Μαραθώνια αποδείχθηκε η ανακριτική διαδικασία για την αιματηρή καταδίωξη στο Πέραμα. Η ανακρίτρια ξεκίνησε να λαμβάνει καταθέσεις από τους αστυνομικούς της ομάδας ΔΙΑΣ στις 9 το πρωί· απολογήθηκαν οι έξι από τους επτά που κατηγορούνται για τον θανάσιμο τραυματισμό του 18χρονου Νίκου Σαμπάνη και τον τραυματισμό ενός ακόμα ατόμου.
Στα δικαστήρια Πειραιά παρουσιάστηκε νωρίς το μεσημέρι και ένας 14χρονος Ρομά, ο οποίος δήλωσε πως ήταν ο οδηγός του κλεμμένου οχήματος. Πρόκειται για τον τρίτο επιβαίνοντα, τον οποίο αναζητούσαν οι Αρχές.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους, παρουσία της δικηγόρου του και συγγενών του, υποστήριξε ότι δέχτηκαν τους πυροβολισμούς όσο το αυτοκίνητο ήταν σταματημένο και ότι τότε προσπάθησε να διαφύγει.
«Εγώ οδηγούσα. Μόλις σταματήσαμε, βάλαμε τα χέρια ψηλά και αυτοί μας πυροβόλησαν. Πυροβόλησαν τον φίλο μου. Πρώτα πυροβόλησαν και μετά εμείς κάναμε πίσω», ανέφερε.
Η εκδοχή του 14χρονου έρχεται σε αντίθεση με αυτή των αστυνομικών, γι’ αυτό η δικηγόρος του Βούλα Δημητριάδου ζήτησε από την ανακρίτρια να προσκομιστούν βίντεο από το λεωφορείο που έκλεισε το δρόμο του αυτοκινήτου.
Απαντώντας στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων επέμεινε ότι πρώτα έπεσε νεκρός ο 18χρονος και μετά εκείνος έκανε όπισθεν παρασύροντας τις μηχανές. Όπως είπε, οι αστυνομικοί δεν ήταν πάνω σε αυτές, αλλά δίπλα και πυροβολούσαν.
Υπογράμμισε ότι δεν υπήρξε προειδοποίηση πριν από τους πυροβολισμούς, ότι κάποιοι από τους αστυνομικούς πέταξαν οι ίδιοι κάτω τις μηχανές και ότι δεν στόχευαν στα πόδια.
Ο υπαστυνόμος της ομάδας, ο οποίος κατέθεσε απολογητικό υπόμνημα, τόνισε ότι οι πυροβολισμοί ήταν σύμφωνοι με το νόμο 3169/2003 και υποστήριξε ότι οι αστυνομικοί που συμμετείχαν στην καταδίωξη δέχθηκαν επίθεση κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητάς τους.
Ανέφερε ακόμα ότι παρά τις εκκλήσεις για ακινητοποίηση του οχήματος ώστε να γίνει έλεγχος, ο οδηγός έκανε όπισθεν με ταχύτητα εμβολίζοντας τρεις υπηρεσιακές μοτοσικλέτες και τραυματίζοντας τους επιβάτες. Ακολούθως, σύμφωνα με το υπόμνημα, ο οδηγός έκανε αναστροφή και εμβόλισε άλλες δύο μηχανές τραυματίζοντας και άλλους αστυνομικούς.
Οι ένστολοι, που αρνούνται το βαρύ κατηγορητήριο, αφέθηκαν ελεύθεροι. Το ίδιο αποφασίστηκε για τους δύο ανήλικους Ρομά, να αφεθούν ελεύθεροι χωρίς αναμορφωτικά μέτρα.