«Ο πατέρας μου ήταν εξορία. Έναν κομμουνιστή είχε η Τήνος, ήταν ο μπαμπάς μου». Η Άννα Φόνσου ήταν ξεχωριστή από παιδί. Όπως έχει πει και η ίδια: «Ήμουν ένα παιδί που όλοι ανησυχούσαν για την ψυχική μου υγεία. Μόνο καταστροφές μπορούσα να κάνω, δεν άφηνα τίποτα όρθιο· με έχαναν, έλεγα ψέματα, πήγαινα στην Παναγία και έκανα ότι είμαι μουγκή και έγινε θαύμα και διάφορα τέτοια τρελά. Ονειρευόμουν πολύ, ήμουνα ονειροπαρμένη και είχα φοβερή φαντασία».
Με καταγωγή από την Τήνο, ξεκινά τη μαθητική της ζωή στις Ουρσουλίνες – όχι επειδή ήταν πλούσια, αλλά η γιαγιά της ήταν καθαρίστρια εκεί και γι’ αυτό την πήραν.
Ο δρόμος προς την κορυφή γίνεται με γαϊδουράκι
Όταν επέστρεψε ο πατέρας της από την εξορία, επέστρεψε και η μικρή Άννα στην Καισαριανή, την περιοχή όπου γεννήθηκε. Συνέχισε το σχολείο, και το μεσημέρι βοηθούσε τον πατέρα της στην δουλειά του, που ήταν μανάβης. Όχι όμως με σταθερό πόστο αλλά πλανόδιος, με γαϊδουράκι. Με αυτό το γαϊδουράκι, όταν μεγάλωσε, πήγε στην Κυρία Κατερίνα να ζητήσει δουλειά. Όχι ως ηθοποιός, αλλά οποιαδήποτε δουλειά: Έπρεπε να φοιτήσει σε ιδιωτικό γυμνάσιο, καθώς την είχαν αποβάλει από όλα τα δημόσια!
Αιτία ήταν μια διαδήλωση για την ΕΟΚΑ, οπού η 14χρονη Άννα είχε δείρει έναν αστυφύλακα. «Έβλεπα ότι έδερνε τα παιδιά. Από θυμό τον έδειρα, όχι ότι ήμουνα κομματικοποιημένη, την τύφλα μου δεν ήξερα», έχει πει η ηθοποιός. Μια φίλη και συμμαθήτριά της της λέει για το θέατρο όπου ψάχνανε –επί πληρωμή– βωβά πρόσωπα, κάτι σαν κομπάρσους. Στην αρχή πήγε στο θέατρο του Μάνου Κατράκη, που όμως την απέρριψε γιατί ήταν μικρή. Εκεί γνώρισε τον Νότη Περγιάλη που της έδωσε ένα σημείωμα και την έστειλε στην Κυρία Κατερίνα. Η μεγάλη θεατρίνα ανέβαζε τότε το Μάρτυρας κατηγορίας.
Η Φόνσου καβαλάει το γαϊδουράκι και φτάνει ως τη Χέυδεν όπου ήταν το θέατρο της Κυρίας Κατερίνας. Με τσαμπουκά και θράσος εισβάλλει στο καμαρίνι της και της εξιστορεί την ιστορία της ζωής της. Η μεγάλη θεατρίνα συγκινείται, και σχεδόν την υιοθετεί. Γι’ αυτήν η μικρή Άννα είναι το παιδί που δεν απέκτησε. Και όταν μια ηθοποιός του θιάσου, η Θεανώ Ιωαννίδου κάνει μήνυση γιατί η μικρή δεν έχει άδεια επαγγέλματος, η κυρία Κατερίνα στέλνει τη μικρή στη σχολή του Δημήτρη Ροντήρη, ως εξαιρετικό ταλέντο. Και αποδεικνύεται ταλέντο.
Η «νέα Αλίκη» και η αυθεντική
Αν και πολύ νέα, η Άννα Φόνσου έχει αρχίσει να κάνει ονοματάκι στο θέατρο. Ο κινηματογράφος καραδοκεί, όπου παίζει το ρόλο της μικρής αδελφής στο Ο Φανούρης και το σόι του. Βρισκόμαστε στο 1958, και ο Ντίμης Δαδήρας σκηνοθετεί το Αγοροκόριτσο – ένας ρόλος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Μόνο που η τελευταία αρνείται. Έτσι, σκηνοθέτης και παραγωγός απευθύνονται στην Άννα Φόνσου με έναν περίεργο τρόπο. «Μια μέρα ο παραγωγός έρχεται στον Ανδρέα Μπάρκουλη για να του πει ότι η Αλίκη δεν δέχεται το ρόλο. Ο Ανδρέας λοιπόν λέει “Για δες αυτήν τη μικρή. Είναι πολύ καλή. Δεν την φωνάζεις να κάνει ένα δοκιμαστικό;”. Μόλις με βλέπουν, αμέσως με βάζουν σε γυρίσματα κι από κει και πέρα έγινα αυτό που έγινα», έχει πει η ηθοποιός.
Η ταινία κάνει επιτυχία, και οι παραγωγοί λανσάρουν τη νέα ηθοποιό ως «νέα Βουγιουκλάκη», ενίοτε και ως αντι-Βουγιουκλάκη. Οι δημοσιογράφοι της εποχής κατασκευάζουν μια νέα κόντρα-φάντασμα. Όταν τα μαθαίνει αυτά η Φόνσου, πηγαίνει να γνωρίσει την Αλίκη. Και ναι οι δυο «αντίπαλοι» όχι μόνο γίνονται φίλες αλλά και κουμπάρες, καθώς η Αλίκη πάντρεψε την Άννα. Όσο για τις μεταξύ τους σχέσεις; «Δεν ήμουν φανατική καριερίστρια. H Βουγιουκλάκη με έκανε να θέλω να κάνω καριέρα, με έλεγε αναίσθητη. Εμένα δεν με ένοιαζε, μου είχαν έρθει και όλα βολικά. Ο Φίνος μόνο δεν με είχε πάρει, γιατί είχε μάθει ότι μετά τα μπουζούκια πήγαινα στα γυρίσματα. […] Είναι ψέμα μεγάλο ότι η Αλίκη δεν ήθελε άλλες γυναίκες με ξανθό μαλλί γύρω της. Έπαιρνε όλες τις ωραίες γυναίκες να παίζουν μαζί της. Ήμασταν πολύ φίλες με την Αλίκη γι’ αυτό δεν παίξαμε ποτέ μαζί. Η φιλία μου μαζί της ήταν πολύ πιο πάνω από το θέατρο».
Ο μεγάλος έρωτας
Ο έρωτας του Ντίνου Ηλιόπουλου με την Άννα Φόνσου έχει αφήσει εποχή. Και οι δύο ήταν τρελά ερωτευμένοι μεταξύ τους. Μόνο που εκείνη από ένα σημείο και μετά καταλαβαίνει ότι ο ηθοποιός δεν είχε σκοπό να την παντρευτεί, και παίρνει τη μεγάλη απόφαση.
«Πήγα και παντρεύτηκα ξαφνικά και χωρίς να του πω τίποτα. Ο Ντίνος κόντεψε να τρελαθεί. Ενώ μου έλεγε “πρέπει να φτιάξεις τη ζωή σου, εγώ είμαι μεγάλος για σένα”, μετά που τον άφησα, έπεσε σε απελπισία» εξομολογήθηκε πολλά χρόνια αργότερα η ηθοποιός. Η Φόνσου παντρεύτηκε τον επιχειρηματία Κώστα Παλτόγλου. Ο Παλτόγλου ήταν ο επιχειρηματίας στο θέατρο όπου έπαιζε μαζί με τον Ηλιόπουλο. Ο τελευταίος το μαθαίνει από τις εφημερίδες και πιστεύει ότι τον πρόδωσε. «Λάθος μου, δεν φέρθηκα σωστά. Στο τέλος που αρρώστησε, πήγαινα κάθε μέρα στο νοσοκομείο και του ζήταγα συγγνώμη» έχει εξομολογηθεί η ηθοποιός.
Όταν το ζευγάρι χώρισε, ο Ντίνος Ηλιόπουλος έγραψε ένα πολύ νοσταλγικό και θλιμμένο τραγούδι, το «Μείνε λίγο» (1962), σε μουσική Σπύρου Παππά.
Η Λούλου και οι άλλες
Με παραγωγό τον πρώτο της σύζυγο ανεβάζει το 1965 τη Λούλου, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού. Μια παράσταση-σοκ για την εποχή, που διχάζει τη θεατρική Αθήνα και αποτυγχάνει στο ταμείο.
Η ηθοποιός ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της θεατρικής ομάδας «Προσκήνιο». Σε αυτήν εκτός από τον Αλέξη Σολομό συμμετείχαν ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Φρίξος Ηλιάδης, ο Γιάννης Μόραλης. Μακριά από την ποπ κινηματογραφική της εικόνα, η Φόνσου ψάχνει το διαφορετικό, το ξεχωριστό – έστω και αν το πληρώνει με τη φήμη της. Αυτό συνέβη με τις μυθικές πλέον ερωτικές ταινίες των αρχών της δεκαετίας του ’70 στις οποίες πρωταγωνιστούσε.
Όταν ανακάλυψε ότι στο εξωτερικό παίζονταν με άλλο μοντάζ και hard σκηνές, στις οποίες δεν έπαιζε η ίδια, ξεκινά μια σειρά μηνύσεων. Δικαιώθηκε μεν, αλλά –μαντέψτε– η είδηση πέρασε στα ψιλά.
Όνειρο ζωής
To «Σπίτι του Ηθοποιού» είναι ίσως το πιο λαμπρό και ανθρώπινο στόρι της ζωής της, αλλά και το πιο ζόρικο. Γνωρίζοντας από πολύ μικρή πως όταν τα φώτα σβήνουν πολλοί ηθοποιοί χάνονται –φτάνοντας πολλές φορές και στην απόλυτη φτώχεια–, αποφασίζει να κάνει μια στέγη για νέους αλλά και μεγάλους σε ηλικία συναδέλφους της που δεν μπορούν να συντηρηθούν. Και ξεκινά ένας αγώνας δρόμου για να γίνει: Υποσχέσεις, ακυρώσεις, ενίοτε και χοντρά ψέματα, δεν την αποθαρρύνουν. Το αντίθετο, την πεισμώνουν.
Και εκεί στον Άγιο Νικόλαο Πατησίων, το κορίτσι που αναστάτωνε την οθόνη και τη σκηνή, στέκεται περήφανη για το έργο της. Έστω και αν έζησε πολλά ζόρια για να γίνει. Άλλωστε οι δυσκολίες ήταν πάντα το φόρτε της.