Αν εξαιρέσουμε τον Κολοκοτρώνη, του οποίου όχι μόνο η στρατηγική ευφυΐα αλλά και η πολιτική και εθνική διορατικότητα ήταν εντυπωσιακές, το πρώτο μόρφωμα του ελληνικού κράτους δεν είχε και μεγάλες φιλοδοξίες. Τις διεύρυνε λίγο ο ιδεαλισμός του Όθωνα, αλλά τα όνειρα διαλύθηκαν μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο.
Ο Κωλέττης συνέλαβε τη Μεγάλη Ιδέα και χρειάστηκε η διπλωματική οξύνοια του Βενιζέλου για την προσπάθεια υλοποίησής της. Κατέρρευσε όμως λόγω του επάρατου διχασμού.
Σε πολύ μεγάλη σχηματοποίηση, τρεις αντιλήψεις απασχόλησαν τον ελληνισμό από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους ως και σήμερα:
- Η μία είναι η δημιουργία ενός εθνικού κράτους σαν και αυτό που δημιουργήθηκε. Μια κατάσταση που δεν μπορεί να προχωρήσει. Έχει κολλήσει στον αυτοβαυκαλισμό της πρωτεύουσάς του και ενός ευνουχισμένου, ιδιοτελούς και χωρίς εθνικό όραμα κατεστημένου.
- Η άλλη ήταν η αποτυχημένη προσπάθεια του Βενιζέλου – που δεν γνωρίζουμε πώς την οραματιζόταν. Τι μορφής κράτος θα ήταν μία Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών;
- Υπάρχει και μια τρίτη, η οποία διατυπώθηκε από τον Ίωνα Δραγούμη: Μια ελληνοτουρκική συνεργασία υπό ελληνική ηγεμονία.
Αυτή η τρίτη πρόταση μεταμορφωμένη στις συνθήκες της εποχής μας μπορεί να αποτελέσει μια πρόταση για τη λύση στο ελληνικό αδιέξοδο.
(Προτού σημειώσω ποιο είναι το ελληνικό αδιέξοδο να υπογραμμίσω πως επ’ ουδενί δεν υποστηρίζω μια ελληνοτουρκική ομοσπονδία. Είμαι απόλυτος. Άλλο θα προτείνω.)
Ποιο είναι το αδιέξοδο τώρα; Η Τουρκία απειλεί την Ελλάδα. Την απειλεί και με πόλεμο. Το ανησυχητικό είναι πως η Τουρκία όπως λειτουργεί ετεροπροσδιορίζεται. Και ετεροπροσδιορίζεται κυρίως σε σχέση με την Ελλάδα.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν, είναι και θα παραμείνουν ανταγωνιστικές. Η Τουρκία δεν διεκδικεί απλώς κυριαρχικά δικαιώματα, ή ακόμη και ελληνική κυριαρχία. Υπονομεύει την Ελλάδα και στις σχέσεις που αναπτύσσει με άλλες χώρες στις οποίες η Άγκυρα ασκεί επιρροή. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Αλβανία.
Αυτή είναι η μία πλευρά του αδιέξοδου.
Η άλλη είναι πως την Ελλάδα δεν τη συμφέρουν ούτε ο διαμελισμός, ούτε η απομόνωση της Τουρκίας – πολιτικές που θα μπορούσαν να μειώσουν τον τουρκικό κίνδυνο.
Οι λόγοι είναι απλοί. Ένας διαμελισμός της Τουρκίας θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου στον μικρασιατικό χώρο. Ποιος θα ελέγξει και πώς τις δυνάμεις που θα απελευθερωθούν; Μια απομόνωσή της δε, ακόμη και στο ΝΑΤΟ, θα αναγκάσει τη μεν Τουρκία να αναζητήσει ερείσματα ανατολικότερα, τη δε Ελλάδα να διαδραματίσει σε σχέση με την Ανατολή το ρόλο που έχει σήμερα η Τουρκία, αυτόν της απορρόφησης των κάθε λογής ανατολικών κυμάτων.
Μπορεί αυτό το ρόλο να τον εκμεταλλεύεται σήμερα η Τουρκία και να κερδίζει, αλλά τον ασκεί. Ένας τέτοιος ρόλος θα ήταν βαρύ φορτίο για την Ελλάδα. Από κάθε άποψη. Και οικονομική και πολιτική και στρατιωτική.
Και εδώ τίθεται το ερώτημα: Τι κάνουμε; Υπάρχει πολιτική υπέρβασης του αδιεξόδου;
Υπάρχει ναι, και θα βοηθούσε στην ανάταξη της Ελλάδας και οικονομικά και πολιτισμικά και κοινωνικά.
Για να αντιμετωπιστεί η Τουρκία και να καθίσει στο τραπέζι της συνεργασίας χρειάζονται ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις, συνεκτική κοινωνία και ένα πολιτικό σύστημα αποφασισμένο να προτάξει τα συμφέροντα της χώρας αντί των ιδιοτελών δικών του.
Η διαδικασία ισχυροποίησης των Ενόπλων Δυνάμεων –αν ικανοποιηθούν εύλογες προϋποθέσεις– θα δώσει ώθηση στην οικονομία. Η προϋπόθεση είναι η ανάπτυξη εγχώριας βιομηχανίας που θα υποστηρίζει, πέραν των άλλων δραστηριοτήτων της, και τις Ένοπλες Δυνάμεις. Δεν αναφέρομαι αναγκαστικά σε κρατικές επιχειρήσεις.
Δεν αρκεί όμως αυτό. Ο τουρκισμός είναι μια ολοκληρωτική, φασιστική, ναζιστική, γενοκτόνα ιδεολογία. Και θα πρέπει να αποδομηθεί. Διαφορετικά θα συνεχίσει να απειλεί την ύπαρξη της Ελλάδας όπως και άλλων λαών της περιοχής.
Η αποδόμησή της δεν γίνεται με απειλές. Οι απειλές αντιθέτως την ενισχύουν. Ο τουρκισμός ως ιδεολογία, βασίζεται και στο ιδεολογικό στερεότυπο του εχθρού Έλληνα.
Η Τουρκία δεν είναι ένα ομοιογενές εθνικά, φυλετικά, πολιτισμικά και μορφωτικά κράτος. Υπάρχουν πολλοί Τούρκοι στραμμένοι δυτικά, με τους οποίους η Ελλάδα ως κράτος και ο ελληνισμός ως πολιτισμική υπόσταση μπορούν να έρθουν σε επαφή και σε διάλογο.
Η παρουσία του Ερντογάν που κατεδίωξε αυτούς τους ανθρώπους (τους οποίους αποκαλεί «Λευκούς Τούρκους») διευκολύνει αυτή τη συνεννόηση. Διότι με τις διώξεις συνειδητοποίησαν και οι ίδιοι το δικό τους αδιέξοδο. Το αδιέξοδο της χώρας τους.
Η επαφή τους δε με ευρωπαϊκούς λαούς –μεταξύ των οποίων και ο ελληνικός– τους έδωσε να καταλάβουν πόσο σαθρά είναι τα θεμέλια του τουρκισμού.
Όσοι από αυτούς βρίσκονται στο εξωτερικό μπορούν να έρθουν σε επαφή με ομοϊδεάτες τους και να τους επηρεάσουν. Αρκεί να τους δοθεί η δυνατότητα να το κάνουν.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία δεν περιμένει κανείς να αποδομηθεί το τουρκικό κράτος. Δεν είμαστε σίγουροι και αν το θέλουμε. Στην ιδεολογία του τουρκισμού αποσκοπούμε.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία θα δημιουργηθούν θύλακες που θα αμφισβητήσουν το ιδεολόγημα του τουρκισμού, θα συνειδητοποιήσουν πως ο Έλληνας δεν είναι εξ ορισμού εχθρός, θα εκφραστούν με τις δικές τους αγωνίες, και μπορεί πολλοί εξ αυτών να αποκτήσουν και μια συνείδηση εθνικής διαφορετικότητας από αυτή που τους επέβαλε αναγκαστικά ο τουρκισμός.
Με απλά λόγια χρειάζονται δύο πράγματα:
- Σκληρή ισχύς για να αντιμετωπίζεται η τουρκική επιθετικότητα, και
- άνοιγμα στους Λευκούς Τούρκους με κοινό στόχο την αποδόμηση μιας ολοκληρωτικής φασιστικής ιδεολογίας: του τουρκισμού.
Χρειάζεται, βεβαίως, σύνθετη ελληνική πολιτική γι’ αυτό.
Δεν είμαι σίγουρος πως το παρηκμασμένο αθηναϊκό σύστημα μπορεί να την πετύχει.
Ε, αυτό είναι το ελληνικό αδιέξοδο.