτλο «Το εγχειρίδιο του καλού παλαιοντολόγου – Πρακτική παλαιοντολογία» για να μοιραστώ με τον κόσμο που αγαπάει την Παλαιοντολογία όλα όσα έμαθα αυτά τα χρόνια, δηλαδή πώς γίνεται μια ανασκαφή (ανάλογα το έδαφος), τι εργαλεία χρησιμοποιούμε, πώς βγαίνει το απολίθωμα, πώς συντηρείται, πώς μεταφέρεται, πώς γίνεται ένα καλούπι, και να το εικονογραφήσω με σκίτσα δικά μου.
Όταν με το καλό γίνει, θέλω να το δωρίσω στο πανεπιστήμιο για να το έχουν βοήθημα οι φοιτητές.
Από τον Μάιο και μετά έχω συνταξιοδοτηθεί. Δυστυχώς δεν έχουμε άλλο άτομο μόνιμο δημοτικό υπάλληλο για να καλύψει τη θέση. Όμως με βλέπεις πάλι εδώ. Εάν προκύπτει ανάγκη να ανοίξει το σπήλαιο για μια περίπτωση όπως για το Pontos News π.χ. ή για μια επίσκεψη μιας ομάδας Erasmus, εγώ με χαρά είμαι εδώ για να προσφέρω πάλι τις υπηρεσίες μου.
Έχω φύγει από την υπηρεσία πλούσιος από εμπειρίες και γεμάτος με χαρά και ικανοποίηση μ’ αυτό το λίγο που μπόρεσα να κάνω για τον τόπο μου και την πατρίδα μου!
Κύριε Μακρίδη, είστε ένας ευσυνείδητος δημόσιος λειτουργός, και οι Κιλκισιώτες σάς ευχαριστούμε για την προσφορά σας όλα αυτά τα χρόνια.
Σας ευχαριστώ. Χαίρομαι που με τιμά ο Δήμος μου για τη συνεισφορά μου στη δημιουργία της Παλαιοντολογικής Έκθεσης δίνοντας το όνομά μου σ’ αυτήν.
Έχω τιμηθεί κι άλλες φορές: το 2009 από τον πρύτανη του ΑΠΘ, τον αείμνηστο Αναστάσιο Μάνθο για την ανιδιοτελή προσφορά μου στο πανεπιστήμιο, από την πρώην Νομαρχία Γρεβενών και το Δήμο Γρεβενών που με έχουν κάνει επίτιμο δημότη, από το Δήμο Ηρακλεωτών όπου βρέθηκαν οι μαστόδοντες ηλικίας 2.500.000-3.000.000 ετών –και μάλιστα μπήκαν στο βιβλίο Guinness ως οι πιο μεγάλοι χαυλιόδοντες στον κόσμο (4,5 και 5μ.)–, και το 2011 από το Δήμο Σιντικής για τις ανασκαφές της Θερμοπηγής. «Oυδείς προφήτης στον τόπο του» λέει ο θυμόσοφος λαός μας, έτσι όταν σε τιμά ο τόπος σου έχει άλλη συναισθηματική αξία!
Αλεξία Ιωαννίδου
MSc Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων