Αργατεία ή αργατία, «αλλαχτό», ή «με τη σειράν»: Ένας πολύ σημαντικός θεσμός της αγροτικής ζωής του Πόντου, καθώς προϋποθέτει τη συνεργασία προσώπων για την επίτευξη κάποιου κοινού σκοπού. Συνηθίζεται για παράδειγμα στο κοτόφλυμαν,1 το λύχτρεμαν,2 το σκάψιμον, το διφτέρισμα ή αροκόπεμαν3, το θέρισμα κ.ά.
Οικογένειες ή ομάδες αγροτών ομάδες εργασίας ενώνουν τις δυνάμεις τους για να εργαστούν ομαδικά πότε στου ενός το χωράφι και πότε στου άλλου.
Αν η εργασία αφορά το θερισμό των σταχυών, η ομάδα θερίζει πρώτα το χωράφι που ωριμάζει πρώτο, κ.ο.κ. Έτσι, ο θερισμός γίνεται πιο αποτελεσματικός.
Τα μέλη της αργατείας κατά κάποιον τρόπο «αλληλοδανείζουν» μεταξύ τους την εργασία τους, και το καθένα θεωρείται ίσης απόδοσης. Όσα μεροκάματα προσφέρει ένα μέλος της ομάδας, τόσα θα του προσφέρουν τα μέλη της ομάδας στη δική του δουλειά. Αυτό αποτελεί κανόνα άγραφου δικαίου. Αν κάποιος δεν τηρεί τον κανόνα αυτόν και ωφελείται από την αργατεία χωρίς να ανταποδώσει προς τα άλλα μέλη της ό,τι από υποχρέωση οφείλει, θεωρείται παραβάτης και εξεγείρει την κοινή γνώμη. Όλοι τον αποστρέφονται· στο προαύλιο της εκκλησίας υφίσταται ένα είδος λαϊκού δικαστηρίου, όπου ο ιερέας του επιβάλλει χρηματική ποινή την οποία καταβάλλει προς όφελος της εκκλησίας.
Η αργατεία λειτουργεί και για την εκπλήρωση δημόσιων σκοπών, π.χ. για να φτιαχτεί ένας δρόμος ή μια εκκλησία. Στην περίπτωση αυτήν, τα μέλη της ομάδας εργασίας προσφέρουν το μόχθο τους χωρίς αντάλλαγμα. Ανάλογη είναι και η περίπτωση που με αργατεία ολοκληρώνεται η αγροτική εργασία μιας χήρας ή χτίζεται το σπίτι ενός ανήμπορου. Κι εδώ ωστόσο υπάρχει κοινωνικός έλεγχος: Αν κάποιος ολιγωρεί, δέχεται την αυστηρή επίκριση της κοινής γνώμης, η οποία τον αντιμετωπίζει ως αντικοινωνικό στοιχείο.
Η αργατεία καθιστά τη δουλειά πιο ευχάριστη και αποδοτική. Στη διάρκειά της γίνονται μερικά διαλείμματα, στα οποία οι δουλευτές τραγουδούν και χορεύουν. Γίνεται έτσι τραγούδι ο μόχθος, μαζί και χορός.
Μέσα σε μια τέτοια ατμόσφαιρα, τα αισθήματα των νέων εκφράζονται με γνήσιο και αυθόρμητο τρόπο, δεν είναι λίγες οι φορές μάλιστα που γάμοι έχουν προκύψει από τέτοιες συναντήσεις. Αντιλαλεί ο λόγγος από τα τραγούδια, και κάποιο παλικάρι, καθώς μας λέει η ποντιακή μούσα, τραγουδώντας μνημόνευε το όνομα της αγαπημένης του:
Τούμπουλ’, τούμπουλ’ ’ς σα ραχία, ση πασά μ’ την αργατείαν
ούλ’ εντάμαν ’ς σην δουλείαν, χα κι εγώ κι η Αναστασία.
[Δονούνται οι λόγγοι με το τραγούδι, και μέσα στην αργατεία l βρίσκομαι κι εγώ μαζί με την Αναστασία.]
Και σήμερα ακόμη σε μερικά ποντιακά χωριά της χώρας κάνουν αργατεία, ιδίως σε τομείς της ζωής που η δουλειά χρειάζεται πολλά εργατικά χέρια.
Στη βυζαντινή περίοδο η αργατεία ως κοινωνικός θεσμός καθιερώθηκε με τον όρο «αλληλέγγυον».