Η Ελληνίδα σοπράνο Ίνγκα Μπαλαμπάνοβα, που με το ταλέντο της κατέκτησε την Ευρώπη από τη δεκαετία του 1990 ακόμα, έγινε γνωστή αυτό το καλοκαίρι στο πανελλήνιο με τα αφιερώματά της στον πολιτισμό των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας.
Τα 100 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ποντίων, που τιμήθηκαν το 2019, και τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή που τιμούνται το 2022, δεν θα μπορούσαν να αφήσουν αμέτοχη μια Ελληνίδα γεννημένη στα παράλια του Εύξεινου Πόντου.
Η οικογένεια του πατέρα της, του Γιούρι Μπαλαμπάνοφ, ήρθε από τον Πόντο στην περιοχή της Τσάλκας, στον Καύκασο, τον 19ο αιώνα. Ήταν ελληνόφωνοι και κατοικούσαν στα χωριά Γκουμπάτι και Γκούνια-καλά. Το σόι από τη μεριά της μητέρας της, Έλενας Σόνους (Παπαδοπούλου), προερχόταν από τη Σάντα του Πόντου και εγκαταστάθηκε στο ελληνικό χωριό Κβίρικε, δίπλα στο Βατούμ, και την περιοχή της πόλης Γκάγκρα.
Η αγάπη της Ίνγκας Μπαλαμπάνοβα για την πατρίδα των παππούδων της, τον Πόντο, και η ετοιμότητά της να συμβάλει στην προώθηση της πολυτάραχης ιστορίας του ελληνισμού της Ανατολής δεν κλονίστηκαν, παρά τις τραγωδίες στην οικογένειά της. Οι θάνατοι των πολυαγαπημένων γονιών της συμπληρώθηκαν το 2019 με τον πρόωρο θάνατο του αδελφού της Οδυσσέα, ο οποίος έμενε στην Κριμαία. Εν ζωή είναι ένας ακόμη αδελφός της, ο Αλέξανδρος, ο οποίος ζει στον ρωσικό Καύκασο.
Η Ίνγκα ένιωθε χαρά από τις επαγγελματικές της επιτυχίες στην Ευρώπη και θλίψη από τη συμφορά που βρήκε την οικογένειά της.
Ήταν μακριά από την Ελλάδα, από την Αντζαρία όπου γεννήθηκε, και από την Κριμαία όπου μεγάλωσε. Όμως δίπλα της ήταν οι διαφόρων εθνικοτήτων φίλοι και συνεργάτες της – Ιταλοί, Γερμανοί, Αυστριακοί, Ελβετοί, και Έλληνες της Ευρώπης. Η Ίνγκα είχε όραμα κάποια στιγμή να προωθήσει στο ευρύ κοινό την Ελλάδα, τον Πόντο και τη Μικρά Ασία, και όταν ολοκλήρωσε αυτό το πρότζεκτ το αφιέρωσε στα αγαπημένα της πρόσωπα που χάθηκαν τόσο πρόωρα.
«Ένιωθα ανάγκη να ασχοληθώ με τα τραγούδια που αντιπροσωπεύουν την πατρίδα μου και έλκουν την προσοχή της πολιτισμένης ανθρωπότητας στη Γενοκτονία που έχουμε ζήσει. Γεννήθηκα στην πόλη Καμπουλέτι της Γεωργίας, κοντά στο Βατούμ. Η ποντιακή διάλεκτος είναι η μητρική μου γλώσσα. Είμαι Ρωμαίισα, ντο να λέγω…», λέει με χαμόγελο στα χείλη η Ίνγκα.
«Κάποια στιγμή ο φίλος και καθηγητής μου Ουίλιαμ Ματτεούτσι (William Matteuzzi), από την Μπολόνια της Ιταλίας, παρατηρώντας τις ανησυχίες μου, μου είπε πως η επιτυχία του πρότζεκτ με τα τραγούδια στην ποντιακή διάλεκτο είναι το χρέος μου απέναντι στον γιο μου, στον εαυτό μου και στο λαό μου. Ο Ουίλιαμ τόνισε πως στις φλέβες του γιου μου κυλά ελληνικό αίμα, και μέσα από αυτόν πρέπει να υπάρξει η συνέχεια της δικής μου ελληνικής ρίζας. Είναι σίγουρος πως τα όμορφα μουσικά ακούσματα των Ελλήνων και των Ιταλών κράτησαν στους δύσκολους καιρούς όρθιους και τους δυο λαούς», λέει η Ίγκα Μπαλαμπάνοβα στη διάρκεια της συνέντευξής της στο pontosnews.gr.
Από τα αγαπημένα της έργα είναι η όπερα του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ Μιθριδάτης, βασιλιάς του Πόντου – μια από τις σπουδαιότερες σοβαρές όπερες του μεγάλου συνθέτη.1 Ακόμα δύο έργα με ελληνική θεματολογία στο «οπλοστάσιό» της είναι η όπερα του Τζοακίνο Ροσίνι Ερμιόνη (1819) και η όπερα του Κρίστοφ Γκλουκ Ορφέας και Ευρυδίκη (1887).
Η καριέρα στην Ευρώπη
Η ζωή της Ίνγκας στα παιδικά και τα νεανικά της χρόνια σχετιζόταν με το Καμπουλέτι στη Γεωργία, τη Συμφερόπολη στην Κριμαία, και με τη Μόσχα. Όμως η απογείωση της σταδιοδρομίας της έγινε στην Ευρώπη. Βήμα-βήμα προχωρούσαν όλα στην καριέρα της νεαρής τότε τραγουδίστριας, για να φθάσει κάποια στιγμή στην κορυφή της επαγγελματικής της διαδρομής.
Από το 1985 ως το 1989 ήταν η περίοδος των σπουδών της στη μουσική σχολή. Από το 1989 ως το 1992 ακολούθησαν οι σπουδές στο Κρατικό Μουσικό Κολέγιο «Γκνέσιν» στη Μόσχα.
Η μουσική καριέρα της συνεχίστηκε και μετά την παλιννόστησή της στην Ελλάδα, το 1992. Η νεαρή σοπράνο ονειρευόταν τις σπουδές στην Ευρώπη, όμως δεν μπορούσε να φανταστεί πως η τύχη θα είναι με το μέρος της σχεδόν από την αρχή. Την φιλοξένησε στην Θεσσαλονίκη η αδελφή της μητέρας της, η θεία Κίτσα. Δύο μέρες μετά την άφιξή της, η Ίνγκα επισκέφτηκε το Νέο Ωδείο Θεσσαλονίκης και χωρίς δισταγμό μπήκε στο γραφείο της διευθύντριας, της μεγάλης σοπράνο Βαρβάρας Τσαμπαλή-Τρικολίδη.
Μετά την πρώτη πρόβα έγινε δεκτή στο Ωδείο, και η Τσαμπαλή-Τρικολίδη ήταν δίπλα της στη διάρκεια των σπουδών της. Μέσα της όμως ωρίμαζε ή σκέψη να φύγει για σπουδές στην Ιταλία. Τα σχέδιά της στήριξε και ο γνωστός Έλληνας αρχιμουσικός από τη Γεωργία, Οδυσσέας Δημητριάδης.
«Ο αείμνηστος Οδυσσέας Δημητριάδης μού έδωσε κουράγιο για τις νέες επαγγελματικές κινήσεις μου. Αυτή την προοπτική, το να πάω για σπουδές στην Ευρώπη, την είχα συζητήσει και με τη γνωστή υψίφωνο της Σοβιετικής Ένωσης και της Ελλάδας Έλενα Κελεσίδη ακόμα το 1990, όταν βρεθήκαμε μαζί στο πλοίο “Λεονίντ Σόμπινοφ” στο πλαίσιο του Α’ Φεστιβάλ Πολιτισμού και Τέχνης των Ελλήνων της ΕΣΣΔ (το πλοίο –με ηθοποιούς, καλλιτέχνες, συγγραφείς και μουσικά και χορευτικά συγκροτήματα– επισκέφτηκε τότε πολλά λιμάνια της ΕΣΣΔ, της Ελλάδας και της Κύπρου). Γίναμε φίλες, βρεθήκαμε ξανά το 1991. Η Έλενα τότε έφευγε για την Αθήνα, όπου ζει τώρα και συνεχίζει τη μουσική της καριέρα. Αυτή με παρότρυνε να πάω για σπουδές στην Ελλάδα, και ύστερα προφητικά τόνισε πως μετά από δυο χρόνια θα βρίσκομαι στην Ευρώπη.
»Στην Ελλάδα έφτασα τον Νοέμβριο του 1992, και τον Νοέμβριο του 1994 έφυγα για σπουδές στη Γένοβα της Ιταλίας», λέει η Ίνγκα για τη σοβαρή απόφαση που έπρεπε να πάρει την περίοδο που κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, και έπρεπε να σκέφτεται πρώτα για τα προς το ζην.
Η Βαρβάρα Τσαμπαλή-Τρικολίδη, άξια μουσικός και μάνατζερ, έστειλε την Ίνγκα και άλλους μερικούς μαθητές της για σπουδές στη Γένοβα. Στη ζωή της Ίνγκας ξεκίνησε μια νέα περίοδος, που της άνοιξε νέους ορίζοντες. Τη χαρά της την χάλασε ο θάνατος της μητέρας της από καρκίνο, σε ηλικία 52 ετών, και η νέα κοπέλα στήριξε τις αντοχές της στην αφοσίωση στο επάγγελμά της. Η μουσική αποδείχτηκε σωτήρια δύναμη. Από το 1995 η ταλαντούχα σοπράνο ξεκίνησε να κερδίζει σε διάφορους μουσικούς διαγωνισμούς – οι νίκες έρχονταν μια μετά την άλλη.
«Σε μια από τις επαγγελματικές μου συναντήσεις με πρόσεξε ένας ευκατάστατος Έλληνας, ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης, αριστοκράτης και λάτρης της κλασικής μουσικής. Αυτός ο ευεργέτης πλήρωσε τις σπουδές στην Ελβετία για μένα και για έναν νεαρό από την Αυστραλία – η ευεργεσία είναι στο αίμα των Ελλήνων. Η κίνηση αυτή έγινε με γνώμονα την καλή φωνή και το ταλέντου μας. Το 1996 με δικά του έξοδα πήγα στη Ζυρίχη, και πέρασα στο Στούντιο Όπερας Interational Zürich Opernhaus. Στην Ελβετία με βοήθησε ακόμα ένα ζευγάρι ευεργετών, κατοίκων της Ζυρίχης, η Γερμανίδα Ρόζα-Μαρία και ο Αυστριακός Κλάους, οι οποίοι ήταν στην ηλικία των γονιών μου. Παράλληλα έτυχε να κερδίσω την Υποτροφία “Μαρία Κάλλας” στην Αθήνα, και την υποτροφία της πόλης της Ζυρίχης. Οι οικονομικές δυσκολίες λύθηκαν ως διά μαγείας, και μπορούσα πια να ασχολούμαι με το τραγούδι στον μέγιστο δυνατό βαθμό», τονίζει.
Η ζωή στη Γερμανία και την Ιταλία
Η Ίνγκα Μπαλαμπάνοβα συνεργάστηκε με διάσημους σκηνοθέτες παγκόσμιας φήμης και τραγούδησε πρώτους ρόλους σε διάσημα θέατρα και φεστιβάλ, όπως η Σκάλα του Μιλάνου, τα θέατρα όπερας στην Ανκόνα και στην Πίζα, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, η Εθνική Λυρική Σκηνή κ.ά. Όμως, η κάθε καριέρα έχει και στιγμές χαλάρωσης και απλής καθημερινότητας.
«Ο Ουίλιαμ Ματτεούτσι και η Έλενα Κελεσίδη, οι καλύτεροί μου φίλοι, με πίεζαν να παντρευτώ γιατί είχα φτάσει στην ηλικία των 30. Τότε πήρα δουλειά σε ένα μεγάλο θέατρο της Ανκόνας. Οι φίλοι μου μου εξηγούσαν τα θετικά της μητρότητας, και κάποια στιγμή τους έκανα έκπληξη. Το 2003 γνώρισα τον μέλλοντα σύζυγό μου, Λούκα Μάρτσι. Από το 2004 εγκαταστάθηκα στο Πέζαρο. Κάλεσα τη Ρόζα-Μαρία και τον Κλάους για να… αξιολογήσουν τον γαμπρό. Αυτοί με πάντρεψαν στη θέση των γονιών μου.
»Κάναμε και το ποντιακό έθιμο “λογόπαρμαν”, παντρευτήκαμε, και τον Ιούλιο του 2005 γέννησα τον γιο μου.
»Του έδωσα το όνομα Μικελάντζελο, προς τιμήν του Μιχαήλ Άγγελου. Η Ρόζα-Μαρία και ο Κλάους ήρθαν οδικώς από τη Ζυρίχη για να με βοηθήσουν ως νέα μαμά. Αυτοί και τον βάφτισαν. Εγώ συνέχιζα τις εμφανίσεις μου στις καλύτερες σκηνές της Ιταλίας. Ο σύζυγός μου εργαζόταν ως ηχολήπτης (σήμερα αυτός με βοηθάει με τα βίντεο των τραγουδιών μου). Το 2012, λόγω σοβαρής αρρώστιας του συζύγου μου, αποφάσισα να σταματήσω την καριέρα μου ως τραγουδίστρια. Το παιδί ήταν ακόμα επτά ετών», τονίζει, μιλώντας για τις κρίσιμες περιόδους της ζωής της.
Η Ίνγκα ωστόσο δεν μπορούσε να ζήσει εκτός του χώρου της μουσικής. Το 2013, λίγο καιρό μετά την απόφασή της να σταματήσει τις μουσικές εμφανίσεις της, πήρε την απόφαση να ανοίξει δικό της Στούντιο Όπερας. Οι μαθητές της έρχονταν στο Πέζαρο, όπου μένει, από διάφορες χώρες του κόσμου (στο Πέζαρο γεννήθηκε το 1792 ο μεγάλος Ιταλός συνθέτης Τζοακίνο Ροσίνι και το γεγονός αυτό δίνει πρόσθετη αξία στην πόλη και τους μουσικούς της).
Το Στούντιο Όπερας International Opera Studio Pesaro της Ίνγκας Μπαλαμπάνοβα γνώρισε μεγάλη επιτυχία από το 2015. Εκείνη, ως καθηγήτρια, μητέρα και σύζυγος, βυθίζεται με πάθος στα μουσικά και τα οικογενειακά της καθήκοντα.
Ο Πόντος και η Μικρά Ασία στο έργο της
Το πρώτο πρότζεκτ της Ίνγκας, το οποίο ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2022, ήταν αφιερωμένο στα 100 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Οι κλασικές εκδοχές των έξι παραδοσιακών ποντιακών τραγουδιών που αναρτήθηκαν στο κανάλι International Opera Studio Pesaro του YouTube, έτυχαν άμεσης ανταπόκρισης του ποντιακού κοινού στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο.
Εκτός από αυτό, η Ίνγκα μελοποίησε ποντιακούς στίχους του θείου της Ηρακλή Σόνους-Χιονίδη, ο οποίος για πολλά χρόνια διοικούσε το Σύλλογο Ποντίων της Κορίνθου. Ιδιαίτερο συναίσθημα προκάλεσαν στην ίδια τα τρία τραγούδια, ένα νανούρισμα κι ένας δημοτικός θρήνος, για τα οποία έγραψε τη μουσική μόνη της. Πιάνο έπαιξε η γειτόνισσα της Ίνγκας στο Πέζαρο, Μάρι Μπατιλασβίλι – με καταγωγή από τη Γεωργία.
Το δεύτερο πρότζεκτ είναι αφιερωμένο στη μνήμη των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, και στην 14η Σεπτεμβρίου 1922, την ημέρα της Καταστροφής της Σμύρνης. Ο κύκλος των τραγουδιών που επιλέχτηκαν, σε στίχους Κωστή Παλαμά και μουσική Μανώλη Καλομοίρη, φέρει τον τίτλο «Μαγιοβότανα». Στη συλλογή προστέθηκαν και τραγούδια στην ιταλική γλώσσα.
«Στη δημιουργία των δημοσιεύσεων στο κανάλι μου International Opera Studio Pesaro στο YouTube με βοήθησαν πολύ με τις φιλολογικές τους γνώσεις η εξαδέλφη μου Μαρίνα Σόνους-Αθανασιάδη και η φίλη μου Μαρία Θωίδου. Τις ευχαριστώ ιδιαίτερα, και ελπίζω πως η προσπάθειά μου να φέρω πιο κοντά στους Ευρωπαίους την ιστορία και τον πολιτισμό των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας θα υποστηριχθεί από το κοινό στην Ελλάδα. Ετοιμάζω και το επόμενο, το τρίτο πρότζεκτ μου, όμως θα το κρατήσω μυστικό ακόμη…», δηλώνει η Ίνγκα Μπαλαμπάνοβα στο τέλος της συνέντευξής μας.