Δικάστηκαν και καταδικάστηκαν ως οι πρωταίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής από το Έκτακτο Επαναστατικό Στρατοδικείο Αθηνών υπό την προεδρία του υποστρατήγου Αλέξανδρου Οθωναίου. Μια απόφαση που 88 χρόνια αργότερα έμελλε να αλλάξει με παρέμβαση της Δικαιοσύνης και νέα στοιχεία που κατέθεσε απόγονος ενός εκ των κατηγορουμένων.
Η Δίκη των Έξι, όπως έμεινε στην ιστορία, άρχισε στις 31 Οκτωβρίου 1922 και ολοκληρώθηκε με την καταδικαστική απόφαση στις 15 Νοεμβρίου του ίδιου έτους στην ειδικά διαρρυθμισμένη αίθουσα συνεδριάσεων της Παλαιάς Βουλής.
Αρχικά η ανακριτική επιτροπή, ο υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος και οι συνταγματάρχες Ιωάννης Καλογεράς και Χαράλαμπος Λούφας, με πόρισμά της παρέπεμψε σε δίκη οκτώ πρόσωπα που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο το διάστημα 1920-1922. Πρόκειται για τους:
- Δημήτριο Γούναρη (59 ετών, πρώην πρωθυπουργός)
- Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη (68 ετών, πρώην πρωθυπουργός)
- Νικόλαο Στράτο (50 ετών, πρώην πρωθυπουργός)
- Νικόλαο Θεοτόκη (44 ετών, υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη)
- Γεώργιο Μπαλτατζή (56 ετών, υπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη)
- Ξενοφώντα Στρατηγό, υποστράτηγο ε.α. (53 ετών, υπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Γούναρη)
- Μιχαήλ Γούδα, υποναύαρχο ε.α. (54 ετών, υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Γούναρη)
- Γεώργιο Χατζανέστη, αντιστράτηγο (59 ετών, αρχιστράτηγος Μικράς Ασίας και Θράκης).
Τελικά καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν οι έξι από αυτούς, ενώ το αίτημά τους να δικαστούν από Ειδικό Δικαστήριο κατ’ εφαρμογή του νόμου Περί Ευθύνης Υπουργών, απορρίφθηκε από τον Πάγκαλο με εξωνομική αιτιολόγηση.
Η ετυμηγορία
Ένα τέταρτο μετά τα μεσάνυχτα της 15ης Νοεμβρίου, το δικαστήριο αποσύρεται σε διάσκεψη για να εκδώσει την απόφασή του.
Στις 06:40 οι στρατοδίκες επανήλθαν στην έδρα και ο πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου διάβασε την ετυμηγορία:
«Εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Β΄ το Έκτακτον Στρατοδικείον συσκεφθέν κατά νόμον, κηρύσσει παμψηφεί τους μεν Γεώργιον Χατζηανέστην, Δημήτριον Γούναρην, Νικόλαον Στράτον, Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην, Γεώργιον Μπαλτατζήν και Νικόλαον Θεοτόκην εις την ποινήν του θανάτου. Τους δε Μιχαήλ Γούδαν και Ξενοφώντα Στρατηγόν εις την ποινήν των ισοβίων δεσμών.
»Διατάσσει την στρατιωτικήν καθαίρεσιν των Γεωργίου Χατζανέστη αρχιστρατήγου, Ξενοφώντος Στρατηγού υποστρατήγου και Μιχαήλ Γούδα υποναυάρχου και επιβάλλει αυτούς τα έξοδα και τέλη.
»Επιδικάζει παμψηφεί χρηματικήν αποζημίωσιν υπέρ του Δημοσίου κατά του Δημητρίου Γούναρη δραχμών 200 χιλιάδων, Νικολάου Στράτου δραχμών 335 χιλιάδων, Γεωργίου Μπαλτατζή και Νικολάου Θεοτόκη δραχμών 1 εκατομμυρίου και Μιχαήλ Γούδα δραχμών 200 χιλιάδων».
Αμέσως μετά, ο επαναστατικός επίτροπος Νεόκοσμος Γρηγοριάδης μετέβη στις φυλακές Αβέρωφ για να ανακοινώσει την καταδικαστική απόφαση. Είναι 9 το πρωί. Στους έξι θανατοποινίτες ανακοινώθηκε ότι η εκτέλεση θα γινόταν δύο ώρες. Υποβολή ενδίκων μέσων δεν προβλεπόταν για τους καταδικασθέντες. Στις 10:30 δύο φορτηγά τους παρέλαβαν και τους μετέφεραν στο χώρο εκτελέσεων στου Γουδή, πίσω από το Νοσοκομείο «Σωτηρία». Μία ώρα αργότερα, 36 πυροβολισμοί αντήχησαν από τους άνδρες του εκτελεστικού αποσπάσματος. Στις 14:30 κηδεύτηκαν στο Α΄ Νεκροταφείο, κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας.
Η Επανάληψη της Δίκης
Στις 20 Ιανουαρίου 2008 ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, προσέφυγε στον Άρειο Πάγο και ζήτησε με αίτησή του την ακύρωση της απόφασης του Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου Αθηνών της 15ης Νοεμβρίου 1922 και την επανάληψη της διαδικασίας (δίκης), με το αιτιολογικό της ύπαρξης νέων στοιχείων, σύμφωνα με το άρθρο 525 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Τα νέα στοιχεία που επικαλέστηκε ο αιτών ήταν μία επιστολή του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Παναγή Τσαλδάρη (Ιανουάριος 1929) και ένα απόσπασμα από την ομιλία του Ελευθερίου Βενιζέλου στη Βουλή στις 31 Μαρτίου 1932.
«Στην επιστολή του προς τον Παναγή Τσαλδάρη έγραφε ο Ελευθέριος Βενιζέλος: “Δύναμαι να διαβεβαιώσω υμάς κατά τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπο ότι ουδείς των πολιτικών αρχηγών της δημοκρατικής παρατάξεως θεωρεί ότι οι ηγέται της πολιτικής, ήτις ηκολουθήθη μετά το 1920, διέπραξαν προδοσία κατά της χώρας ή ότι εν γνώσει οδήγησαν τον τόπο εις την μικρασιατική καταστροφή. Δύναμαι μάλιστα να σας διαβεβαιώσω ότι πιστεύω ακραδάντως ότι θα ήσαν ευτυχείς αν η πολιτική των οδηγεί την Ελλάδα εις εθνικόν θρίαμβον”. Κατά δε τη συνεδρίαση της Βουλής της 31ης Μαρτίου 1932, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος αναφερθείς στο θέμα της θανατικής καταδίκης των «Έξι» , δήλωσε ότι αποτελεί ειλικρινή του επιθυμία να αποκατασταθεί η μνήμη των νεκρών, υπέρ των οποίων ήταν έτοιμος να προσέλθει σε μνημόσυνο όπως δεηθεί, μετά των συγγενών και φίλων αυτών, από κοινού υπέρ εκείνων.»
Στις 19 Νοεμβρίου 2009 το Ζ΄ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου συνελθών σε συμβούλιο δέχθηκε τους ισχυρισμούς του αιτούντος με ψήφους 3 έναντι 2 και παρέπεμψε το θέμα στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου για την οριστική απόφαση (1533/2009). Στις 20 Δεκεμβρίου 2009 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου συνεδρίασε κεκλεισμένων των θυρών και με εισήγηση του αντεισαγγελέα του δικαστηρίου Αθανασίου Κονταξή έκρινε ότι εσφαλμένα παραπέμφθηκε ενώπιόν της από το Ποινικό Τμήμα το ζήτημα της επανάληψης της «Δίκης των Έξι» και ότι κατά συνέπεια αναβιώνει η απόφαση 1533/2009 του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος.
Στις 12 Μαΐου 2010 συνήλθε σε συμβούλιο το Ζ΄ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου υπό νέα σύνθεση, για να συμπληρώσει την απόφαση 1533/2009 και να διατυπώσει το διατακτικό, σύμφωνα με το άρθρο 145 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στη δίκη παρενέβη με δήλωση πολιτικής αγωγής η Ομοσπονδία Προσφυγικών Σωματείων Ελλάδος, που εκπροσωπεί 185 σωματεία και πλέον των 300.000 απογόνων των προσφύγων του 1922, υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να απορριφθεί η αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, επειδή οι έξι καταδικασθέντες από το Στρατοδικείο με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους προκάλεσαν τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον ξεριζωμό του Ελληνισμού από τις πατρογονικές ρίζες του, μετά 3.000 χρόνια παρουσίας στη Μικρά Ασία. Η παράσταση πολιτικής αγωγής απορρίφθηκε ως απαράδεκτη από το δικαστήριο.
Στις 20 Οκτωβρίου 2010 το δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του και έκανε δεκτή την αίτηση του Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκη, κρίνοντας αθώους τους έξι καταδικασθέντες σε θάνατο από το Έκτακτο Επαναστατικό Δικαστήριο Αθηνών.
Με την απόφαση 1675/2010 το Ζ΄ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου ακυρώνει την απόφαση του Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου Αθηνών ως προς όλους τους καταδικασμένους για εσχάτη προδοσία και παύει οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής.