Καλοκαιρινό βράδυ Παρασκευής και από τον Κεραμεικό ως το Θησείο ο κόσμος δεν σταματούσε να πηγαινοέρχεται – είναι άλλωστε ένα από τα πιο τουριστικά σημεία της Αθήνας. Κάποιοι όμως κοντοστέκονταν στην Ασωμάτων, καθώς ο ήχος της ποντιακής λύρας και του νταουλιού μπλεκόταν με τη βοή της αθηναϊκής νύχτας· για πολλούς ήταν άγνωστος, για άλλους αναπάντεχος.
Σε μία αυλή του νεοκλασικού που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού, με πολύ χορό και τραγούδι τα μέλη και οι φίλοι της Ευξείνου Λέσχης Αθηνών ανανέωναν το ραντεβού τους για τον Σεπτέμβριο. Τότε θα ανοίξουν και πάλι τις πόρτες, στη νέα πολιτιστική χρονιά που αναμένεται γεμάτη. Άλλωστε η όρεξη περισσεύει μετά από μια μεγάλη περίοδο… αγρανάπαυσης, και το κάλεσμα αναμένεται να είναι μαζικό.
«Μας αφύπνισαν τα νέα παιδιά. Το μήνυμα είναι ότι υπάρχει εμπιστοσύνη στη νεολαία, αρκεί και αυτή να μπορεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Η Εύξεινος Λέσχη είναι ένας πνεύμονας στο κέντρο της Αθήνας», είπε κατά το σύντομο χαιρετισμό του ο γενικός γραμματέας του σωματείου, εκδότης και συγγραφέας Σάββας Καλεντερίδης.
Ήταν άλλωστε από τις ευχάριστες εκπλήξεις της βραδιάς τα μικρά παιδιά που πιάστηκαν στον κύκλο προσπαθώντας να ακολουθήσουν τα βήματα των μεγάλων.
Με την Ακρόπολη να λάμπει στο βάθος, το γλυκό άρωμα των λουλουδιών το συναγωνιζόταν η γλύκα από τα ποντιακά δίστιχα· άλλη μία έκπληξη ήταν όταν αργά πια πήρε το μικρόφωνο ο Σάββας Καλεντερίδης, τραγουδώντας δίστιχα που πολλοί ίσως να μην γνωρίζουν. Άλλωστε είναι κοινό μυστικό ανάμεσα στους φίλους του: Για πολλά ποντιακά τραγούδια ξέρει όχι μόνο από πού προέρχονται, αλλά και την ιστορία τους.
Από το δε χορευτικό… μενού, το οποίο ήταν πλούσιο, δεν θα μπορούσε να λείψει ο πυρρίχιος χορός σέρρα.
Τα μουσικά σκήπτρα της βραδιάς κράτησαν επάξια οι δύο μουσικοί του σωματείου, ο Χρήστος Συρανίδης (λύρα-τραγούδι) και Κώστας Γεωργιάδης (νταούλι). Ήταν μία βραδιά φίλων όμως, και έτσι δεν αρνήθηκαν να παίξουν οι Παντελής Νικολαΐδης (τουλούμ’ – καβάλ’), Σωτήρης Λυκίδης (λύρα), Νίκος Σοφιανίδης (λύρα), ενώ τραγούδησε και ο Γιάννης Μιχαηλίδης.
Γεωργία Βορύλλα