«Ηθοποιός είναι ο ρόλος» υποστήριζαν οι παλιοί ηθοποιοί, και σίγουρα είχαν δίκιο. Γιατί αν δεν έχεις έναν χαρακτήρα με αρχή, μέση και τέλος να υποδυθείς, πόσο να σε σώσει το ταλέντο ή η εμπειρία; Και όμως, υπάρχουν λίγα ονόματα που αποτελούν εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Ένας από αυτούς ήταν σίγουρα ο Σωτήρης Μουστάκας.
Το αγόρι με το βιολί
Σαν σήμερα, το 1940, στο χωριό Κάτω Πλάτρες στη Λεμεσό, έρχεται στον κόσμο το τελευταίο παιδί της οικογένειας Μουστάκα, ο Σωτήρης. Από μικρός ξεχώριζε γιατί έκανε τον κόσμο να γελάει, ειδικά εκείνα τα χρόνια που ήταν φτωχικά και δύσκολα. Και παρόλο που ήταν από φτωχή οικογένεια, έμαθε να παίζει βιολί που ήταν η πρώτη του αγάπη.
Όλα άλλαξαν το 1954, όταν είχε πάει στο χωριό του ο Νίκος Σταυρίδης με το θίασό του. Τότε ο 14χρονος Σωτήρης ζήτησε από τον μεγάλο πρωταγωνιστή να τον βοηθήσει, όταν θα ερχόταν στην Αθήνα, να σπουδάσει θέατρο. Στο διάλειμμα από σκηνής ο Σταυρίδης έλεγε ανέκδοτα στον κόσμο. «Κάποια στιγμή σταμάτησε κι άρχισε να φωνάζει το όνομά μου. Με κάλεσε στη σκηνή. Αυτό ήταν το ντεμπούτο μου» είχε πει.
https://www.youtube.com/watch?v=E8TLZmLiUD0
Το όνειρο έχει ήδη φωλιάσει στην ψυχή του έφηβου Σωτήρη, μόνο που η ιστορία έχει άλλη γνώμη. Το 1955 συμμετέχει στον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών).
Η ΕΟΚΑ αγωνίστηκε την περίοδο 1955-1959, κατά της βρετανικής κυριαρχίας. Σκοπός ήταν η απελευθέρωση της Κύπρου και η ένωσή της με την υπόλοιπη Ελλάδα. Όπως χιλιάδες συμμαθητές του, έτσι και ο Μουστάκας μυήθηκε στον αγώνα των Κυπρίων και πήρε μέρος στη δράση μοιράζοντας φυλλάδια και γράφοντας συνθήματα στους τοίχους. Μάλιστα τα φυλλάδια τα έκρυβε στη θήκη του βιολιού. Έγινε όμως κάποια στιγμή αντιληπτός από τους Άγγλους, και φυλακίστηκε για επτά μήνες. Τότε πίστεψε ότι το όνειρό του για καριέρα στο θέατρο τελείωσε πριν καν αρχίσει.
Ταλέντο μετ’ εμποδίων
Το 1958, έχοντας τελειώσει το σχολείο και παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του, έρχεται στην Ελλάδα για να γίνει ηθοποιός – και μάλιστα με πλαστό διαβατήριο. Δουλεύει σερβιτόρος για να επιβιώσει και δίνει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Την πρώτη φορά αποτυγχάνει, την επόμενη χρονιά περνάει οριακά.
Ως σπουδαστής ακόμη, ανέβηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι το 1961 σε έναν μικρό ρόλο στο έργο Χαραυγή του Δημήτρη Μπόγρη, κι έναν χρόνο αργότερα έκανε την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση με το θίασο του Κώστα Ρηγόπουλου και της Κάκιας Αναλυτή στο έργο Μια πόρτα, δραχμές πεντακόσιες. Και γίνεται πανικός. Το νέο ταλέντο δέχεται προτάσεις από πολλούς θιάσους, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’60 έπαιξε στους Όρνιθες του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν. Αλλά και η ερμηνεία του στον Ασυλλόγιστο του Μολιέρου είχε πάρει διθυραμβικές κριτικές. Όμως στην ουσία έπαιζε σε κωμωδίες και επιθεωρήσεις.
Στον κινηματογράφο το ντεμπούτο του γίνεται στον Αλέξη Ζορμπά του Μιχάλη Κακογιάννη, στο ρόλο του τρελού του χωριού. Αν και λίγος σε διάρκεια, ο Μουστάκας ήταν καταπληκτικός. Βέβαια αυτά που έχουν γραφτεί και διαιωνίζονται μέχρι σήμερα, ότι δηλαδή θα μπορούσε να ήταν υποψήφιος για Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου, αλλά δεν μπήκε λόγω διάρκειας, είναι αστικός μύθος αφού η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου ποτέ δεν έχει ανακοινώσει ποιοι έφταναν πριν από την πεντάδα.
Όπως και να ‘ναι, η παγκόσμια επιτυχία της ταινίας άνοιξε στους συντελεστές κάποιες πόρτες για καριέρα στο εξωτερικό, αλλά ο Μουστάκας δεν μπήκε σε αυτήν τη διαδικασία. Είχε άλλωστε λόγους να μείνει στην Ελλάδα.
Ένας μεγάλος έρωτας
Με τη Μαρία Μπονέλου έδιναν μαζί εξετάσεις στη Σχολή του Εθνικού. Ήταν συνομήλικοι – ο Σωτήρης την περνούσε περίπου 2,5 μήνες. Όσο ήταν και η διαφορά από το φευγιό τους, το 2007. Στην αρχή δεν υπήρχε ερωτική σχέση, μόνο φιλική. Ο έρωτας προέκυψε στην πορεία. Κι εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’70 προέκυψε και ο γάμος.
Η γέννηση της κόρης τους Αλεξίας ήταν η ευτυχής κατάληξη του έρωτά τους. Λιγότερο στον κινηματογράφο και σχεδόν φουλ στο θέατρο, παίζανε μαζί. Η Μαρία ήταν μια υποσχόμενη κομεντιέν, που όμως για χάρη του συζύγου και της οικογένειας που είχαν φτιάξει, τα άφησε όλα πίσω της.
Ο νέος αιώνας δυστυχώς δεν μπήκε καλά για το ζευγάρι. Το 2000, κατά τη διάρκεια της συμμετοχής της στην επιθεώρηση «Μιλένιουμ 2000» στο θέατρο Περοκέ, ξεκίνησαν για την Μπονέλου προβλήματα χρόνιας ασθένειας, με αποτέλεσμα να σταματήσει τις επαγγελματικές της εμφανίσεις. «Η μητέρα μου ήταν πολλά χρόνια άρρωστη (Αλτσχάιμερ) και το περίμενα, το είχα συνειδητοποιήσει», έχει πει η Αλεξία Μουστάκα.
Ο Σωτήρης Μουστάκας είχε καταρρεύσει. Μπορεί πάνω στη σκηνή να έκανε τον κόσμο να γελάει, όμως όταν κατέβαινε, κλεινόταν στο καμαρίνι του και έκλαιγε. Ο ίδιος δεν το είχε δημοσιοποιήσει, όμως οι άνθρωποι του θεάτρου το ήξεραν. Και δεν το έλεγαν, ως ένδειξη σεβασμού για την ιστορία του αλλά και το μέγεθος της τραγωδίας που ζούσε. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν επρόκειτο να φύγει σε περιοδεία, δεχόταν μόνο υπό τον όρο να επιστρέφει ανά τρεις ημέρες, για να μη μένει μόνη της η Μαρία Μπονέλου. Ως την τελευταία στιγμή της ζωής του, δεν έφευγε από το πλευρό της.
Εκείνη, καθηλωμένη στο κρεβάτι, δεν είχε καταφέρει να βρεθεί ούτε στην κηδεία του πολυαγαπημένου της συζύγου.
Λάθη και πάθη
Ο Μουστάκας δεν είχε κρύψει το πάθος του για τον τζόγο, που τον έφτασε ένα βήμα πριν το θάνατο. Το τελευταίο συνέβη όταν δανείστηκε από τοκογλύφους που σύχναζαν έξω από το καζίνο της Πάρνηθας και δεν μπόρεσε να τα επιστρέψει. Αυτοί τότε τον απήγαγαν απειλώντας να τον «εξαφανίσουν». Τελικά, ο θεατρικός παραγωγός Αλέξανδρος Παρίσης, φίλος και συνεργάτης του Μουστάκα, όπως αποκάλυψε, έδωσε τα χρήματα και τον επέστρεψαν μέσα σε ένα πορτμπαγκάζ αυτοκινήτου!
Το πάθος του αυτό ήταν και η απάντηση στο ερώτημα γιατί το διάστημα της κυριαρχίας των βιντεοκασετών γύρισε τόσο πολλές ταινίες – για τις οποίες είχε μετανιώσει μεν, αλλά χρειαζόταν τα χρήματα.
Το 1980 ο Μουστάκας ήταν 40 χρόνων. Είχε γίνει πρωταγωνιστής και θιασάρχης στο θέατρο, αλλά στο σινεμά είχε μείνει στους χαριτωμένους β’ ρόλους με τους οποίους όμως όχι μόνο τον αγάπησε ο κόσμος, αλλά υπήρχαν και φορές που έκλεβε την παράσταση από τους πρωταγωνιστές. Πρωταγωνιστής έγινε το 1974 στο Ένας νομοταγής πολίτης, το οποίο στην εποχή του δεν γνώρισε επιτυχία, επειδή είχε αρχίσει η πτώση του ελληνικού κινηματογράφου.
Στη δεκαετία του ’80, αν και είχε να αντιμετωπίσει τα νέα ονόματα, έκανε φοβερή εισπρακτική επιτυχία με τα φιλμ στα οποία πρωταγωνιστούσε. Εκεί, στα μέσα της δεκαετίας, αυτός ο κινηματογράφος πέρασε στο βίντεο.
Όχι, ο Σωτήρης Μουστάκας δεν ήταν ο «βασιλιάς της βιντεοκασέτας» που γράφανε κάποιοι. Ήταν ένας σπουδαίος ηθοποιός που έλαμπε ακόμα και σε μέτρια έργα. Δεν έγιναν κακά, γιατί έπαιζε εκείνος. Αλλά και στο θέατρο, στην επιθεώρηση, τα νούμερα που έπαιζε ήταν σπουδαία. Γιατί ήταν αυτός σπουδαίος.
Γι’ αυτό και τον αγάπησαν και τον αγαπούν όλοι οι Έλληνες. Και γι’ αυτή την αγάπη, όταν ένιωθε ότι τελειώνει η ζωή του, είχε ζητήσει το φέρετρό του να σκεπαστεί με τη γαλανόλευκη. Όπως και έγινε.
Σπύρος Δευτεραίος